Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι...

Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική


Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Μάξιμ Γκόρκυ, "Η ΜΑΝΑ"





Ό,τι και να πούμε για το αριστούργημα αυτό του Μαξίμ Γκόρκι νομίζω είναι λίγο. Να πούμε για τον ύμνο της Μάνας, για την αγάπη της που δεν γνωρίζει όρια και σύνορα; Τι κι αν γράφτηκε το 1906 παραμένει διαχρονικό για τον απλό και καθαρό του λόγο, προκαλώντας ρίγη συγκίνησης όταν το διαβάζουμε και σήμερα...


«Τα παιδιά μας, τα πολυτιμότερα κομμάτια της καρδιάς μας
δίνουν τη λευτεριά και τη ζωή τους,
χάνονται χωρίς λύπηση για τα νιάτα τους,
 τι θες, λοιπόν, να κάνω εγώ, η μάνα ;»

Μ.ΓΚ.
































































«Την έβλεπε ψηλή, λίγο καμπουριασμένη, το κορμί της τσακισμένο από τα πολλά χρόνια της δουλειάς και τις γροθιές του άντρα της το κινούσε αθόρυβα και κάπως με το πλευρό, λες κι όλο φοβότανε μην τύχει κι αγγίξει κάτι στο πέρασμά της. Το πλατύ, στρογγυλό πρόσωπό της, χαραγμένο από τις ζαρωματιές και σαν πρησμένο φωτιζόταν από τα σκούρα μάτια ανήσυχα και θλιμμένα. Πάνω από το δεξί φρύδι είχε ένα βαθύ σημάδι παλιάς πληγής, που τραβούσε κι ανασήκωνε λιγάκι το φρύδι, φαινότανε και το δεξί αυτί λίγο ψηλότερα απ' τ' αριστερό, κι αυτό έδινε στο πρόσωπό της μια έκφραση, λες κι όλο κάτι αφουγκραζότανε φοβισμένη. Στα πυκνά μαύρα μαλλιά της γυάλιζαν ασπρισμένες τούφες. Ολόκληρη η μάνα έδειχνε απαλή, θλιμμένη, υπάκουη...».



«Συλλογιόμουνα τη δική μου ζωή, θεέ και κύριε! Πώς έζησα εγώ; Ξύλο… δουλειά… τίποτα δεν έβλεπα παρεκτός απ’ τον άντρα, τίποτα δεν ήξερα άλλο από το φόβο! Και το πώς μεγάλωνε ο Πάσια ούτε που το έβλεπα, κι αν τον αγαπούσα τότε που ζούσε ο άντρας μου ούτε που το ξέρω! Όλες οι φροντίδες, όλες οι σκέψεις μου ένα σκοπό είχαν να ταίσω το θεριό μου νόστιμο φαί, να τον χορτάσω, να προλάβω τι ήθελε για να μη θυμώνει, να μη με φοβερίζει με τις γροθιές, να με λυπηθεί έστω μια φορά. Δε θυμάμαι να με λυπήθηκε ποτές. Μ’ έδερνε, λες και δεν έδερνε τη γυναίκα του, μα όλους μαζί όσους δε χώνευε. Είκοσι χρόνια έζησα έτσι…».


«Ευχαριστώ, μάνα! Ευχαριστώ, καλή μου!», της λέει όταν αποφυλακίζεται. «Γιατί βοηθάς στο μεγάλο μας έργο’ σ’ ευχαριστώ! Όταν ο άνθρωπος μπορεί να λέει τη μάνα καλή του και στην ψυχή, είναι μια σπάνια ευτυχία…».





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου