Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι...

Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική


Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

8 Μάρτη- Πρωτοπόρες Γυναικείες μορφές




Είναι πολλές οι Πρωτοπόρες Γυναικείες μορφές που άρθρωσαν λόγο... ας σκύψουμε σε μερικές απ' αυτές να πάρουμε κουράγιο και δύναμη να συνεχίσουμε το δικό μας δύσκολο δρόμο... 

 Καλλιρρόη Παρρέν
Η Καλλιρρόη Παρρέν (Ρέθυμνο, 1861 – Αθήνα, 15 Ιανουαρίου 1940), το γένος Σιγανού, ήταν δημοσιογράφος λογία και μια από τις πρώτες Ελληνίδες φεμινίστριες.
Βιογραφία
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο αλλά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα (1867). Αρχικά φοιτά στο σχολείο Σουρμελή και στην συνέχεια στην Γαλλική σχολή των Καλογραιών στον Πειραιά . Το 1878 παίρνει το πτυχίο της δασκάλας από το Αρσάκειο. Στη συνέχεια ανέλαβε διευθύντρια του Παρθεναγωγείου της ελληνικής κοινότητας Οδησσού. Μετά διετία επέστρεψε στην Αθήνα και παντρεύτηκε τον Κωνσταντινουπολίτη Ιωάννη Παρρέν, γιο Γάλλου πατέρα και Αγγλίδας μητέρας, ο οποίος ήταν ο ιδρυτής του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Έχοντας την υποστήριξη του συζύγου της Ιωάννη Παρρέν, ο οποίος την ενθάρρυνε στους αγώνες της, αποφασίζει να ακολουθήσει το επάγγελμα της δημοσιογραφίας. Έτσι η πρώτη Ελληνίδα φεμινίστρια διεκδικεί και τον τίτλο της πρώτης Ελληνίδας δημοσιογράφου και εκδότριας όταν το 1888 άρχισε να εκδίδει την εβδομαδιαία εφημερίδα Εφημερίς των Κυριών, που συντάσσονταν αποκλειστικά από γυναίκες και απευθυνόταν σε γυναίκες κυρίως της Αθήνας και του Πειραιά. Η εφημερίδα αυτή συνέχισε να εκδίδεται για τριάντα σχεδόν χρόνια μέχρι το 1918 όταν η Καλλιρρόη εξορίστηκε στην Ύδρα για τα πολιτικά της φρονήματα. Στόχος της εφημερίδας ήταν να εισάγει και στην Ελλάδα τους φεμινιστικούς προβληματισμούς που ήδη απασχολούσαν τις γυναίκες των δυτικοευρωπαϊκών κρατών και να αφυπνίσει τις συνειδήσεις των γυναικών της τότε εποχής.
Η Καλλιρρόη Παρρέν αντιπροσώπευσε την Ελλάδα σε διάφορα διεθνή τότε συνέδρια στο Παρίσι (1889, 1891 και 1896) στο πρώτο των οποίων είχε προεδρεύσει ο φιλόσοφος Ζυλ Σιμόν. Το 1893 αντιπροσώπευσε τις Ελληνίδες στο Διεθνές Συνέδριο του Σικάγου και το ίδιο έτος μετά την επιστροφή της ίδρυσε την "Ένωση υπέρ της Χειραφετήσεως των Γυναικών" προς βοήθεια περισσότερο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης των απόρων γυναικών. Ίδρυσε επίσης πολλά κοινωφελή ιδρύματα και οργανώσεις όπως τη "Σχολή της Κυριακής, απόρων γυναικών και κορασίδων" (1890), την οποία και έθεσε υπό την προστασία (αιγίδα) και προεδρεία της Βασίλισσας Όλγας, το "Άσυλο Ανιάτων Γυναικών" μαζί με την Ναταλία Σούτσου το (1896), το "Άσυλο της Αγίας Αικατερίνης" και την "Ένωση των Ελληνίδων" υπό την διεύθυνση της Αικατερίνης Λασκαρίδου, και δύο χρόνια μετά τον "Πατριωτικό Σύνδεσμο" (1898), ενώ δεν έπαψε και τις κινήσεις υπέρ της παροχής ίσων ευκαιριών συμμετοχής στην εκπαίδευση και την πολιτική ζωή της χώρας, στις γυναίκες, που όλες δυστυχώς από τις κρατούσες τότε κυβερνήσεις ατύχησαν.
Επίσης, πάθος της για την αναγέννηση και διατήρηση των ελληνικών εθίμων και παραδόσεων, την οδήγησε το 1911 να δημιουργήσει το «Λύκειον των Ελληνίδων», το οποίο ξεκίνησε κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, την καταγραφή, διδασκαλία και παρουσίαση παραδοσιακών χορών, ενώ η δράση του είναι γνωστή μέχρι και σήμερα, αριθμώντας σε Ελλάδα και εξωτερικό πολλά μέλη.
Μετά από δικά της διαβήματα, η κυβέρνηση Θ. Δηλιγιάννη επέτρεψε τη φοίτηση των γυναικών στο Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο, όταν πλέον αυτό είχε γενικευθεί στην Ευρώπη. Επίσης, η Παρρέν ήταν η πρώτη που κίνησε το θέμα της παραχώρησης δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες, ήδη από τη δεκαετία του 1890, που όμως καμία κυβέρνηση δεν αποδέχτηκε, ούτε του Βενιζέλου, ούτε του Παπαναστασίου, μέχρι που κατέληξε να γίνει πραγματικότητα μετά από 70 χρόνια.
Τελικά το 1949 οι Ελληνίδες μετά από πολλούς αγώνες και πιέσεις αποκτούν το δικαίωμα του «εκλέγειν και εκλέγεσθαι» στις δημοτικές εκλογές, το οποίο είχαν μόνον οι εγγράμματες άνω των 30 ετών, απόφαση η οποία επεκτάθηκε το 1952 και για τις βουλευτικές εκλογές. Η Ελένη Σκούρα, εκλέχθηκε το 1953 σε επαναληπτική εκλογή στη Θεσσαλονίκη με τον συνδυασμό «Ελληνικός Συναγερμός» που μαζί με την Βιργινία Ζάννα («Κόμμα Φιλελευθέρων»), υπήρξαν οι δύο πρώτες γυναίκες υποψήφιες για το βουλευτικό αξίωμα στην Ελλάδα. Η πρώτη Ελληνίδα που κατέλαβε υπουργικό αξίωμα, ήταν η Λίνα Τσαλδάρη, σύζυγος του πολιτικού Παναγή Τσαλδάρη. Εκλέχθηκε βουλευτής στις εκλογές του 1956 και του 1958 και διατέλεσε υπουργός κοινωνικής πρόνοιας για την περίοδο 1956-1958.
Η Καλλιρρόη Παρρέν έγραψε επίσης πολλά άρθρα, δοκίμια, τα μυθιστορήματα και θεατρικά έργα με βασικό θέμα πάντα τη θέση της γυναίκας στα τότε κοινωνικά προβλήματα, όπως: "Ιστορία της γυναικός" (1889), "Η μάγισσα" (1901), "Το νέον συμβόλαιον" (1901), "Η νέα γυναίκα", "Η Χειραφετημένη" (1915) και "Επιστολές Αθηναίας προς Παρισινή"
52 χρόνια μετά το θάνατό της, στις 6 Ιουνίου 1992, η Καλλιρρόη Παρρέν τιμήθηκε από την Ελληνική Δημοκρατία με τα αποκαλυπτήρια της προτομής της στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, αριστερά της εισόδου προ των μεγάλων μαυσωλείων.
Πηγή: Βικιπαίδεια


Τάσος Λειβαδίτης, «Γυναίκες»
(απόσπασμα από το «Καντάτα 1960»)
“…Φτωχές γυναίκες,
μοδίστρες, δακτυλογράφοι, ασπρορουχούδες,
τίμιες ή σπιτωμένες, ακόμα κι άλλες
εκείνες του σκοινιού και του παλουκιού,
γυναίκες του ανέμου, της βροχής, του κουρνιαχτού,
νιώσαμε το φόβο που κρύβεται καμιά φορά
πίσω από την αγνότητα,
την κούραση πίσω από την καλοσύνη ή την αδιαφορία
πίσω απ’ την υπακοή.
Μα πιο πολύ νιώσαμε την αδυναμία που
κρύβεται πίσω απ’ την κακία.
Συχνά μας άφησαν εκείνοι που αγαπούσαμε
πολλές, πάνω στη τρέλα τους, τους ρίξανε βιτριόλι,
οι πιο πολλές βέβαια κλάψαμε, χτυπηθήκαμε,
μα φροντίσαμε σύντομα να βρούμε έναν άλλον,
γιατί τα χρόνια περνάνε…
Αν μας έβλεπε κανείς το βράδυ, όταν μένουμε μονάχες
και βγάζουμε τις φουρκέτες, τις ζαρτιέρες, και κρεμάμε
στην κρεμάστρα το πανωφόρι κι αυτήν τη βαμμένη μάσκα
που μας φόρεσαν, εδώ και αιώνες τώρα, οι άντρες
για να τους αρέσουμε –
αν μας έβλεπαν, θα τρόμαζαν μπροστά σε τούτο
το γυμνό, κουρασμένο πρόσωπο.
Αχ, γυναίκες έρημες,
κανείς δεν έμαθε ποτέ πόση αγωνία κρύβεται πίσω απ’
τη λαγνεία, ή την υστεροβουλία μας.
Και πάντα γυρεύαμε το καλύτερο….
Συχνά καταφύγαμε και στις χαρτορίχτρες,
τρέχουμε στα μέντιουμ να μάθουμε- τι να μάθουμε;
Διαβάζουμε καθημερινά το ωροσκόπιο στις εφημερίδες,
πηγαίνουμε σε διάφορους ύποπτους αστρολόγους…
λοιπόν πού πάμε; Από πού ερχόμαστε; Τι ψάχνουμε
παλεύοντας αιώνια με τα έξω και τα μέσα μας στοιχεία;
Ερχόμαστε απ’ το φόβο και το φόνο, απ’ το αίμα και
την επανάληψη. Ερχόμαστε απ’ την παλαιολιθική αρπαγή-
κι αρχίζουμε την ανθρώπινη φιλία.
Τέλος, ύστερα από πολλά, παντρευόμαστε,
κάνουμε κάμποσες εκτρώσεις, αρκετά παιδιά,
ύστερα έρχεται η κλιμακτήριος, οι μικρονευρασθένειες,
κι ύστερα τίποτα. Όλα καταλαγιάζουν μέσα μας.
Κι επιθυμίες κι αναμνήσεις- αχ περνάει
γρήγορα η ζωή, ούτε το καταλαβαίνεις.
Τα παιδιά ζούνε σ’ ένα δικό τους κόσμο, δε μας ξέρουν
παρά μονάχα σα μητέρες, δεν μπόρεσαν να μας δουν
ποτέ λίγο κι εμάς σαν ανθρώπους-
με τις μικρότητες ή τις παραφορές τους.
Έτσι ζήσαμε. Αγνοημένες και μονάχες μέσα
στο εσωτερικό μας πάθος,
αγνοημένες κι έρημες μέσα στην ιερότητα
της μητρότητάς μας…”
(Τάσος Λειβαδίτης, Ποίηση, τ. 1, Κέδρος)

 Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου
 Η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου (το όνομά της παραδίδεται επίσης ως Μουτσάν ή Μουτσά, Ζάκυνθος 1801-1832) ήταν μία από τις πρώτες Ελληνίδες συγγραφείς. Το γνωστότερο έργο της είναι η Αυτοβιογραφία της, ενώ από τα υπόλοιπα έργα της (θεατρικά έργα και ποιήματα) έχουν σωθεί ελάχιστα.
Βιος
Οι γονείς της,Φραγκίσκος Μουτζάν και Αγγελική Σιγούρου, προέρχονταν από δύο από τις παλιότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Ζακύνθου. Η Μουτζάν από μικρή είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την μάθηση και τα γράμματα και παρόλο που η εκπαίδευσή της ήταν περιορισμένη (είχε κατ’ οίκον δασκάλους τρεις κληρικούς), η ίδια με προσωπική μελέτη απέκτησε γνώσεις της αρχαίας ελληνικής, της ιταλικής και της γαλλικής γλώσσας. Παράλληλα επιδιδόταν στο γράψιμο ποιημάτων, θεατρικών έργων στα ελληνικά και τα ιταλικά και μεταφράσεων από την αρχαία ελληνική γραμματεία και επιθυμία της ήταν να μην παντρευτεί, αλλά να αφοσιωθεί στην μελέτη και την συγγραφή. Εξαιτίας των αντιρρήσεων της οικογένειάς της αντιπρότεινε να κλειστεί σε μοναστήρι ή να αποσυρθεί σε μία κατοικία της οικογένειας στην ύπαιθρο, όμως και αυτές οι επιθυμίες της δεν γίνονταν δεκτές από τους δικούς της. Μπροστά στην προοπτική να παραμείνει ανύπαντρη και να κατοικεί με τους γονείς της χωρίς να έχει το δικαίωμα να βγαίνει από το σπίτι, αποφάσισε να φύγει κρυφά από το νησί, αλλά μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα επέστρεψε χωρίς να την αντιληφθεί κάποιο μέλος της οικογένειάς της και τελικά αναγκάστηκε να υποχωρήσει και δεχτεί την επιθυμία των δικών της να παντρευτεί. Η ανεύρεση γαμπρού στην Ζάκυνθο ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και γι’ αυτόν τον λόγο ο θείος της πρότεινε να ταξιδέψουν στην Ιταλία όπου θα ήταν πιο εύκολο να βρεθεί σύζυγος για την Ελισάβετ και την αδερφή της, που ήταν και αυτή σε ηλικία γάμου, όμως το ταξίδι δεν έγινε εξαιτίας μιας ασθένειας του πατέρα της. Εν τω μεταξύ βρέθηκε υποψήφιος σύζυγος, ο Νικόλαος Μαρτινέγκος, ο οποίος όμως καθυστερούσε την επισημοποίηση της γαμήλιας συμφωνίας με συνεχείς διαπραγματεύσεις για το ύψος της προίκας, αλλά τελικά ο γάμος τελέστηκε μετά από 16 μήνες, το καλοκαίρι του 1831. Η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου πέθανε στις 9 Νοεμβρίου του 1832, δύο εβδομάδες μετά την γέννηση του γιου της.
Έργο
  Η Ελισάβετ Μουτζάν, εκτός από την αυτοβιογραφία που είναι το πιο γνωστό και αξιόλογο κείμενό της, έγραψε πάνω από 15 θεατρικά έργα, στην ελληνική και την ιταλική, μετέφρασε αρχαία κείμενα και συνέθεσε κάποια ποιήματα. Η Αυτοβιογραφία της εκδόθηκε από τον γιο της Ελισαβέτιο το 1881, με κάποιες περικοπές, σε έναν τόμο μαζί με δικά του ποιήματα. Η αξία του έργου έγκειται κυρίως στην απλή γλώσσα που χρησιμοποιείται. Από τα άλλα έργα της έχουν σωθεί ελάχιστα, μία κωμωδία με τίτλο Φιλάργυρος, κάποια ιταλικά κείμενα, 20 επιστολές, ο πρόλογος μιας πραγματείας «Περί Οικονομίας», τα ποιήματα Ωδή εις το πάθος του Ιησού Χριστού και Εις την Θεοτόκον και αποσπάσματα μεταφράσεων από τον Προμηθέα Δεσμώτη, την Οδύσσεια και τις Ικέτιδες.
Πηγή:Βικιπαίδεια


Μελίνα Μερκούρη | «Η Σονάτα του Σεληνόφωτος»
Γιάννης Ρίτσος
(Ανοιξιάτικο βράδυ. Μεγάλο δωμάτιο παλιού σπιτιού. Μια ηλικιωμένη
γυναίκα, ντυμένη στα μαύρα, μιλάει σ' έναν νέο. Δεν έχουν ανάψει
φως. Απ' τα δύο παράθυρα μπαίνει ένα αμείλικτο φεγγαρόφωτο.
Ξέχασα να πω ότι η Γυναίκα με τα Μαύρα έχει εκδώσει δύο-τρεις
ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικής πνοής. Λοιπόν, η
Γυναίκα με τα Μαύρα μιλάει στον Νέο):
Άφησέ με να έρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!
Είναι καλό το φεγγάρι, - δε θα φαίνεται
που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι
θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις.
Άφησέ με να’ρθω μαζί σου.
Όταν έχει φεγγάρι μεγαλώνουν οι σκιές μες στο σπίτι,
αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες,
ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου
λησμονημένα λόγια δε θέλω να τ’ ακούσω. Σώπα.
Άφησε με να’ρθω μαζί σου
λίγο πιο κάτου, ως την μάντρα του τουβλάδικου,
ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται
η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο,
τόσο αδιάφορη κι άυλη
τόσο θετική σαν μεταφυσική
που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις
πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις
πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κι η φθορά του.
Άφησε με να’ρθω μαζί σου.

Μαριέτα Γιαννοπούλου-Μινώτου
Διάδοχος της Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου, η Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτου: Και το δικό της αρχείο, μαζί με τη βιβλιοθήκη - που υπήρξε πνευματικό της φυτώριο - και πλήθος καλλιτεχνικοί θησαυροί που στεγάζονταν στο πατρικό της σπίτι - μαζί μ' ένα τμήμα δική της ανέκδοτης δουλιάς χάθηκαν επίσης στους σεισμούς του '53. Ομως αυτή ήταν πιο τυχερή: Είχε ήδη μεταφέρει ένα μεγάλο μέρος του αρχείου της και της δουλιάς της στην Αθήνα...
Τεράστια η πνευματική προσφορά σε όγκο και σε ποιότητα της Μαριέττας Γιαννοπούλου - Μινώτου, όχι μόνο για τον επτανησιακό, αλλά πλατύτερα για τον νεοελληνικό πολιτισμό. Οχι μόνο τίμησε την τραγική συμπατριώτισσά της, αλλά πρόβαλε με την πένα, το λόγο και τις εκδόσεις την επτανησιακή λογοτεχνία και τέχνη, καθώς και το λαϊκό πολιτισμό του νησιού της. Σπουδαία λαογράφος, πεζογράφος, ιστοριοδίφης, μεταφράστρια και εκδότρια, πήρε μέρος στο γυναικείο κίνημα της εποχής της και ανέδειξε στα ιστορικά της κείμενα το ρόλο του επαναστατικού λαϊκού στοιχείου. Ομως, παρόλο που τιμήθηκε από διάσημους ποιητές όσο ζούσε - της αφιέρωσαν ποιήματά τους ανάμεσα σε άλλους ο Παλαμάς, ο Μαλακάσης, ο Σημηριώτης - σε συνέχεια η προσφορά και το έργο της ξεχάστηκαν - ή μάλλον αγνοήθηκαν. Για πρώτη φορά, σαράντα χρόνια μετά το θάνατό της, κυκλοφόρησε πρόσφατα ένα ολοκληρωμένο αφιέρωμα στη μνήμη της από τα  «Επτανησιακά φύλλα» που εκδίδει ο ακούραστος Ζακυνθινός ερευνητής και λογοτέχνης Διονύσης Σέρρας: Τετρακόσιες σελίδες με έρευνα σε πλήθος αρχεία, φωτογραφίες, σπάνια κείμενα και αναφορές στο έργο της από σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες. Συμπαραστάτες σ' αυτή την απόδοση χρέους προς τη σπουδαία Ζακύνθια ιστορικό και συγγραφέα, ο γιος τής Μαριέττας, αρχαιολόγος και φιλόλογος Διονύσης - Αγγελος Μινώτος και η σύζυγός του, ιστορικός και πρώην επιμελήτρια του Ιστορικού Εθνολογικού Μουσείου Μαρία Λαδά - Μινώτου...
Επαναστατημένη σκέψη
Οι γονείς της Μαριέττας δεν την εμπόδισαν να μορφωθεί όσο ήθελε, όπως έκαναν οι γονείς της Μαρτινέγκου. Αντίθετα, από τα δέκα της χρόνια είχε κοντά της σαν δάσκαλο τον Κερκυραίο λόγιο και ιστοριοδίφη Σπύρο Δε-Βιαζη που της δίδαξε ιταλική, αγγλική και γαλλική φιλολογία και τη στήριξε σε συνέχεια στην αντίθεσή της με το ζακυνθινό κοινωνικό κατεστημένο. Με δική του προτροπή στέλνει το 1910 το πρώτο της κείμενο στη «Διάπλαση των Παίδων» που το δημοσιεύει. Το 1917 πεθαίνει ο πατέρας της Ευστάθιος Γιαννόπουλος. Το 1921 η Μαριέττα εκδίδει το φεμινιστικό περιοδικό «Εύα Νικήτρια» στη Ζάκυνθο, σαν όργανο του Παραρτήματος Λυκείου Ελληνίδων. Το διευθύνει μέχρι το 1923 που κλείνει, για οικονομικούς λόγους, έχοντας προκαλέσει πολλές αντιδράσεις. «Ηταν, έγραφε η ίδια, η καλύτερη ανάμνηση, γιατί ήταν το πρώτο ξέσπασμα της επαναστατημένης σκέψης μου στο στενό περιβάλλον της επαρχίας με τους αρτηριοσκληρωτικούς διανοούμενους, που κάθε άλλο παρά καλόβλεπαν την πετυχημένη εμφάνισή μου στη λογοτεχνία». Κι αυτό ήταν φυσικό: «Οταν μια εικοσάχρονη, γύρω στα 1920 ασχολείται με την "ποιητική τέχνην του Οράτιου", με τις "Γυναίκες εις την Ιταλικήν Αναγέννησιν" και εκδίδει το περιοδικό "Εύα Νικήτρια" αντιμετωπίζεται, ακόμα και από την πολιτισμένη κοινωνία της Ζακύνθου, σαν φέρελπις μεν νέα, αλλά και σαν... επαναστάτρια» παρατηρεί στο αφιέρωμα των «Επτανησιακών φύλλων» ο λογοτέχνης και ιστορικός Νικίας Λούντζης.
Πραγματικά, πολλοί θα ήθελαν τη νέα γυναίκα να περιορίζεται στα οικιακά της καθήκοντα, ή στην πιο... ακραία περίπτωση να «λάμπει» σαν καλλιεργημένη οικοδέσποινα έχοντας κάποιο πνευματικό σαλόνι και εμπνέοντας άντρες διανοούμενους. Και βέβαια η νεαρή γυναίκα θα μπορούσε να περιοριστεί σε μια ανέμελη, άνετη ζωή. Ομως εκείνη προτίμησε να δημιουργήσει δικό της έργο, να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Και εργάστηκε σκληρά σ' όλη της τη ζωή, πληρώνοντας το τίμημα...
Για τον πολιτισμό
Το 1925 παντρεύεται το Ζακυνθινό Σπύρο Μινώτο, νομικό και λόγιο. Μαζί θα ταξιδέψουν στην Ιταλία, όπου η Μαριέττα γνωρίζεται με πνευματικούς ανθρώπους που θα γίνουν αργότερα συνεργάτες της. Μαζί με το σύζυγό της πρωτοστατούν στην οργάνωση των γιορτών για τα 100χρονα από το θάνατο του Ούγου Φόσκολου και την έκδοση του «Λευκώματος για τον Φόσκολο». Τον ίδιο χρόνο, το 1927, αρχίζει στη Ζάκυνθο η έκδοση του «Μηνιαίου φιλολογικού και καλλιτεχνικού» περιοδικού «Ιόνιος Ανθολογία» που διευθύνει η Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτου με υπεύθυνο έκδοσης και σύνταξης της ύλης τον σύντροφό της. Το 1930-'31 το ζευγάρι, μαζί και η «Ιόνιος Ανθολογία» μετακομίζουν στην Αθήνα. Η Μαριέττα έχει την πρωτοβουλία να αγοραστεί οικόπεδο για την ανέγερση στη Ζάκυνθο «Πάνθεου των ενδόξων Ζακυνθινών». Δωρίζει η ίδια χρήματα γι' αυτό το σκοπό, που όμως σε συνέχεια θα ναυαγήσει... Το 1931 γεννιέται και ο γιος τους Διονύσιος - Αγγελος. Θα τον βαφτίσει ο Αγγελος Σικελιανός, αφιερώνοντάς του το ποίημα «Το βρέφος». Το 1933 δημοσιεύεται η μελέτη της Μαριέττας για το «Ρεμπελιό των Ποπολάρων» και το 1934 τα «Τα τραγούδια από τη Ζάκυνθο» καθώς και η εργασία της για τις «Ομιλίες» (το λαϊκό Ζακυνθινό Θέατρο).
Ομως, το 1935 τη διεύθυνση της «Ιονίου Ανθολογίας» αναλαμβάνει ο Σπύρος Μινώτος. Το ζευγάρι βρίσκεται σε διάσταση και το 1936 θα πάρουν διαζύγιο. Η Μαριέττα δε θα σταματήσει να εργάζεται και να ερευνά αναζητώντας αδημοσίευτα, πρωτότυπα στοιχεία για τον επτανησιακό πολιτισμό. Συνεργάζεται με πλήθος περιοδικά, εφημερίδες, έχει αλληλογραφία και φιλικούς δεσμούς με μια πλειάδα πνευματικών ανθρώπων που υπήρξαν σύγχρονοί της (στα «Επτανησιακά φύλλα» δημοσιεύεται μέρος της αλληλογραφίας της με τους Κωστή Παλαμά, Γιάννη Ψυχάρη, Λεωνίδα Χ/Ζώη, Νίκο Κρανιδιώτη, κ.ά. Ο Γρηγόρης Ξενόπουλος στάθηκε συμπαραστάτης σ' όλες τις προσπάθειές της).
Το 1951 γίνεται μέλος της Ενωσης Διανοουμένων Γυναικών Ελλάδας. Το 1952 χάνει τη μητέρα της και ίσως για πρώτη φορά η μαχητική Μαριέττα Γιαννοπούλου χάνει μαζί και το κουράγιο της και «νιώθει τα χρόνια να τη βαραίνουν», όπως εξομολογείται στο γιο της. Την αίσθηση της καταστροφής έρχονται να συμπληρώσουν οι σεισμοί με τον αφανισμό του σπιτιού της στη Ζάκυνθο και το χαμό του αρχείου της και της βιβλιοθήκης της.
Το 1956 εκδηλώνεται ο καρκίνος που θα την οδηγήσει στο θάνατο τον Απρίλη του 1962, σε ηλικία 62 χρόνων. Μέχρι το τέλος εργαζόταν, έδινε διαλέξεις, έγραφε...
Κοντά στο λαό
Παρά τις συντηρητικές καταβολές της η Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτου στάθηκε, με το λόγο και τα δημοσιεύματά της, κοντά στο λαό. Δεν περιορίστηκε στα κεκτημένα της τάξης της ούτε χρησιμοποίησε το φύλο της σαν άλλοθι. Φανατική οπαδός της δημοτικής σε δύσκολες εποχές διατραγωδεί στις επιστολές της προς τον Ψυχάρη την πολεμική που της έκαναν. Γύρισε βουνά και κάμπους αποθησαυρίζοντας τραγούδια, παραμύθια, παροιμίες - από αγρότισσες - που χωρίς τη δική της συμβολή σήμερα θα είχαν χαθεί. Συνέτεινε στη διάδοση και ανάπτυξη του επτανησιακού πολιτισμού που φοβόταν - από τότε - ότι κινδύνευε να νεκρώσει. Γράφοντας για την Αγγλοκρατία στα Επτάνησα αναδεικνύει την αντιλαϊκή και απάνθρωπη στάση των αριστοκρατών, των «καταχθόνιων» που ήταν πουλημένοι στους ξένους και προσπαθούσαν να καταπνίξουν την επαναστατική διάθεση των συμπατριωτών τους, για να μη σηκώσουν κεφάλι ενάντια στη δική τους κυριαρχία. Στο «Ρεμπελιό των Ποπολάρων» - η πρώτη κοινωνική επανάσταση που έγινε στην Ελλάδα - καταγγέλλει την καταπίεση του λαού από το αρχοντολόι, που κατέληξε σε επανάσταση το 1628. Οι χωρικοί δανείζονταν για να ξεπληρώσουν υπέρογκα ποσά στους άρχοντες ή σάπιζαν στη φυλακή...
Για τον Ιάκωβο Λεοπάρντι, για τον οποίο έγραψε πολλά έργα, αναφέρει: «Είναι ο μεγάλος ποιητής του παγκόσμιου πόνου, ο μεγάλος σοσιαλιστής».
«Ο Φόσκολος, γράφει, απογοητεύεται για την εποχή του που παρασημοφορεί τραγουδιστές ευνούχους, είναι πεσιμιστής γιατί ο κόσμος δεν είναι γίγαντας, όπως τον θέλει η ελληνική φαντασία του... ένας πεσιμισμός αλλιώτικος, όχι σαν τον αρρωστημένο εκείνων, που κλαίνε αδιάκοπα για τη ζωή και ζητούν αδιάλλαχτα ως μόνη λύση το θάνατο...».
