Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι...

Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική


Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2022

Ανεμόμυλοι, αυτοί οι πέτρινοι πύργοι...

Ανεμόμυλοι, οι πέτρινοι αυτοί πύργοι σε σχήμα κυλινδρικό, που ξεπροβάλλουν διάσπαρτοι πάνω στις κορυφογραμμές των λόφων, αυτοί οι γίγαντες που στέκονται αγέρωχοι ανάμεσα σε γη κι ουρανό, δεν είναι μόνο ένα σήμα κατατεθέν των Κυκλάδων αλλά και μια πηγή έμπνευσης για πολλούς ζωγράφους,ποιητές και λογοτέχνες.

 




"Στον ανεμόμυλο, στο χάλασμα, την ώρα που της αυγής το χαμογέλασμα ροδίζει,ταράζουν τα ψαρόπουλα τον πράον αέρα με ξαφνικά κραξίματα και με παιγνίδια,5και τ’ αλαφρά μονόξυλα που τα προσμένουντινάζονται ανυπόμονα σαν τα φτερούγιατων πουλιών που δετά τα πόδια του κρατιένται,και γύρω η λιμνοθάλασσα λευκοχαράζεισαν ένα ολάνοιχτο μαργαριταροστρείδι.10Στον ανεμόμυλο, στο χάλασμα, όταν καίεισαν πυρωμένο σίδερο το μεσημέρι,με τη βαριά πνοή του μολυβένιος ύπνοςρουφάει θαλασσινούς και καραβοκυραίους·δεν τρίζουν στ’ αργασμένα χέρια τα καμάκια,15μόνο τα ψάρια στο δροσόκοσμο σαλεύουν.Και γύρω η λιμνοθάλασσα λαμποκοπάεισα σκουτάρι ασημένιο φλωροκαπνισμένο.Στον ανεμόμυλο, στο χάλασμα, την ώραπου βασιλεύει ο ήλιος μ’ όλη του τη δόξα,20τρέχουν και ψάχνουν γι’ αλαφρόπετρες τ’ αγόρια,και για γλυκιές ματιές οι νιες κι οι νιοι, και στέκουνκαι ψάχνουνε για ενθύμησες οι γέροι, και είναιτα γερατειά ιλαρά, στοχαστικά τα νιάτα·και γύρω η λιμνοθάλασσα πορφυροφέρνει25σαν κήπος πυκνοφύτευτος από γεράνια.Στον ανεμόμυλο, στο χάλασμα, την ώραπου τα κρυφά μεσάνυχτα σιγογλιστράνε,από τα νεραϊδόσπηλ’ αεροφερμένοισ’ άλογα με κορμιά απ’ αχνούς, με χήτη αχτίδες,30νέραϊδοι και νεράιδες τραγουδάν και λούζουνδιαμαντένιες θωριές, και κάνουν την αγάπη,και γύρω η λιμνοθάλασσα η βασιλοπούλαγια φόρεμα φορεί τον ουρανό με τ’ άστρα.Στον ανεμόμυλο, στο χάλασμα, μιαν ώρα35πριν της αυγής το χαμογέλασμα ροδίσει,των τουρκομάχων ο λαός γυρνά απ’ τον Άδη,ξαναφιλεί τη γη την πολεμοθρεμμένη,το χάλασμα σαν κάστρο το ξαναστυλώνει,βροντάν τα καριοφίλια, αντιλαλούν οι νίκες,40και γύρω η λιμνοθάλασσα γοργοσπαράζεισαν ολόμαυρο μάτι από θυμό αναμμένο. Στον ανεμόμυλο Κωστής Παλαμάς


"Οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας
Σαν άσπρες ξεγνοιασιές ανεμομύλων οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας
Με βήμα τελετουργικό σε λυγερή προϋπάντηση Μαρτίων οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας!

Από τη συλλογή Προσανατολισμοί (1940) του Οδυσσέα Ελύτη

Γοργώ

Το εσωτερικό του μύλου ήταν πραγματική έκπληξη για μένα. Ήταν ντυμένος με ξύλινη επένδυση και έπιπλα σε χω­ριάτικο στυλ. Ο κάτω όροφος ήταν χωρισμένος σε κουζίνα και καθιστικό με μεγάλους στρογγυλούς πάγκους. Είχε

ένα πέτρινο τζάκι και μαξιλάρες ριγμένες μπροστά του στο πάτωμα. Μια στρογγυλή ξύλινη σκάλα οδηγούσε σ’ ένα μι­κρό δωμάτιο όπου υπήρχε ένα μεγάλο διπλό κρεβάτι σκεπα­σμένο από μια δαντελένια κουνουπιέρα. Η σκάλα
συνέχιζε σ’ ένα ακόμα επίπεδο, σχεδόν σοφίτα, όπου υπήρχε άλλο ένα μικρότερο κρεβάτι σκεπασμένο με μια κόκκινη φλοκάτη. Μικρά γαλάζια παραθυράκια φώτιζαν το χώρο έχο­ντας παράλληλα μια θαυμάσια θέα προς τη θάλασσα. Η μυ­ρωδιά της μούχλας και η απίστευτη σκόνη έδιναν μια όψη θρίλερ στην ατμόσφαιρα. Έκλεισα τα μάτια προσπαθώντας να το φανταστώ καθαρό και περιποιημένο. Το αγάπησα από την πρώτη στιγμή. Δεν μπορώ να πω το ίδιο και για τη Μελί­να την οποία βρήκα να κάθεται οκλαδόν στο πάτωμα με το κεφάλι μέσα στα χέρια της προσπαθώντας να καταλάβει αν αυτό της συνέβαινε στ’ αλήθεια ή αν έβλεπε ένα κακό όνειρο.

«Όταν θα το καθαρίσουμε και θα το φτιάξουμε θα γίνει ένα κουκλί» της είπα παρηγορώντας την. «Έλα ρε χαζό μη κωλώνεις. Εντάξει θέλει πολύ δουλειά όμως είναι δικό μας. Θα κάνουμε ότι θέλουμε».


Μελίνα


Την επόμενη μέρα ξύπνησα από το άγριο χάραμα. Αθόρυβα μη και ξυπνήσω τη Γοργώ, άνοιξα τη πόρτα και βγήκα έξω. Πρώτη μέρα στη πατρίδα δεν ήθελα με τίπο­τα να χάσω την ανατολή.Περπάτησα μέχρι τη λιάστρα, το αλώνι που ήταν λίγα μέτρα πιο πέρα και κάθισα χάμω, ενώνοντας τη σιωπή μου με κείνη των άλλων ζωντανών της πλάσης. Η μυρωδιά από το νοτισμένο χώρα, η αναμιγμένη με την αύρα της θάλασσας, η χάρη και η γλύκα της στιγμής μ’ έκαναν να αναριγήσω από συγκίνηση, που κι εγώ ήμουν ένα κομμάτι της φύσης άρρηκτα δεμένο μαζί της.

Δεν ξέρω αλλά με μιας έφτιαξε η διάθεσή μου. Ακόμα κι ο ανεμόμυλος που στεκόταν μόνος και ξεχασμένος ανάμεσα σε γη κι ουρανό φάνταζε διαφορετικά τώρα μπροστά στα μάτια μου, έτσι όπως λουζόταν απ’ τα χρώματα της αυγής. Τελικά η Γοργώ είχε δίκιο όταν μου έλεγε χθες πως με λίγη φαντασία και πολύ δουλειά το καινούργιο μας ορμητήριο θα γινόταν ένα κουκλί, ένα πραγματικό στολίδι που θα το ζή­λευαν όλοι. «Τέρμα η τεμπελιά, ώρα για δουλειά» είπα στον εαυτό μου και σηκώθηκα σαν ελατήριο, ευχαριστώντας από καρδιάς τη γιαγιά Γοργώ, που με το δώρο της αυτό άγγιζα κι εγώ μιαν ακρούλα του ονείρου.

Απόσπασμα απ' το βιβλίο "Ο χορός των θεριστών"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου