Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2017

Άγγελος Σικελιανός, ο μέγας λυρικός μας ποιητής...


Η Λευτεριά είναι Γνώση, η γνώση Αγάπη και πια απ’ τη Γνώση τούτη δεν είν’ άλλη…
«ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ»





Ο Άγγελος Σικελιανός (14 Μαρτίου 1884  19 Ιουνίου 1951) ήταν ένας από τους μείζονες Έλληνες ποιητές. Το έργο του διακρίνεται από έντονο λυρισμό και ιδιαίτερο γλωσσικό πλούτο.

Βιογραφία

Ο Σικελιανός γεννήθηκε στη Λευκάδα, όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια. Ήταν το τελευταίο από τα επτά παιδιά του καθηγητή γαλλικών Ιωάννη Σικελιανού και της Χαρίκλειας Στεφανίτση. Οι ρίζες της οικογένειάς του εντοπίζονταν στην Κεφαλονιά και τη Βενετία.[1] Αποφοίτησε από το τετρατάξιο γυμνάσιο το 1900 και τον επόμενο χρόνο εγγράφηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας, χωρίς ωστόσο να ολοκληρώσει ποτέ τις νομικές του σπουδές Τα ενδιαφέροντά του ήταν καθαρά λογοτεχνικά και από νωρίς μελέτησε ΌμηροΠίνδαρο, Ορφικούς και Πυθαγόρειους, λυρικούς ποιητές, προσωκρατικούς φιλοσόφους, ΠλάτωναΑισχύλο αλλά και την Αγία Γραφή και ξένους λογοτέχνες όπως τον Ντ' Αννούντσιο. Τα επόμενα χρόνια πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια και στράφηκε στην ποίηση και το θέατρο. Το 1902, δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στα λογοτεχνικά περιοδικά Διόνυσος και Παναθήναια.
Σημαντικό σταθμό στη ζωή του Σικελιανού η γνωριμία του το 1905 με την Αμερικανή Εύα Πάλμερ - η οποία σπούδαζε στο Παρίσι ελληνική αρχαιολογία και χορογραφία - την οποία νυμφεύθηκε το 1907 στο Μπαρ Χάρμπορ του Μέιν των ΗΠΑ. Το ζεύγος εγκαταστάθηκε το επόμενο έτος στην Αθήνα. Εκείνη την περίοδο ο Σικελιανός ήρθε σε επαφή με αρκετούς πνευματικούς ανθρώπους και τελικά το 1909 δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή Αλαφροΐσκιωτος, η οποία προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση στους φιλολογικούς κύκλους, αναγνωριζόμενη ως έργο-σταθμός στην ιστορία των νεοελληνικών γραμμάτων. Ταυτόχρονα, το ίδιο έτος γεννήθηκε και ο γιος του Γλαύκος. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, ο Σικελιανός θα επιστρατευτεί και θα συμμετάσχει ως απλός στρατιώτης στο μέτωπο της Ηπείρου.
Ακολούθησε μια περίοδος έντονης αναζήτησης, που καταλήγει στην έκδοση των τεσσάρων τόμων της ποιητικής συλλογής Πρόλογος στη ΖωήΗ Συνείδηση της Γης μου (1915), Η Συνείδηση της Φυλής μου (1915), Η Συνείδηση της Γυναίκας (1916) και Η Συνείδηση της Πίστης (1917). Ο Πρόλογος στη Ζωή ολοκληρώθηκε αργότερα με τη Συνείδηση της Προσωπικής Δημιουργίας. Ακολουθούν ακόμα τα χαρακτηριστικά ποιήματα Το Πάσχα των Ελλήνων και Μήτηρ Θεού, της περιόδου 1917 - 1920, καθώς και διάφορες συνεργασίες του με λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής.
Η αρχαιοελληνική πνευματική ατμόσφαιρα απασχόλησε βαθιά τον Σικελιανό και συνέλαβε την ιδέα να δημιουργηθεί στους Δελφούς ένας παγκόσμιος πνευματικός πυρήνας ικανός να συνθέσει τις αντιθέσεις των λαών («Δελφική Ιδέα»). Για τον σκοπό αυτό ο Σικελιανός, με τη συμπαράσταση και την οικονομική αρωγή της γυναίκας του, δίνει πλήθος διαλέξεων και δημοσιεύει μελέτες και άρθρα. Παράλληλα, οργανώνει τις «Δελφικές Εορτές» στους Δελφούς με τις παραστάσεις του Προμηθέα Δεσμώτη (1927) και των Ικέτιδων (1930) του Αισχύλου να ανεβαίνουν στο αρχαίο θέατρο. Η «Δελφική Ιδέα» εκτός από τις αρχαίες παραστάσεις περιελάμβανε και τη «Δελφική Ένωση», μία παγκόσμια ένωση για τη συναδέλφωση των λαών και το «Δελφικό Πανεπιστήμιο», στόχος του οποίου θα ήταν να συνθέσει σε έναν ενιαίο μύθο τις παραδόσεις όλων των λαών. Για τις πρωτοβουλίες αυτές, το 1929, η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε αργυρό μετάλλιο για τη γενναία προσπάθεια αναβίωσης των δελφικών αγώνων .Από το φιλόδοξο αυτό σχέδιο το μόνο που πραγματοποιήθηκε τελικά ήταν οι Δελφικές Εορτές, αλλά και αυτές οδήγησαν σε οικονομική καταστροφή και χωρισμό του ζεύγους, αφού η Εύα Πάλμερ εγκαταστάθηκε από τότε στην Αμερική και επέστρεψε μόνο μετά τον θάνατο του ποιητή. Το 1939 του απονεμήθηκε το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο του 1938 για το σύνολο του ποιητικού του έργου. Το 1940, παντρεύτηκε την Άννα Καραμάνη, με τη συγκατάθεση τόσο της Εύας Πάλμερ όσο και του πρώην συζύγου της Καραμάνη.
Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Άγγελος Σικελιανός μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων διανοουμένων προς τους διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριάζονταν η ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας, αφετέρου δε διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, ο Σικελιανός διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πνευματική αντίσταση του λαού, με κορυφαία εκδήλωση το ποίημα και το λόγο που εκφώνησε στην κηδεία του Παλαμά στις 28 Φεβρουαρίου του 1943.
Tο 1943-1945 ήταν πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. Υπήρξε μέλος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου.
Υπήρξε 5 φορές υποψήφιος για το Νομπέλ Λογοτεχνίας:
·         Το 1946, προτεινόμενος από το μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας Anders Österling 
·         Το 1947, προτεινόμενος από τον Νίκο Βέη, που την ίδια χρονιά είχε προτείνει και τον Νίκο Καζαντζάκη με την σκέψη πως θα έπρεπε να βραβευτούν από κοινού
·         Το 1948, προτεινόμενος από μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Γραμμάτων, Ιστορίας και Αρχαιοτήτων της Σουηδίας Axel W Persson  και το μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας συγγραφέα και δημοσιογράφο Elin Wägner Την χρονιά εκείνη, ο Anders Österling, ο οποίος είχε προτείνει τον Σικελιανό το 1946, πρότεινε να μοιραστεί το βραβείο μαζί με τον νικητή εκείνης της χρονιάς Τ.Σ. Έλιοτ, αλλά η πρότασή του απορρίφθηκε.
·         Το 1949, προτεινόμενος από το μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας, συγγραφέα Sigfrid Siwertz
·         Το 1950, προτεινόμενος με δύο προτάσεις. Μια, με μοναδικό υποψήφιο τον ίδιο, από την Ελληνική Εταιρεία Λογοτεχνών  και μια, σε συνδυασμό ξανά με τον Καζαντζάκη, από το μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας συγγραφέα Hjalmar Gullberg.
Ο Άγγελος Σικελιανός υπέφερε από χρόνια ημιπληγία  Πέθανε στην Αθήνα στις 19 Ιουνίου 1951 έπειτα από πολυήμερη νοσηλεία εξαιτίας λήψης φαρμάκου που του προκάλεσε σημαντικές διαταραχές και τάφηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Βιογραφία από την ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ


 O Άγγελος Σικελιανός απαγγέλει την Ιερά Οδό

Ἀπὸ τὴ νέα πληγὴ ποὺ μ᾿ ἄνοιξεν ἡ μοίρα
ἔμπαιν᾿ ὁ ἥλιος, θαρροῦσα, στὴν καρδιά μου
μὲ τόση ὁρμή, καθὼς βασίλευε, ὅπως
ἀπὸ ραγισματιὰν αἰφνίδια μπαίνει
τὸ κύμα σὲ καράβι π᾿ ὁλοένα
βουλιάζει.
Γιὰ ἐκεῖνο πιὰ τὸ δείλι,
σὰν ἄρρωστος, καιρό, ποὺ πρωτοβγαίνει
ν᾿ ἀρμέξει ζωὴ ἀπ᾿ τὸν ἔξω κόσμον, ἤμουν
περπατητὴς μοναχικὸς στὸ δρόμο
ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα κ᾿ ἔχει
σημάδι του ἱερὸ τὴν Ἐλευσίνα.
Τί ἦταν γιὰ μένα αὐτὸς ὁ δρόμος πάντα
σὰ δρόμος τῆς Ψυχῆς.
Φανερωμένος
μεγάλος ποταμός, κυλοῦσε ἐδῶθε
ἀργὰ συρμένα ἀπὸ τὰ βόδια ἁμάξια
γεμάτα ἀθεμωνιὲς ἢ ξύλα, κι ἄλλα
ἁμάξια, γοργὰ ποὺ προσπερνοῦσαν,
μὲ τοὺς ἀνθρώπους μέσα τοὺς σὰν ἴσκιους.
Μὰ παραπέρα, σὰ νὰ χάθη ὁ κόσμος
κ᾿ ἔμειν᾿ ἡ φύση μόνη, ὥρα κι ὥρα
μίαν ἡσυχία βασίλεψε. K᾿ ἡ πέτρα
π᾿ ἀντίκρισα σὲ μία ἄκρη ριζωμένη,
θρονί μου φάνη μοιραμένο μου ἦταν
ἀπ᾿ τοὺς αἰῶνες. K᾿ ἔπλεξα τὰ χέρια,
σὰν κάθισα, στὰ γόνατα, ξεχνώντας
ἂν κίνησα τὴ μέρα αὐτὴ ἢ ἂν πῆρα
αἰῶνες πίσω αὐτὸ τὸν ἴδιο δρόμο.
Μὰ νά· στὴν ἡσυχία αὐτή, ἀπ᾿ τὸ γύρο
τὸν κοντινό, προβάλανε τρεῖς ἴσκιοι.
Ἕνας Ἀτσίγγανος ἀγνάντια ἐρχόταν,
καὶ πίσωθέ του ἀκλούθααν, μ᾿ ἁλυσίδες
συρμένες, δυὸ ἀργοβάδιστες ἀρκοῦδες.
Καὶ νά· ὡς σὲ λίγο ζύγωσαν μπροστά μου
καὶ μ᾿ εἶδε ὁ Γύφτος, πρὶν καλὰ προφτάσω
νὰ τὸν κοιτάξω, τράβηξε ἀπ᾿ τὸν ὦμο
τὸ ντέφι καί, χτυπώντας το μὲ τό ῾να
χέρι, μὲ τ᾿ ἄλλον ἔσυρε μὲ βία
τὶς ἁλυσίδες. K᾿ οἱ δυὸ ἀρκοῦδες τότε
στὰ δυό τους σκώθηκαν, βαριά.
Ἡ μία,
(ἤτανε ἡ μάνα, φανερά), ἡ μεγάλη,
μὲ πλεχτὲς χάντρες ὅλο στολισμένο
τὸ μέτωπο γαλάζιες, κι ἀπὸ πάνω
μίαν ἄσπρη ἀβασκαντήρα, ἀνασηκώθη
ξάφνου τρανή, σὰν προαιώνιο νά ῾ταν
ξόανο Μεγάλης Θεᾶς, τῆς αἰώνιας Μάνας,
αὐτῆς τῆς ἴδιας ποὺ ἱερὰ θλιμμένη,
μὲ τὸν καιρὸν ὡς πῆρε ἀνθρώπινη ὄψη,
γιὰ τὸν καημὸ τῆς κόρης της λεγόνταν
Δήμητρα ἐδῶ, γιὰ τὸν καημὸ τοῦ γιοῦ της
πιὸ πέρα ἦταν Ἀλκμήνη ἢ Παναγία.
Καὶ τὸ μικρὸ στὸ πλάγι της ἀρκούδι,
σὰ μεγάλο παιχνίδι, σὰν ἀνίδεο
μικρὸ παιδί, ἀνασκώθηκε κ᾿ ἐκεῖνο
ὑπάκοο, μὴ μαντεύοντας ἀκόμα
τοῦ πόνου του τὸ μάκρος, καὶ τὴν πίκρα
τῆς σκλαβιᾶς, ποὺ καθρέφτιζεν ἡ μάνα
στὰ δυὸ πυρά της ποὺ τὸ κοίτααν μάτια!
Ἀλλ᾿ ὡς ἀπὸ τὸν κάματον ἐκείνη
ὀκνοῦσε νὰ χορέψει, ὁ Γύφτος, μ᾿ ἕνα
῾πιδέξιο τράβηγμα τῆς ἁλυσίδας
στοῦ μικροῦ τὸ ρουθούνι, ματωμένο
ἀκόμα ἀπ᾿ τὸ χαλκὰ ποὺ λίγες μέρες
φαινόνταν πὼς τοῦ τρύπησεν, αἰφνίδια
τὴν ἔκαμε, μουγκρίζοντας μὲ πόνο,
νὰ ὀρθώνεται ψηλά, πρὸς τὸ παιδί της
γυρνώντας τὸ κεφάλι, καὶ νὰ ὀρχιέται
ζωηρά.
K᾿ ἐγώ, ὡς ἐκοίταζα, τραβοῦσα
ἔξω ἀπ᾿ τὸ χρόνο, μακριὰ ἀπ᾿ τὸ χρόνο,
ἐλεύτερος ἀπὸ μορφὲς κλεισμένες
στὸν καιρό, ἀπὸ ἀγάλματα κ᾿ εἰκόνες·
ἤμουν ἔξω, ἤμουν ἔξω ἀπὸ τὸ χρόνο.
Μὰ μπροστά μου, ὀρθωμένη ἀπὸ τὴ βία
τοῦ χαλκὰ καὶ τῆς ἄμοιρης στοργῆς της,
δὲν ἔβλεπα ἄλλο ἀπ᾿ τὴν τρανὴν ἀρκούδα
μὲ τὶς γαλάζιες χάντρες στὸ κεφάλι,
μαρτυρικὸ τεράστιο σύμβολο ὅλου
τοῦ κόσμου, τωρινοῦ καὶ περασμένου,
μαρτυρικὸ τεράστιο σύμβολο ὅλου
τοῦ πόνου τοῦ πανάρχαιου, ὁπ᾿ ἀκόμα
δὲν τοῦ πληρώθη ἀπ᾿ τοὺς θνητοὺς αἰῶνες
ὁ φόρος τῆς ψυχῆς.
Τί ἐτούτη ἀκόμα
ἦταν κ᾿ εἶναι στὸν Ἅδη.
Καὶ σκυμμένο
τὸ κεφάλι μου κράτησα ὁλοένα,
καθὼς στὸ ντέφι μέσα ἔριχνα, σκλάβος
κ᾿ ἐγὼ τοῦ κόσμου, μιὰ δραχμή.
Μὰ ὡς, τέλος,
ὁ Ἀτσίγγανος ξεμάκρυνε, τραβώντας
ξανὰ τὶς δυὸ ἀργοβάδιστες ἀρκοῦδες,
καὶ χάθηκε στὸ μούχρωμα, ἡ καρδιά μου
μὲ σήκωσε νὰ ξαναπάρω πάλι
τὸ δρόμον ὁποὺ τέλειωνε στὰ ῾ρείπια
τοῦ Ἱεροῦ τῆς Ψυχῆς, στὴν Ἐλευσίνα.
K᾿ ἡ καρδιά μου, ὡς ἐβάδιζα, βογγοῦσε:
«Θά ῾ρτει τάχα ποτέ, θὲ νά ῾ρτει ἡ ὥρα
ποὺ ἡ ψυχὴ τῆς ἀρκούδας καὶ τοῦ Γύφτου,
κ᾿ ἡ ψυχή μου, ποὺ Μυημένη τηνὲ κράζω,
θὰ γιορτάσουν μαζί;»
Κι ὡς προχωροῦσα,
καὶ βράδιαζε, ξανάνιωσα ἀπ᾿ τὴν ἴδια
πληγή, ποὺ ἡ μοίρα μ᾿ ἄνοιξε, τὸ σκότος
νὰ μπαίνει ὁρμητικὰ μὲς στὴν καρδιά μου,
καθὼς ἀπὸ ραγισματιὰν αἰφνίδια μπαίνει
τὸ κύμα σὲ καράβι ποὺ ὁλοένα
βουλιάζει. Κι ὅμως τέτοια ὡς νὰ διψοῦσε
πλημμύραν ἡ καρδιά μου, σᾶ βυθίστη
ὡς νὰ πνίγηκε ἀκέρια στὰ σκοτάδια,
σὰ βυθίστηκε ἀκέρια στὰ σκοτάδια,
ἕνα μούρμουρο ἁπλώθη ἀπάνωθέ μου,
ἕνα μούρμουρο,
κ᾿ ἔμοιαζ᾿ ἔλλε:
«Θὰ ῾ρτει.»

Άγγελος Σικελιανός - "Παλαμάς!"

Παλαμᾶς (28 Φεβρουαρίου 1943)


Ἠχῆστε οἱ σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονῆστε σύγκορμη τὴ χώρα πέρα ὡς πέρα…
Βογκῆστε τύμπανα πολέμου… Οἱ φοβερὲς
σημαῖες, ξεδιπλωθεῖτε στὸν ἀέρα!
Σ᾿ αὐτὸ τὸ φέρετρο ἀκουμπᾶ ἡ Ἑλλάδα! Ἕνα βουνὸ
μὲ δάφνες ἂν ὑψώσουμε ὡς τὸ Πήλιο κι ὣς τὴν Ὄσσα,
κι ἂν τὸ πυργώσουμε ὡς τὸν ἕβδομο οὐρανό,
ποιὸν κλεῖ, τί κι ἂν τὸ πεῖ ἡ δικιά μου γλώσσα;

Μὰ ἐσὺ Λαέ, ποὺ τὴ φτωχή σου τὴ μιλιά,
Ἥρωας τὴν πῆρε καὶ τὴν ὕψωσε ὡς τ᾿ ἀστέρια,
μεράσου τώρα τὴ θεϊκὴ φεγγοβολιὰ
τῆς τέλειας δόξας του, ἀνασήκωσ᾿ τον στὰ χέρια

γιγάντιο φλάμπουρο κι ἀπάνω ἀπὸ μᾶς
ποὺ τὸν ὑμνοῦμε μὲ καρδιὰ ἀναμμένη,
πὲς μ᾿ ἕνα μόνο ἀνασασμόν: «Ὁ Παλαμᾶς!»,
ν᾿ ἀντιβογκήσει τ᾿ ὄνομά του ἡ οἰκουμένη!

Ἠχῆστε οἱ σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονῆστε σύγκορμη τὴ χώρα πέρα ὡς πέρα…
Βογκῆστε τύμπανα πολέμου… Οἱ φοβερὲς
σημαῖες, ξεδιπλωθεῖτε στὸν ἀέρα!

Σ᾿ αὐτὸ τὸ φέρετρο ἀκουμπᾶ ἡ Ἑλλάδα! Ἕνας λαός,
σηκώνοντας τὰ μάτια του τὴ βλέπει…
κι ἀκέριος φλέγεται ὡς μὲ τ᾿ ἄδυτο ὁ Ναός,
κι ἀπὸ ψηλὰ νεφέλη Δόξας τόνε σκέπει.

Τί πάνωθέ μας, ὅπου ὁ ἄρρητος παλμὸς
τῆς αἰωνιότητας, ἀστράφτει αὐτὴν τὴν ὥρα
Ὀρφέας, Ἡράκλειτος, Αἰσχύλος, Σολωμὸς
τὴν ἅγια δέχονται ψυχὴ τὴν τροπαιοφόρα,

ποὺ ἀφοῦ τὸ ἔργο της θεμέλιωσε βαθιὰ
στὴ γῆν αὐτὴν μὲ μίαν ἰσόθεη Σκέψη,
τὸν τρισμακάριο τώρα πάει ψηλὰ τὸν Ἴακχο
μὲ τοὺς ἀθάνατους θεοὺς γιὰ νὰ χορέψει.

Ἠχῆστε οἱ σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,
δονῆστε σύγκορμη τὴ χώρα πέρα ὡς πέρα…
Βόγκα Παιάνα! Οἱ σημαῖες οἱ φοβερὲς
τῆς Λευτεριᾶς ξεδιπλωθεῖτε στὸν ἀέρα!





ᾨδὴ στὸ Μακρυγιάννη

Χαρὰ σὲ κειὸν ποὺ πρωτοσήκωσε
Ἀπ᾿ τὶς σκόνες σκεπασμένο, τὸ δίστομο σπαθὶ τοῦ λόγου σου
στὸν ἥλιο Μακρυγιάννη.

Κι᾿ ἀπάνω καὶ στὶς δυὸ πλευρὲς γραφή
Ἀπ᾿ τὴ μιά, τὰ λόγια αὐτά Σου χαραγμένα, στρατηγέ μας:
«Τὴ λευτεριά μας τούτη δὲν τὴν ἥβραμε στὸ δρόμο,
καὶ δὲ θὰ μποῦμε εὔκολα στοῦ αὐγοῦ τὸ τσόφλι,
γιατὶ δὲν εἴμαστε κλωσόπουλα, σ᾿ αὐτὸ νὰ ξαναμποῦμε πίσω,
μὰ ἐγίναμε πουλιὰ καὶ τώρα πιὰ στὸ τσόφλι δὲ χωροῦμε».
Κι᾿ ἀπ᾿ τὴ δεύτερη πλευρά, γραφὴ ἄλλη χαραγμένη:
«Ἀπάνω στὴν ἀλήθεια μου ἀκόμα καὶ τὸ θάνατο τὸν δέχομαι
τὶς τόσες φορὲς τὸν θάνατο ἐζύγωσα, ἀδερφοί μου καὶ δὲ μὲ πῆρε,
ποὺ γιὰ τοῦτο τὸ θάνατο καταφρονῶ,
κι ἀπάνω στὴν ἀλήθεια μου πεθαίνω».
Χαρὰ σὲ κειὸν ποὺ πρωτοσήκωσε ἀπ᾿ τὸ χῶμα αὐτὴν τὴ σπάθα
καὶ τέτοια διάβασε ἐπάνω της βαγγέλια.




 Ομπροs βοηθατε - Μ.Φαραντουρη - Πνευματικο Εμβατηριο

Ὀμπρὸς βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπ᾿ τὴν Ἑλλάδα,
ὀμπρός, βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπὸ τὸν κόσμο.
Τὶ, Ἰδέτε· ἐκόλλησεν ἡ ρόδα του βαθειὰ στὴ λάσπη,
κι ἄ, ἰδέτε χώθηκε τ᾿ ἀξόνι του βαθειὰ μέσ᾿ τὸ αἷμα.
Ὀμπρός, παιδιά, καὶ δὲ βολεῖ μονάχος ν᾿ ἀνέβῃ ὁ ἥλιος,
σπρῶχτε μὲ γόνα καὶ μὲ στῆθος νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὴ λάσπη,
σπρῶχτε μὲ στῆθος καὶ μὲ γόνα νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὸ γαῖμα.
Δέστε, ἀκουμπᾶμε ἀπάνω τοῦ ὁμοαίματοι ἀδελφοί του.
Ὀμπρός, ἀδέλφια, καὶ μᾶς ἔζωσε μὲ τὴ φωτιά του,
ὀμπρός, ὀμπρὸς κι ἡ φλόγα του μᾶς τύλιξε ἀδελφοί μου.



Άγγελος Σικελιανός - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ ΙΙ (Andante mosso ) Μίκης Θεοδωράκης

Ερμηνεία: Λεωνίδας Καβράκος

Γιγάντιες σκέψεις, σὰ νέφη πύρινα ἢ νησιὰ πορφυρωμένα
σὲ μυθικὸν ἡλιοβασίλεμα, ἄναβαν στὸ νοῦ μου,
τὶ ὅλη μου καίονταν μονομιᾶς ἡ ζωὴ στὴν ἔγνοια
τῆς καινούργιας λευτεριᾶς Σου, Ἑλλάδα. γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶπα:

Τοῦτο εἶναι τὸ φῶς τῆς νεκρικῆς πυρᾶς μου...

Δαυλὸς τῆς Ἱστορίας Σου, ἔκραξα εἶμαι, καὶ νά,
ἂς καεῖ σὰν δάδα τὸ ἔρμο μου κουφάρι, μὲ τὴν δάδα τούτην,
ὀρθὸς πορεύοντας, ὡς μὲ τὴν ὕστερη ὥρα,
ὅλες νὰ φέξουν τέλος οἱ γωνιὲς τῆς οἰκουμένης,
ν᾿ ἀνοίξω δρόμο στὴν ψυχή, στὸ πνεῦμα, στὸ κορμί Σου, Ἑλλάδα.

Εἶπα, καὶ ἐβάδισα
κρατώντας τ᾿ ἀναμμένο μου συκώτι στὸν Καύκασό Σου,
καὶ τὸ κάθε πάτημά μου ἦταν τὸ πρῶτο,
κι ἦταν, θάρρευα, τὸ τελευταῖο,
τὶ τὸ γυμνό μου πόδι ἔπατει μέσα στὰ αἵματά Σου,
τί τὸ γυμνό μου πόδι ἐσκονταυε στὰ πτώματά Σου,
γιατὶ τὸ σῶμα, ἡ ὄψη μου, ὅλο μου τὸ πνεῦμα καθρεφτιζόταν,
σὰ σὲ λίμνη, μέσα στὰ αἱματά Σου.

Ἐκεῖ, σὲ τέτοιον ἄλικο καθρέφτη. Ἑλλάδα, καθρέφτη ἀπύθμενο,
καθρέφτη τῆς ἀβύσσου, τῆς Λευτεριᾶς Σου καὶ τῆς δίψας Σου,
εἶδα τὸν ἑαυτό μου βαρὺ ἀπὸ κοκκινόχωμα πηλὸ πλασμένο,
καινούργιο Ἀδὰμ τῆς πιὸ καινούργιας Πλάσης
ὅπου νὰ πλάσουνε γιὰ Σένα μέλλει. Ἑλλάδα.

Πνευματικὸ Ἐμβατήριο

Στίχοι: Ἄγγελος Σικελιανός. Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης.
Α´ ἐκτέλεση: Μαρία Φαραντούρη & Ἀντώνης Καλογιάννης (ντουέτο)


Σὰν ἔριξα καὶ τὸ στερνὸ δαυλὶ στὸ φωτογώνι,
(δαυλὶ τῆς ζωῆς μου τῆς κλεισμένης μέσ᾿ τὸ χρόνο)
στὸ φωτογώνι τῆς καινούργιας λευτεριᾶς σου, Ἑλλάδα,
μοῦ ἀναλαμπάδιασε ἄξαφνα ἡ ψυχὴ σὰν νἆταν
ὅλο χαλκὸς τὸ διάστημα, ἢ ὡς νἆχα, τ᾿ ἅγιο κελὶ
Τοῦ Ἡράκλειτου τριγύρα μου, ὅπου, χρόνια,
γιὰ τὴν Αἰωνιότη ἔχαλκευσε τοὺς λογισμούς του
καὶ τοὺς κρεμνοῦσε ὡς ἄρματα στῆς Ἔφεσος τὸ Ναό...

Γιγάντιες σκέψεις, σὰ νέφη πύρινα ἢ νησιὰ πορφυρωμένα
σὲ μυθικὸν ἡλιοβασίλεμα, ἄναβαν στὸ νοῦ μου,
τὶ ὅλη μου καίονταν μονομιᾶς ἡ ζωὴ στὴν ἔγνοια
τῆς καινούργιας λευτεριᾶς Σου, Ἑλλάδα. γι᾿ αὐτὸ δὲν εἶπα:

Τοῦτο εἶναι τὸ φῶς τῆς νεκρικῆς πυρᾶς μου...
Δαυλὸς τῆς Ἱστορίας Σου, ἔκραξα εἶμαι, καὶ νά,
ἂς καεῖ σὰν δάδα τὸ ἔρμο μου κουφάρι, μὲ τὴν δάδα τούτην,
ὀρθὸς πορεύοντας, ὡς μὲ τὴν ὕστερη ὥρα,
ὅλες νὰ φέξουν τέλος οἱ γωνιὲς τῆς οἰκουμένης,
ν᾿ ἀνοίξω δρόμο στὴν ψυχή, στὸ πνεῦμα, στὸ κορμί Σου, Ἑλλάδα.

Εἶπα, καὶ ἐβάδισα
κρατώντας τ᾿ ἀναμμένο μου συκώτι στὸν Καύκασό Σου,
καὶ τὸ κάθε πάτημά μου ἦταν τὸ πρῶτο,
κι ἦταν, θάρρευα, τὸ τελευταῖο,
τὶ τὸ γυμνό μου πόδι ἔπατει μέσα στὰ αἵματά Σου,
τί τὸ γυμνό μου πόδι ἐσκονταυε στὰ πτώματά Σου,
γιατὶ τὸ σῶμα, ἡ ὄψη μου, ὅλο μου τὸ πνεῦμα καθρεφτιζόταν,
σὰ σὲ λίμνη, μέσα στὰ αἱματά Σου.

Ἐκεῖ, σὲ τέτοιον ἄλικο καθρέφτη. Ἑλλάδα, καθρέφτη ἀπύθμενο,
καθρέφτη τῆς ἀβύσσου, τῆς Λευτεριᾶς Σου καὶ τῆς δίψας Σου,
εἶδα τὸν ἑαυτό μου βαρὺ ἀπὸ κοκκινόχωμα πηλὸ πλασμένο,
καινούργιο Ἀδὰμ τῆς πιὸ καινούργιας Πλάσης
ὅπου νὰ πλάσουνε γιὰ Σένα μέλλει. Ἑλλάδα.

Κι εἶπα:
Τὸ ξέρω, ναὶ ποὺ κι οἱ Θεοί Σου,
οἱ Ὀλύμπιοι χθόνιο τώρα γίνανε θεμέλιο,
γιατὶ τοὺς θάψαμε βαθειὰ βαθειά, νὰ μὴν τοὺς βροῦν οἱ ξένοι.
Καὶ τὸ θεμέλιο διπλὸ στέριωσε κι᾿ ἐτριπλοστεριωσε
ὅλο μ᾿ ὅσα οἱ ὀχτροί μας κόκαλα σωριάσανε ἀποπάνω...
κι᾿ ἀκόμα ξέρω πὼς γιὰ τὶς σπονδὲς καὶ τὸ τάμα
τοῦ νέου Ναοῦ π᾿ ὀνειρευτήκαμε γιὰ Σένα, Ἑλλάδα,
μέρες καὶ νύχτες τόσα ἀδέλφια σφάχτηκαν ἀνάμεσά τους,
ὅσα δὲ σφάχτηκαν ἀρνιὰ ποτὲ γιὰ Πάσχα...

Μοίρα, κι ἡ Μοίρα Σου ὡς τὰ τρίσβαθα
δική μου κι᾿ ἀπ᾿ τὴν Ἀγάπη, ἀπ᾿ τὴ μεγάλη δημιουργὸ Ἀγάπη
νὰ ποὺ ἡ ψυχή μου ἐσκλήρυνεν,
ἐσκλήρυνε καὶ μπαίνει ἀκέρια πιὰ μέσα στὴ λάσπη
καὶ μέσ᾿ τὸ αἷμα Σου, νὰ πλάσῃ τὴ νέα καρδιὰ
ποὺ χρειάζεται στὸ νιό Σου ἀγώνα, Ἑλλάδα.
Τὴ νέα καρδιὰ ποὺ κιόλας ἔκλεισα στὰ στήθη
καὶ κράζω σήμερα μ᾿ αὐτὴ πρὸς τοὺς συντρόφους ὅλους.

Ὀμπρὸς βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπ᾿ τὴν Ἑλλάδα,
ὀμπρός, βοηθᾶτε νὰ σηκώσουμε τὸν ἥλιο πάνω ἀπὸ τὸν κόσμο.
Τί, Ἰδέτε· ἐκόλλησεν ἡ ρόδα του βαθειὰ στὴ λάσπη,
κι ἄ, ἰδέτε χώθηκε τ᾿ ἀξόνι του βαθειὰ μέσ᾿ τὸ αἷμα.
Ὀμπρός, παιδιά, καὶ δὲ βολεῖ μονάχος ν᾿ ἀνέβῃ ὁ ἥλιος,
σπρῶχτε μὲ γόνα καὶ μὲ στῆθος νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὴ λάσπη,
σπρῶχτε μὲ στῆθος καὶ μὲ γόνα νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾿ τὸ γαῖμα.
Δέστε, ἀκουμπᾶμε ἀπάνω τοῦ ὁμοαίματοι ἀδελφοί του.
Ὀμπρός, ἀδέλφια, καὶ μᾶς ἔζωσε μὲ τὴ φωτιά του,
ὀμπρός, ὀμπρὸς κι ἡ φλόγα του μᾶς τύλιξε ἀδελφοί μου.

Ὀμπρὸς οἱ δημιουργοί.. Τὴν ἀχθοφόρα ὁρμή Σας,
στυλῶστε μὲ κεφάλια καὶ μὲ πόδια, μὴ βουλιάξει ὁ ἥλιος.
Βοηθᾶτε με κι ἐμένανε ἀδελφοί, νὰ μὴ βουλιάξω ἀντάμα..
Τί πιὰ εἶν᾿ ἀπάνω μου καὶ μέσα μου καὶ γύρα.
Τί πιὰ γυρίζω σ᾿ ἕναν ἅγιον Ἴλιγγο μαζί του...
Χίλια καπούλια ταῦροι τοῦ κρατᾶν τὴ βάση, δικέφαλος ἀητός·
κι ἀπάνω μου τινάζει τὶς φτεροῦγες του καὶ βογγάει ὁ σάλαγός του,
στὴν κεφαλή μου πλάι καὶ μέσα στὴν ψυχή μου.
καὶ τὸ μακριὰ καὶ τὸ σιμὰ γιὰ μένα πιὰ εἶν᾿ ἕνα...
Πρωτάκουστες βαρεῖες μὲ ζώνουν Ἁρμονίες,
ὀμπρός, σύντροφοι, βοηθᾶτε νὰ σηκωθεῖ νὰ γίνει ὁ ἥλιος πνεῦμα.

Σιμώνει ὁ νέος ὁ Λόγος π᾿ ὅλα θὰ τὰ βάψῃ,
στὴ νέα του φλόγα. νοῦ καὶ σῶμα. ἀτόφιο ἀτσάλι...
Ἡ γῆ μας ἀρκετὰ λιπάστηκε ἀπὸ σάρκα ἀνθρώπου...
παχιὰ καὶ καρπερά, νὰ μὴν ἀφήσουνε τὰ σώματά μας
νὰ ξεραθοῦν ἀπ᾿ τὸ βαθὺ τοῦτο λουτρὸ τοῦ αἵμα του πιὸ πλούσιο,
πιὸ βαθὺ κι ἀπ᾿ ὅποιο πρωτοβρόχι.
Αὔριο νὰ βγεῖ ὁ καθένας μας μὲ δώδεκα ζευγάρια βόδια
τὴ γῆ αὐτὴ νὰ ὀργώσει τὴν αἱματοποτισμενη...
Ν᾿ ἀνθίσῃ ἡ δάφνη ἀπάνω της καὶ δέντρο ζωῆς νὰ γένῃ,
καὶ ἡ Ἄμπελός μας νὰ ἁπλωθεῖ ὡς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης...

Ἔτσι, σὰν ἔριξα καὶ τὸ στερνὸ δαυλὶ στὸ φωτογώνι
(δαυλὶ τῆς ζωῆς μου τῆς κλεισμένης μέσ᾿ τὸ χρόνο)
στὸ φωτογώνι τῆς καινούργιας Λευτεριᾶς Σου, Ἑλλάδα
ἀναψυχώθηκε ἄξαφνα τρανὴ ἡ κραυγή μου, ὡς νἆταν
ὅλο χαλκὸς τὸ διάστημα ἢ ὡς νἆχα τ᾿ ἅγιο κελὶ
τοῦ Ἠράκλειτου τριγύρα μου, ὅπου, χρόνια,
γιὰ τὴν Αἰωνιότη ἐχάλκευε τοὺς στοχασμούς του
καὶ τοὺς κρεμνοῦσε ὡς ἄρματα στῆς Ἔφεσος τὸ ναὸ
ὡς Σᾶς ἔκραζα σύντροφοι.



Τὸ Πανανθρώπινο Ἐμβατήριο τῆς Ἑλλάδας

Ὀμπρός! Μὲ ὀρθή, μεσούρανη
τῆς Λευτεριᾶς τὴ δᾴδα,
ἀνοίγεις δρόμο, Ἑλλάδα,
στὸν Ἄνθρωπον ... Ὀμπρός!

Ὁρμᾶνε πρῶτοι οἱ Ἕλληνες
κι ὅλοι οἱ λαοὶ σιμά Σου
-μεγάλο τ᾿ ὄνομά Σου-
βροντοφωνᾶν: «Ὀμπρός,

» ὀμπρός, νὰ γίνουμε ὁ τρανὸς
στρατὸς ποὺ θὰ νικήσει,
σ᾿ Ἀνατολὴ καὶ Δύση,
τὸ μαῦρο φίδι ὀμπρός,

» ὀμπρός, κ᾿ ἡ Ἑλλάδα σκώθηκε
καὶ διασκορπάει τὰ σκότη!
Ἀνάστα, ἡ Ἀνθρωπότη,
Κι ἀκλούθα την ... Ὀμπρός!»




Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Οι μάχες του 12ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ για την απελευθέρωση της Πάτρας από τους Γερμανούς

Οι μάχες του 12ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ για την απελευθέρωση της Πάτρας από τους Γερμανούς από το βιβλίο του Ηλία Παπαστεριόπουλου "Ο ΜΩΡΗΑΣ ΣΤΑ ΟΠΛΑ "




Από τις 2 Οκτωβρίου 1944 αρχίζουν οι επικές μάχες για την απελευθέρωση της Πάτρας.
Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ (2-1-44). 
Η  διάταξη των εχθρικών δυνάμεων μέσα στην Πάτρα ήσαν η ακόλουθη. Οι Γερμανοί θέλοντας να υποστηρίξουν την επιβίβαση των δυνάμεών τους στα πλοιάριά τους και την φυγή τους προς την Στερεά κατείχαν την γραμμή Δασύλλιο, Φρούριο, Πλατεία Αγίου Γεωργίου, Ψηλά Αλώνια, Σκαγιοπούλειο/ Όπλα διαθέσιμα: λίγα ελαφρά πυροβόλα στο Δασύλλιο και φρούριο, λίγους όλμους, πολυβόλα, αυτόματα και όπλα. Άντρες 350.
Από την πλευρά των ανταρτών και των συμμάχων η κατάσταση είχε ως εξής: Τα τμήματα κρούσεως  Ανθ/γού Λάκη Αποστολόπουλου και καπετάνιου Γιάννη Γαλανόπουλου- Ανέστη άντρες 120 περίπου με ελαφρό οπλισμό, θα εισέδυαν στις εχθρικές θέσεις από τον τομέα Σκαγιοπουλείου μέχρι φρουρίου. Το ΙΙ τάγμα (δύναμη 500 άντρες με ελαφρύ οπλισμό και όλμους) θα επετίθετο στο τομέα από φρούριο, Δασύλλιο και θα επιτηρούσε την παραλία Πατρών Ρίου για να εμποδίσει αποχώρηση του εχθρού. Οι άγγλοι, με τη μοναδική τους μάχιμη δύναμη 200 αντρών, περιωρίσθηκαν στον δημόσιο δρόμο Ιτιές-Πάτρα και Οβριά-Πάτρα. Μπορεί εντούτοις να λεχθή ότι η παρουσία των αγγλικών τμημάτων ήταν περισσότερο συμβολική κι αποσκοπούσε στην απόκτηση τίτλων που θα προσπαθούσαν να τους προβάλουν για να επιτύχουν πολιτικά κέρδη και δικαιώματα κατοχής.
Στις 9 και 30 το πρωί της 2-10-44 αρχίζει η μάχη, από τα τμήματα κρούσεως Λάκη- Ανέστη. \Σκληρός αγώνας διεξάγεται γύρω από τις οχυρές γερμανικές θέσεις του Σκαγιοπουλείου που αλλάξει διαδοχικά κυρίους. Τελικά κατελήφθη από τους αντάρτες. Οι Γερμανοί υπεχώρησαν ύστερα από μάχη, από οικήματα πίσω από τα σχολεία του Βούδ, και τον Παντοκράτορα. Μετά την κατάληψη του τελευταίου, τα αντάρτικα τμήματα άφησαν ελεύθερους τους πολιτικούς κρατημένους των φυλακών Μαργαρίτη, που από στιγμή σε στιγμή περίμεναν το εκτελεστικό απόσπασμα. Τα αντάρτικα τμήματα μέχρι τις 5 το απόγευμα της 2-10-44 κατείχαν τις θέσεις Σκαγιοπουλείου - Βούδ - οδός Νικήτα - οδός Ηλείας - Ομόνοια - Παντοκράτωρ.
Μερά τις 5 το απόγευμα οι Γερμανοί επιχείρησαν αντεπίθεση χωρίς αποτέλεσμα. Στο χρονικό αυτό διάστημα οι άγγλοι με το πυροβολικό τους χτυπούσαν τις εχθρικές θέσεις στο Φρούριο και στο Δασύλλιο. Εξακριβωμένες εχθρικές απώλειες από τη δράση των ανταρτών 8 Γερμανοί νεκροί, Αντάρτικες απώλειες 4 τραυματίες από τους οποίους ο ένας βαρειά τραυματισμένος ο λογία Γ. Ράμος του Δημητρίου από τα Στύλια Φθιώτιδος που υπέκυψε στα τραύματά του.

Ιδού πώς περιγράφουν οι εφημερίδες της εποχής τα ιστορικά αυτά γεγονότα: "Νεολόγος" Πατρών της 5-10-44:Εν τω μεταξύ τα πρώτα τμήματα του ΕΛΑΣ εισήρχοντο εις την πόλιν υπό τας ενθουσιώδεις επευφημίας του Λαού ο οποίος παρά την αγωνίαν του, εύρε τρόπον να ανοίξει τα παράθυρα των οικιών του και να εξέλθη εις τας θύρας για να εκφράσει τα αισθήματα του, και κατελάμβανον διάφορα επίκαιρα σημεία...
"Ελεύθερη Αχαϊα" Πατρών της 5-10-44, Αφήγηση βαθμοφόρου που πήρε μέρος στις μάχες: "...Οι σκληρές μάχες αρχίζουν μετά τις 5 το απόγευμα. Οι Γερμανοί προβάλλουν λυσσώδη αντίσταση, χτυπάνε ασταμάτητα. Όμως ο ανθ/γός Ρήγας τους χτυπάει εύστοχα και θαρραλέα από τις ταράτσες των σχολείων Βούδ. Η αποφασιστική αντίσταση του Ρήγα αναγκάζει τους Γερμανούς να συμπτυχθούν από την οδό Παναχαϊκού. Για να μετριάσουν την επιχυτίχα μας και να μη μας αφήσουν να προελάσωμε με γοργό ρυθμό, αρχίζουν καταιγιστικά πυρά πυροβολισμού, όλλων, πολυβόλων, και κάθε είδους όπλων...

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ. Τρίτη (3-10-44). Στις 3-10-44 οι μάχες για την απελευθέρωση των Πατρών συνεχίζονται. Κύρια προσπάθεια των ανταρτών είναι η κατάληψη του Δασύλλιου. Όλο το πρωί τα αντάρτικα τμήματα περιωρίσθηκαν σε παρενοχλητικές βολές. Το απόγευμα εκδηλώνεται η επίθεση σε όλο το μήκος της παρατάξεων. Οι αντάρτικες ομάδες περισφίγγουν τα Ψηλαλώνια και εξουδετερώνουν τις εστίες αντιστάσεως. Στο σημείο αυτό ο ηρωϊσμός των ανταρτών δεν περιγράφεται. Με ακράτητη αποφασιστικότητα σκαρφαλώνουν στις μάντρες του θερινού κινηματογράφου "Ζενίθ" και καταλαμβάνουν το αντικειμενικό τους σημείο. Στην οδό Γερμανού ομάδες από αντάρτες ακολουθούμενοι από μικρή ομάδα άγγλων, μάχονται σκληρά. Οι Γερμανοί έχουν οχυρωθεί στην πλατεία Αγίου Γεωργίου και αμύνονται επίμονα. Στο δεξιό η ομάδα του Ρήγα σκαρφαλώνει στο Κάστρο και τοποθετεί τα αυτόματα της στο επάνω μέρος στις σκάλες Αγίου Νικολάου. Έτσι ελέγχεται μεγάλο μέρος της κάτω πόλεως. Παράλληλα δεξιότερα τμήματα από αντάρτες κατελάμβαναν τον ασύρματο στο Δασύλλιο. 
Την νύκτα η επίθεση γίνεται σφοδρότερη, ενώ οι Γερμανοί βάλλουν εναντίον των ανταρτών με καταιγιστικά πυρά όλων των όπλων, και από όλα τα σημεία. Μια σφοδρή και συνδυασμένη επίθεση ισχυρών ανταρτικών δυνάμεων που προστατεύονταν από μερικά ελαφρά μηχανοκίνητα των άγγλων ανέτρεψε και εξουδετέρωσε την εστία αντιστάσεως των Γερμανών στην πλατεία Αγίου Γεωργίου. Οι Γερμανοί δεν μπορούν πλέον να κρατήσουν άμυνα στην κάτω πόλη, γιατί την ελέγχουν τα αντάρτικα αυτόματα όπλα. Όταν μάλιστα οι αντάρτες ετοποθέτησαν ένα οπλοπολυβόλο στο καμπαναριό της εκκλησίας Παντάνασσα η θέση των Γερμανών της παραλίας έγινε πιο επικίνδυνη. Στο μεταξύ ο εχθρός είχε αρχίσει κανονική και συστηματική υποχώρηση με πλοιάρια. Αργά την νύκτα οι αντάρτες ρίχνουν στη μάχη και νέας δυνάμεις αποτελούμενες από άντρες του λόχου διοικήσεως της 8ης Ταξιαρχίας και της υποδειγματικής ομάδος ΕΠΟΝ του 12ου Συντάγματος. 
Οι Γερμανοί συνεχώς υποχωρούντες απεβίβασαν τα υπολείμματά τους στα πλοιάρια τους και το πρωί στις 4 Οκτωβρίου 1944, ημέρα Τετάρτη, εξεκένωσαν την πόλη.
Η Πάτρα είναι ελευθερη!...

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

“Βάλε φωτιά σε ό,τι σε καίει σε ό,τι σου τρώει την ψυχή” . Saristra, το festival του Ιονίου.


Ένα υπέροχο άρθρο της Αθηνάς Χριστοδούλου για το Φεστιβάλ Saristra στο νησί της Κεφαλλονιάς


Saristra Festival has become one of the biggest and most popular summer festivals in Greece and specifically in Ionian Islands. The following text narrates the three days of the 4rth celebration of Saristra festival at the island of Kefalonia.Music,adventures,drinks and many happy faces.



Το εγκαταλειμμένο ορεινό χωριό Βλαχάτα Σάμης στην Κεφαλονιά, φιλοξενεί εδώ και τέσσερα χρόνια το Saristra festival  που λαμβάνει χώρα στην κεντρική πλατεία του χωριού, τις πρώτες μέρες του Αυγούστου. Τα καλοκαίρια των τεσσάρων αυτών χρόνων τα Βλαχάτα αφήνουν πίσω τους τον χειμερινό λήθαργο και γεμίζουν με ζωντάνια, χρώματα, κόσμο, δραστηριότητες και μουσική. Πολλή μουσική. Είναι ένα τρόπος να παραμείνει η σύνδεση με το παρελθόν αναλλοίωτη, οι νέοι να αποκτήσουν σχέση με την παράδοση και τους προγόνους τους αλλά και παλαιότεροι να θυμηθούν, να νοσταλγήσουν και να ξεφαντώσουν με όλα τα δρώμενα του φεστιβάλ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που πλέον, μικροί και μεγάλοι ντόπιοι και μη, ληξουριώτες και αργοστολιώτες , περιμένουν με περίσσια ανυπομονησία τις ημέρες του φεστιβάλ, στέλνουν βοήθεια και εθελοντές από όλο το νησί για να διοργανωθεί όσο το δυνατόν καλύτερα. Αφήνουν πίσω τα συμφέροντα, τις διαφωνίες και τις προτιμήσεις τους και αφοσιώνονται ανιδιοτελώς στον στόχο τους. Ίσως και να είναι αυτός ο λόγος που η διοργάνωση έχει στεφθεί με τρανή επιτυχία και έχει  κάνει το φεστιβάλ να ανεβαίνει συνεχώς και να γίνεται το σημαντικότερο καλοκαιρινό δρώμενο του Ιονίου.
      


  “Στόχος του φεστιβάλ είναι να αποδείξει ότι με σχεδόν μηδαμινό κεφάλαιο και από το τίποτα μπορεί να δημιουργηθεί το κάτι, αρκεί να υπάρχει θέληση και αγάπη γι’ αυτό που κάνεις και να μην παρεκκλίνεις από τον στόχο σου και να μη αφήνεις «άλλα» να σε κυριεύουν”, μας λέει η Αργυρώ, μία από τις πολλές διοργανώτριες και σημαντική συντονίστρια του φεστιβάλ και τα τέσσερα χρόνια λειτουργίας του.
        Όλο το χρόνο οι προετοιμασίες για την διεξαγωγή του φεστιβάλ γίνονται με συνεχείς και έντονους ρυθμούς καθώς <<μία τριήμερη αξιοπρεπή δουλειά δεν μπορεί να δημιουργηθεί από το πουθενά μέσα σε ένα μήνα. Ψάχνουμε διαρκώς για χορηγούς να χρηματοδοτήσουν έστω κάποιο μέρος του φεστιβάλ. Χωρίς τους χορηγούς θα ήταν πολύ δύσκολο το έργο μας έως και ακατόρθωτο γιατί το budget δεν φτάνει, χρηματοδοτεί και ο Δήμος σαφώς αλλά και πάλι χρειαζόμαστε μεγαλύτερο κεφάλαιο για να βγει άρτιο το αποτέλεσμα. Οι άνθρωποι που διοργανώνουν το φεστιβάλ  δεν πληρώνονται, το κάνουν με την ψυχή τους, τους καλλιτέχνες όμως και τις διάφορες υποδομές πρέπει να τα πληρώσουμε>>, συνεχίζει η Αργυρώ.
        Το φεστιβάλ κάθε χρόνο καταφέρνει να πετύχει κάτι πολύ σημαντικό. Να φέρει τον κόσμο κοντά. Μικρούς και μεγάλους. Ομαδικές δραστηριότητες, ατομικές εκθέσεις καλλιτεχνών, φωτογράφων, ζωγράφων προβολές ταινιών μικρού μήκους, διαλέξεις και παρουσιάσεις βιβλίων, είναι μόνο μία γεύση για το τι συμβαίνει κάθε καλοκαίρι στο «χωριό – φάντασμα» της Κεφαλονιάς.
        Ακόμη και η πρόσβαση στο φεστιβάλ αποτελεί μία μοναδική εμπειρία. Οι εθελοντής και οι διοργανωτές έχουν σαν δικό τους «εσωτερικό» έθιμο να στήνουν στο χώρο του φεστιβάλ τις σκηνές τους και να κατασκηνώνουν εκεί τις τρεις μέρες που διαρκεί η φεστιβαλική γιορτή. Οι επισκέπτες με αυτοκίνητο έχουν την ευκαιρία κατά την διάρκεια της διαδρομής προς τα Βλαχάτα να έλθουν σε επαφή με πλούσια και άγρια βλάστηση σαν αυτή που μας έρχεται πρώτα στο μυαλό  όταν ακούμε την λέξη «Ιόνιο». Οι «τρελοί», όπως τους αποκαλούν οι ντόπιοι, εκείνους που αποφασίζουν να οδηγηθούν με τα πόδια, βιώνουν μία μοναδική εμπειρία πεζοπορίας, σαν να βρίσκεσαι σε μια ήρεμη και φιλική ζούγκλα. Ο «παραδοσιακός» τρόπος μετακίνησης για εκείνα τα μέρη είναι το Ότο στοπ. Δεν υπάρχει καχυποψία, δεν υπάρχει φόβος, δεν υπάρχει περίπτωση να «κακοπέσεις» και αυτό διότι όλοι πηγαίνουν με ένα στόχο. Την διασκέδαση.
        Περνώντας στα συγκροτήματα που παίρνουν μέρος κάθε χρόνο στο φεστιβάλ, πρέπει να αναφερθεί πως η μουσική είναι ικανή να κάνει και τον πιο «αυστηρό» να ξεσαλώσει καθώς καλύπτει αρκετά μεγάλο φάσμα ειδών. Από ροκ και ποπ χτυπήματα σε electro μελωδίες. Αυτό επιτυγχάνεται τόσο με τις συμμετέχουσες μπάντες όσο και με τα Dj sets.



Saristra Festival πρώτη μέρα 5/8/2016
        Μπαίνοντας στον χώρο του φεστιβάλ γύρω στις 7μμ τα παιδιά στην είσοδο χαμογελαστά και πρόθυμα πάντα να βοηθήσουν περνάνε στο χέρι του επισκέπτη ένα γαλάζιο βραχιολάκι Saristra 2016 , ώστε να γίνει ένα από τα πολλά ενθύμια που θα αποκομίσει από αυτήν την εμπειρία. Στην συνέχεια, δεξιά και αριστερά της αυτοσχέδιας σκηνής, η οποία είναι ένα απλό υπερυψωμένο δάπεδο, στην ίδια περίπου ευθεία με το υπόλοιπο μέρος, βρίσκονται πρόχειροι πάγκοι όπου είναι αφιερωμένοι στο Bar, στα ποτά, τα κοκτέιλς και τις γρανίτες για τους μικρούς επισκέπτες ακόμα και ζωοτροφές για τους τετράποδους φίλους μιας και η διοργάνωση προωθεί την ευαισθητοποίηση και φροντίζει τα ζώα. Οι τιμές των ποτών είναι οι κατάλληλες ώστε να ενισχυθεί το φεστιβάλ αλλά και οι επισκέπτες να μείνουν ευχαριστημένοι.
        Προχωρώντας στο ερειπωμένο χωριό, μπαίνουμε σε γκρεμισμένα και «ανοικτά» σπίτια του παρελθόντος που πλέον έχον απομείνει μόνο χαλάσματα και κάποιοι τοίχοι. Εκεί είναι εγκατεστημένες οι διάφορες εκθέσεις ζωγραφικής, φωτογραφίες και λοιπών δραστηριοτήτων. Τα έργα πρωτότυπα με θέματα που αφορούν την ισότητα, τον φεμινισμό , τον ρατσισμό, την ροκ εν ρολ ζωή, τον αλκοολισμό, τον πόλεμο και πολλά άλλα προσελκύουν κάθε είδος ενδιαφέροντος και γούστου. Συνεχίζοντας την βόλτα στο αναζωογονημένο χωριό περνάμε σε ένα χώρο, ο οποίος έχει αξιοποιηθεί από πολλούς πλανόδιους μικροπωλητές, για να στήσουν τους πάγκους τους, επιδεικνύοντας τα χειροποίητα προϊόντα τους. Άλλοι με χάρτινα κοσμήματα, άλλοι με παραδοσιακά προϊόντα όπως μέλι, παστέλια, αμυγδαλωτά και φυσικά την ακουστή ρομπόλα, άλλοι με διακοσμητικά σπιτιού, άλλοι με πίνακες ζωγραφικής, άλλοι με χειροποίητα κόμικς. «Ξεκίνησα δειλά-δειλά μόνη μου, ενώ ήμουν στην σχολή, ό,τι βλέπεις είναι δικές μου ιστορίες και δικά μου σχέδια. Δεν είχα αυτοπεποίθηση, για την πλάκα μου τα σχεδίαζα. Μετά είπα, δεν βαριέσαι γιατί να ην κάνω μία ολοκληρωμένη δουλειά και βλέπω πως πάει. Εν τέλει βγήκε αυτό» μας εκμυστηρεύεται η Πηνελόπη, η 23χρονη δημιουργός των κόμικς. Λίγο πιο δίπλα είναι η αγαπημένη γωνιά των φεστιβαλικών. Ένα δέντρο με πολλά μικρά κλαδιά και από κάτω καλάθια με πολύχρωμες κορδέλες. Ο κόσμος έχει την δυνατότητα να κρεμάσει μία κορδέλα στα κλαδιά του δέντρου κάνοντας από μία ευχή. Από μακριά η πολύχρωμη εικόνα «είναι όμορφη σαν ζωγραφιά» όπως λένε και τα Ξύλινα Σπαθιά. Μικροί και μεγάλοι ξεχνούν την ηλικία τους και για λίγα λεπτά γίνονται όλοι μικροί που ανυπομονούν να κρεμάσουν το δικό τους λιθαράκι το δικό τους στοιχείο, ελπίζοντας βαθιά μέσα τους ότι η ευχή τους θα πιάσει αυτήν την καλοκαιρινή νύχτα.
        Στην άλλη πλευρά του χωριού είναι στημένος ο πάγκος του φεστιβάλ. Εκεί μπορείς να βρεις μπλούζες του φεστιβάλ, αφίσες, δίσκους και βινύλια των καλλιτεχνών και βιβλία. Οι εθελοντές εύκολα αναγνωρίσιμοι καθώς φορούν το εφευρετικό μπλουζάκι του φεστιβάλ, είναι χαμογελαστοί και δεν αφήνουν ούτε λεπτό το πόστο τους, όχι από υποχρέωση αλλά από θέληση και χαρά   για αυτό που κάνουν.
        Ώρα 9.300μμ. Οι Selofan  η πρώτη μπάντα ανοίγει το φεστιβάλ και «προθερμαίνει» το κοινό για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Οι electro dance ρυθμοί τους εντυπωσιάζουν και ξεσηκώνουν το ήρεμο πλήθος, το οποίο μπήκε γρήγορα στο φεστιβαλικό μουντ. Μετά από μία ώρα την σκυτάλη παίρνουν οι πλέον διεθνούς φήμης Bazooka. Η μπάντα, που φέτος έκανε την πρώτη της περιοδεία στην αντιπέρα όχθη με μεγάλη επιτυχία, γέμισε garaze-punk ρυθμούς το Saristra και τα αίματα άρχισαν σιγά-σιγά να «ανάβουν». Με ήχο που έμοιαζε να είναι βγαλμένος από το 70s οι  Bazooka συνέχισαν να παίζουν για μια ώρα περίπου όπου και έκλεισαν την εμφάνισή τους με το «Κορίτσι στην ακτή» και «Άχρηστοι γενιά» κομμάτια που είχαν δώσει το στίγμα τους σε παγκόσμια κλίμακα τόσο με τον ιδιαίτερο ήχο αλλά και με το όλο νόημα στίχο τους. Η σειρά είχε τους εξίσου γνωστούς και το εξωτερικό Victory Collapse, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει το δικό τους αποκλειστικό κοινό που τους ακολουθεί σε κάθε τους βήμα. Το κοινό χτυπιέται, η μπάντα αναστατώνει και αναστατώνεται και η νύχτα είναι ακόμα μεγάλη. Μετά τους   Victory Collapse ακολουθεί μία παύση μισής ώρας. Ανεβαίνουν στην σκηνή διάφοροι μουσικοί και ρυθμιστές για το τελευταίο επίσημο sound check. Γύρω στις 1πμ το κοινό αρχίζει να ζητωκραυγάζει κι το μικρόφωνο παίρνει ο Γιάννης Αγγελάκας, ο οποίος φανερά ενθουσιασμένος  και «ημινηφάλιος» ταράζει για τα καλά τα νερά του Saristra. Το κοινό γίνεται ένα με τον καλλιτέχνη καθώς τραγουδούν μαζί του κομμάτια αγαπημένα από τις «Τρύπες»    που φέρνουν  στο μυαλό την ατίθαση γενιά του 80 – 90 αλλά και τα κομμάτια της solo πορείας του Γιάννη. Οι μνήμες πολλές τα συναισθήματα άπειρα. Την ατμόσφαιρα του φεστιβάλ σκεπάζει ένα πέπλο ήρεμης αναρχίας και ατίθασης γαλήνης. Έτσι καταφέρνει πάντα ο Γιάννης, με ένα δικό του μοναδικό τρόπο.
        Ύστερα από μιάμιση ώρα, ο Γιάννης Αγγελάκας και η μπάντα του 100ο πίνουν την τελευταία γουλιά ουίσκι και παίζουν το τελευταίο κομμάτι της βραδιάς. Όλα τα στόματα φώναζαν συγκινημένα πως «είναι η αγάπη ένα ταξίδι από πληγή σε πληγή», αφήνοντας τον καλλιτέχνη άφωνο από το τρανό και έντονο συναίσθημα που έκλεινε την συναυλία.
        Η συνέχεια βρήκε στην σκηνή τους ξακουστούς Dj Wicked και Nadja να ανεβάζουν τους ρυθμούς και την ενέργεια του κοινού. Οι μουσικές τους κράτησαν έως τις πρώτες πρωινές ώρες όπου το κοινό –νηφάλιο και μη- πήρε τον δρόμο της επιστροφής.



Saristra Festival  Δεύτερη μέρα 6/8
        Το κοινό έχει αρχίσει ήδη να μαζεύεται από τις 7 το απόγευμα. Οι μουσικοί και οι μηχανικοί κάνουν sound check αι οι εθελοντές με τους διοργανωτές στήνουν τις τελευταίες λεπτομέρειες. Στις 7:30 μμ ξεκινά η παρουσίαση βιβλίου του Θεοδόση Τσάτσου, με τίτλο «Κράτα το Σόου». Το βιβλίο αποτελεί ταξίδι ενηλικίωσης και μετάβασης του ήρωα σε κάθε στάδιο ηλικίας μέσα από συναυλίες κάθε είδους. Το φεστιβαλικό κοινό φανερά επηρεασμένο και ταυτισμένο με τον καλλιτέχνη έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το βιβλίο με αποτέλεσμα να τελειώσουν όλα τα αντίτυπα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Παράλληλα, λίγο πιο δίπλα, μια μικρή ομάδα από το «fit» κοινό από ηλικίες 5-60 ετών συμμετείχε σε μικρά χορευτικά σόου και ασκήσεις γιόγκα. <<Μια υπέροχη ευκαιρία να συνδυάσεις την άσκηση με την γαλήνη σε σχέση με τον καθαρό αέρα>>, λέει η Μυρτώ η συντονίστρια του όλου προγράμματος και γυμνάστρια.
        Ώρα 9 ακριβώς οι Τούρκοι «She passed away» ανεβαίνουν στην σκηνή και η ένταση αμέσως ανεβαίνει με τους electro-punk ήχους του συγκροτήματος. Αν και όχι πολύ γνωστοί στο ελληνικό κοινό οι «She passed away», αγαπήθηκαν από το κοινό του Saristra, το οποίο τους έδωσε την ευκαιρία που έψαχναν για να αποκτήσουν Fans από την γειτονική χώρα.
Στη συνέχεια, το κοινό αναλαμβάνουν να ψυχαγωγήσουν οι Mechanimal που είναι παλιοί γνώριμοι του Saristra καθώς ήταν η δεύτερη εμφάνισή τους στο φεστιβάλ και αποθεώθηκαν για ακόμα μια φορά, με την τραγουδίστρια να συγκινείται επί σκηνής και να αδυνατεί να το κρύψει.

        Σειρά των Lumiere. Όμως, επειδή και τα ευτράπελα είναι μέσα στο πρόγραμμα, έναν τεχνικό πρόβλημα εμπόδισε την μπάντα να ανέβει στην σκηνή , καθώς όπως λέει και ο σοφός λαός «κάθε εμπόδιο για καλό».
        Ώρα 12. Τα αίματα έχουν ανάψει, τα συναισθήματα έχουν πολλαπλασιαστεί και το κοινό πιο θερμό από ποτέ, υποδέχεται τον Παύλο Παυλίδη και τους B-movies στην σκηνή με το μεγαλύτερο χειροκρότημα. Ο Παύλος και οι φίλοι του έπαιξαν κομμάτια από το νέο άλμπουμ «Μια πυρκαγιά σε ένα σπιρτόκουτο» που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2016, αλλά και τα παλιά αγαπημένα τόσο από τα «Ξύλινα Σπαθιά» όσο και από τα προσωπικά άλμπουμ του καλλιτέχνη. Οι «Παυλιδικοί» φανερά στην πρώτη σειρά μαζεμένοι, αφέθηκαν στην μαγεία του λάϊβ με συναισθήματα να πλημμυρίζουν το ορεινό χωριό. Μετά την πρώτη ώρα της εμφάνισης, μπορούσες να διακρίνεις δακρυσμένα μάτια, αγκαλιές σε όλο το χώρο και μια ατέλειωτη γαληνή στα βλέμματα όλων. Ο Παύλος Παυλίδης βλέποντας την εικόνα αυτή, έπαιξε μια μισή ώρα παραπάνω  από το προβλεπόμενο, προετοιμάζοντας το κοινό με την φράση «Μάγκες, αντέχετε μία ωρίτσα ακόμα;» Την επόμενη μιάμιση ώρα έπαιξε «εκτός set list» με τραγούδια που ζητούσε κυρίως το κοινό. Έτσι ο «βροχοποιός» έριξε την «λευκή καταιγίδα» και ο «κηπουρός» αναρωτιόταν όλο απορία  «ποιος τα ποτίζει τα άνθη;» Η συναυλία κλείνει καθώς «αλλάζει πρόσωπα η θλίψη» και ο «χάρτινος ουρανός» γίνεται «κατακόκκινος». Μετά, «Σιωπή».
        Στο τελευταίο part της δεύτερης φεστιβαλικής μέρας οι Dj Λατερνατιβ και Unfamiliar, μετατρέπουν το χωριό σε ένα τεράστιο πάρτι που δεν σταματά μέχρι το πρωί.


Saristra Festival τρίτη  μέρα 7/8/2016
        Ο κόσμος εξοικειωμένος με το φεστιβαλικό χώρο, αρχίζει να μαζεύεται στις 7 το απόγευμα και να τριγυρνοβολάει σε κάθε γωνιά του ορεινού χωριού. Άλλοι για να τραβήξουν τις τελευταίες φωτογραφίες, άλλοι για να αγοράσουν φεστιβαλικά ενθύμια και άλλοι απλά για να πιούν χαλαροί το ποτό τους.
        Η τρίτη μέρα του φεστιβάλ, όμως, έχει και ένα διακριτό διαφορετικό κοινό. Διαφορετικό των προηγουμένων ημερών. Μακριά μαλλιά, σκουλαρίκια παντού και μαύρα ρούχα είναι μόνο κάποια από τα στοιχεία τους. Είναι το φανατικό και πιστό κοινό των Planet of Zeus, που θα κλείσουν την Τρίτη και τελευταία μέρα του φεστιβάλ 2016.
        Λίγο πριν τις 10 οι ice-eyes ανοίγουν την συναυλία και το κοινό ενθουσιασμένο κινείται ρυθμικά σύμφωνα με τις όμορφες και ταξιδιάρικες μελωδίες του διδύμου. Οι IceEyes έμειναν επί σκηνής για περίπου τρία τέταρτα. Σειρά έχει το δίδυμο Gioumourtzina που στα τούρκικα σημαίνει «Κομοτηνή». Οι δύο φίλοι από την ομώνυμη πόλη είχαν δημιουργήσει το δικό τους κοινό και αυτό φάνηκε ξεκάθαρα την ώρα του λάϊβ τους.
        Ώρα 12 και κάτι. Η Μόνικα, στα αυτοσχέδια παρασκήνια κάνει πλάκα με τους μουσικούς και χωρίς προειδοποίηση πετάγεται στην σκηνή και η μουσική ξεκινά αμέσως. Η (πλέον) διεθνώς γνωστή Μόνικα έκανε την επανεμφάνισή της στο ελληνικό μετά από ένα χρόνο απουσίας στην Αμερική όπου και ηχογράφησε το νέο της, ανανεωμένο άλμπουμ. Η Μόνικα ανοίγει την συναυλία με το παλιό και αγαπημένο «Bloody Sth»  και αμέσως το κοινό μπήκε σε ρομαντικό, καλοκαιρινό και νοσταλγικό μουντ. Η συνέχεια είχε τα νέα της κομμάτια που ενώ διαφέρουν κάπως από τα προηγούμενα –καθώς έχουν ένα στυλ πιο discο-old school, αγαπήθηκαν κατευθείαν  από τον κόσμο, που άρχισε να κινείται στους ρυθμούς του. Η Μόνικα σαν αερικό πάνω στην σκηνή, φώναζε κάθε τόσο πόσο τυχερή και ενθουσιασμένη είναι που το πρώτο της live μετά από ένα χρόνο την βρίσκει στο όμορφο νησί της Κεφαλονιάς και δη στο αγαπημένο φεστιβάλ. Μετά από μιάμιση ώρα ή συναυλία κλείνει με το κλασικό «Over the hill» και last but no least μας άφησε ένα ανατριχιαστικό cover του  «let me roll it» του θρυλικού σκαθαριού, Paul McCartney. Η συγκίνηση τόσο του κοινού όσο και της καλλιτέχνιδας ήταν ολοφάνερη.
        Ώρα 2 το πρωί και οι κραυγές υποδοχής των «Planet of Zeus»είχαν γίνει τόσο έντονες, που η μπάντα λύγισε και βγήκε νωρίτερα από το προβλεπόμενο. Ξαφνικά τα Βλαχάτα έγιναν ένα μουσικό πεδίο μάχης που όλοι οι «μαχόμενοι» είχαν ένα κοινό την δημιουργία της πιο έντονης, Stover-rock  φασαρίας συνδυασμένη με το έντονο συναίσθημα αδρεναλίνης που εκμαιεύεται με απόλυτο αυθορμητισμό από μικρός και μεγάλους μέσα στο φεστιβαλικό χώρο. Είναι φανερό πως ακόμα και οι όχι φανατικοί του είδους δεν μπορούσαν από το να κτυπηθούν και εκείνοι με τον ρυθμό και να νιώσουν βαθιά μέσα τους την ένταση του «Leftovers» και του «vigilante». «Οι  Planet ήταν ο καλύτερος τρόπος για να κλείσει αυτή η φεστιβαλική γιορτή , μας ανέβασαν με τον δικό τους ακαταμάχητο τρόπο» λέει ο Λευτέρης, ένας από τους barman, που την ώρα των Planet,  άφησε για λίγο το πόστο του για να αφοσιωθεί στην αγαπημένη του μπάντα.


        Το Saristra festival  ολοκληρώθηκε με το τελευταίο Dj Set, το οποίο κράτησε μέχρι νωρίς το πρωί, αφού  ο κόσμος αρνιόταν να δεχθεί ότι η φεστιβαλική γιορτή έφτασε στο τέλος της.
        Την επόμενη μέρα, εθελοντές κι διοργανωτές εκκένωσαν το ορεινό χωριό, παίρνοντας μαζί τους χιλιάδες συναισθήματα και αφήνοντας εκεί στα Βλαχάτα, την υπόσχεση για το επόμενο, μοναδικό και ανανεωμένο φεστιβάλ.

       
Το Saristra festival έχει καταφέρει ήδη από τον πρώτο χρόνο διοργάνωσής του να αποκτήσει ευρεία αναγνώριση, τόσο για την δημιουργικότητά του και  την πρωτοτυπία του όσο και για το όλο κλίμα ξεγνοιασιάς και γαλήνης που κυριαρχεί αβίαστα. Αυτός, λοιπόν, είναι ο βασικότερος λόγος που έχει γίνει το μεγαλύτερο καλοκαιρινό δρώμενο του Ιονίου.
        Ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς και πολλά υποσχόμενος για την συνέχεια. Εμείς το μόνο που έχουμε να σας προτείνουμε είναι : «Πάμε Saristra φέτος;»


Αθηνά Χριστοδούλου



Τα κοχύλια ζουν; Μια μικρή ιστορία της Βάνας Σμπαρούνη

Τα κοχύλια ζουν;   Μια μικρή ιστορία της Βάνας Σμπαρούνη Τα κοχύλια ζουν; Η Νεφέλη όταν αντίκρισε την παραλία της Πευκιάς ψηλά από τον δρόμ...