Αφοσιώνεται στη μελέτη για τον Κάλβο και το Σολωμό και τονίζει ότι η μάνα του τελευταίου λαϊκής καταγωγής, «με τα ελληνικά της νανουρίσματα και τα δημοτικά που του έλεγε, του φύτεψε τις ρίζες της γλώσσας του λαού από τα πρώτα βήματα της ζωής του». Για τον Σολωμό γράφει και θεατρικό έργο που επρόκειτο να γίνει σενάριο για τον κινηματογράφο αλλά τελικά ματαιώθηκε. (Το 1963 μετά το θάνατό της θα εκδοθεί από το γιο της).
Υμνος στη γυναίκα
Στα γραπτά της θα υμνήσει τη γυναικεία εργασία που τότε πολλοί την κατέκριναν, δίνοντας έμφαση στη βιοποριστική δουλιά των απλών γυναικών. Στα κείμενά της προβάλλει την ιστορία των γυναικών, κάνει ομιλίες για τη μητέρα του Φόσκολου, την Ελισάβετ Μουτζάν Μαρτινέγκου. Το 1951 δημοσιεύει στο περιοδικό «Αλκυονίδες» εργασία της για τη Μαρτινέγκου. (Το 1956 θα ακολουθήσει ο λογοτέχνης και μελετητής Κ.(Κονίδης) Πορφύρης, από τους πρωτεργάτες της προοδευτικής, αριστερής «Επιθεώρησης Τέχνης» που με έξοδά του θα εκδώσει για δεύτερη φορά μετά από 75 χρόνια την αυτοβιογραφία της Μαρτινέγκου, με δική του εισαγωγή, σχόλια και ιστορικές σημειώσεις). Η Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτου γράφει βιβλίο για την «Ισαβέλλα Θεοτόκη - η μεγάλη εμπνεύστρια» (1959). (Η Κερκυραία λόγια έκανε το σπίτι της ορμητήριο κατά των Αυστριακών κατακτητών).
Υπογράφει σαν «Επτανήσια» και «Χειραφετημένη» και παίρνει μέρος με κείμενό της στο πρώτο γυναικείο συνέδριο που έγινε το 1921 στην Ελλάδα, ενώ το 1929 παρακολουθεί το συνέδριο για την ειρήνη και το 1930 τις δεύτερες Δελφικές γιορτές. Μετά από πρότασή της οργανώνεται στην Αθήνα, το 1930, στην Ενωση Συντακτών η πρώτη εβδομάδα ελληνικού βιβλίου.
Σ' όλη της τη ζωή αγωνίστηκε με συνέπεια για τα δικαιώματα των γυναικών. Αντίστοιχη η απήχηση και στα έργα της. Μερικοί ενδεικτικοί τίτλοι: «Οι χωρικές μας» (1921), «Ο Βαλαωρίτης φεμινιστής» (1925), «Κριτική για την επαναστάτρια» του Ι. Κοντού (1954), «Οι γυναίκες της Κύπρου σαν ηρωίδες» (1955) κ.ά.
Πάνω από σαράντα χρόνια πνευματική διαδρομή, άγνωστη στη νέα γενιά, αλλά και στο γυναικείο κίνημα του οποίου υπήρξε πρωτοπόρος. Ευτυχώς η συνονόματη ερευνήτρια εγγονή της έχει αρχίσει την καταγραφή και παρουσίαση του αρχείου της. Χρειάζεται όμως, όπως τονίζει και ο Διον. Σέρρας, να εκδοθούν τα έργα της, να συγκεντρωθούν τα διάσπαρτα δημοσιεύματά της, να γίνει ανατύπωση του προοδευτικού περιοδικού «Εύα Νικήτρια», να εκδοθούν τα ζακυνθινά παραμύθια της, να παρουσιαστεί το άπαιχτο θεατρικό της έργο «Διονύσιος Σολωμός», να δοθεί το όνομά της σε ένα δρόμο της Ζακύνθου και να μελετηθεί -επιτέλους - το σύνολο του έργου της, ακόμα και η προσφορά της στο γυναικείο κίνημα...
Πηγές: «Περίπλους», τεύχος 51, αφιέρωμα στην Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου. «Επτανησιακά φύλλα»: Αφιέρωμα στη Μαριέττα Γιαννοπούλου - Μινώτού, τόμος ΚΒ, 3-4.
Ριζοσπάστης



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου