Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

7 Μάρτη 321μ.χ.Καθιέρωση της Κυριακής ως αργία!

Πόσους αγώνες δεν έχουν δώσει οι εργαζόμενοι παγκόσμια και πόσο αίμα δεν έχουν χύσει για να καθιερωθεί η ημέρα Κυριακή ως αργία; Άπειρους θα έλεγα. Και, να, που σήμερα, το δικαίωμα αυτό μας το παίρνουν πάλι πίσω.

Από πότε όμως η ημέρα Κυριακή θεωρείται αργία και ημέρα ξεκούρασης και ανάπαυσης; 

Ας πάμε πίσω στην ιστορία, τότε που ο  Κωνσταντίνος Α΄ μετέπειτα Μέγας Κωνσταντίνος με το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.χ. περί ανεξιθρησκείας νομιμοποίησε τον Χριστιανισμό και επέτρεψε να λατρεύουν οι πιστοί ελεύθερα τη νέα θρησκεία. Ως γνωστόν, ο Κωνσταντίνος ήταν λάτρης της θεότητας του ήλιου (λατινικά sol). Αυτή την πεποίθηση την είχε κληρονομήσει απ' την οικογένειά του. Έτσι ο Κωνσταντίνος την ημέρα (dies) που ήταν γνωστή ως Ημέρα του Ήλιου (dies solis) την καθιέρωσε ως αργία στις 7 Μάρτη του 321 μ.χ. Σε μας αυτή τη μέρα είναι γνωστή ως Κυριακή. 

Η ετυμολογία της λέξης "Κυριακή": Η ημέρα αυτή η Κυριακή στα λατινικά και στα πρώιμα βυζαντινά λεγόταν Dies Solis. Πολλοί λαοί επηρεάστικαν απ' αυτή την ονομασία και  την προσφωνούν έτσι στη γλώσσα τους. Οι εγγλέζοι την προσφωνούν ως sunday, οι γερμανοί ως Sonndag. Αντίθετα, εμείς την ονομάσαμε Κυριακή από τη λέξη Κύριος, γιατί σύμφωνα με τη γέννηση είναι η μέρα που ο Κύριος ξεκουράστηκε μετά τη δημιουργία του κόσμου. Όμως κι άλλοι λαοί την προσφωνούν έτσι, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλλοι ως Domingo (Μέρα του Θεού) καθώς και οι Βιετναμέζοι ως Chu Nhat, ενώ κάποιοι άλλοι λαοί θεωρούν την Κυριακή ως πρώτη μέρα της εβδομάδας, γι αυτό και της έδωσαν το προσωνύμιο "πρώτη". Έτσι στην εβραϊκή γλώσσα η λέξη Yom Rishon (πρώτη) και στα περσικά η λέξη Yek-Shanbe σημαίνουν Κυριακή.  

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Η απολογία του Νίκου Καζαντζάκη


Σήμερα, στην εποχή της μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, η απολογία του  Νίκου Καζαντζάκη στην ανακριτική αρχή του Ηρακλείου, η οποία δημοσιεύτηκε στις 16 Φεβρουαρίου του 1925, νομίζω, είναι  επίκαιρη όσο ποτέ...
Ένα απόσπασμα θα σας πείσει... Καλή μελέτη...


«Πιστεύω ότι το σύγχρονον αστικόν καθεστώς κατέστη ανίκανον να ρυθμίσει τας συγχρόνους ανάγκας και ανησυχίας του κοινωνικού συνόλου.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΣ.- Στηρίζεται εις την άνισον κατανομήν του πλούτου, εις την ασύστολον εκμετάλλευσιν των εργαζομένων τάξεων υπό αρπακτικής ισχυρώς ωργανωμένης κεφαλαιοκρατίας.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΣ.-Η ολοένα καταρρέουσα ηθική βάσις εις τας σχέσεις μεταξύ των ατόμων, παραλύει οιανδήποτε, εντός του αστικού καθεστώτος, προσπάθειαν όπως στηριχθή επί ηθικών αρχών ατομική, οικογενειακή και κοινωνική ζωή των ανθρώπων.
ΠΟΛΙΤΙΚΩΣ.-Η σχεδόν καθολική έλλειψις κάθε ενδιαφέροντος δια τα κοινά, ή σχεδόν αποκλειστική εξυπηρέτησις της άρχουσας τάξεως υπό της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, εις βάρος της μεγίστης πλειονοψηφίας του λαού, καθιστά ανεπαρκή και επιπολαίαν οιανδήποτε αλλαγήν προσώπων ή θεσμού.
2. Ταύτα πάντα θεωρώ συμπτώματα της παρακμής μιας τάξεως. Η αστική τάξις απέδωκεν – και εις θαυμαστήν ποσότητα και ποιότητα – ό,τι ηδύνατο εις την σκέψιν, εις την τέχνην, εις την επιστήμην, εις την πράξιν. Επάλαισεν εναντίον της προηγούμενης της Φεουδαλικής ιδεολογίας, ενίκησεν, εδημιούργησεν, εξετέλεσεν τον προορισμόν της- αρχίζει ν’ αποσυντίθεται και να βαίνει εις εξαφάνισιν.
Τοιούτος υπήρξε πάντοτε ο ρυθμός της ιστορίας. Μια τάξις, εκάστοτε εναλάσσουσα-οι βασιλείς, οι ευγενείς, οι αστοί- γεννάται, παλαίει, νικά δημιουργεί, και εξαφανίζεται. Και άλλη τάξις την διαδέχεται, διαγράφουσα και αυτή, εις την πάροδον των αιώνων, την ιδίαν μοιραίαν τροχιάν.
Ζώμεν, ακλονήτως πιστεύω, το τέλος μιας κοινωνικής τάξεως, της αστικής.

Ποία τάξις θα την διαδεχθή; Η τάξις των εργαζομένων-είτε εργάται είνε ούτοι, είτε αγρόται, είτε πνευματικοί παραγωγοί.
Η τάξις αύτη διήλθε προς ενός ήδη αιώνος, το πρώτον στάδιον της πορείας της, καθ’ ό προσεπάθει να εξεγείρη τις τας τάξεις των αστών το αίσθημα της φιλανθρωπίας και δικαιοσύνης, υπέρ των πεινώντων και αδικουμένων και ικέτευεν εξ ονόματος υψηλών ηθικών αρχών, να βελτιωθούν οι όροι της ζωής.
Ταχέως όμως σαφώς αντελήφθη ότι η πάλη των τάξεων είνε νόμος ιστορικός, αναπόφευκτος και όπως τα άτομα ούτω και οι λαοί, ούτω και αι κοινωνικαί τάξεις, διατρέχουν μοιραίως τα στάδια της γεννήσεως, της ακμής και της φθοράς.
Ουδεμία τάξις έμενε δια παντός εις την εξουσίαν. Η αστική τάξις θ’ ακολουθήση και αυτή, τον απαράγραπτον φυσιολογικόν νόμον και τότε η τάξις των εργαζομένων μοιραίως θα την διαδεχθή.
Η επίγνωσις αύτη κατέστη η αφετηρία μιας νέας όλως βαθυτέρας, αντιλήψεως των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων της τάξεως των εργαζομένων. Αντελήφθη δια πρώτην φοράν ότι χρέος έχει να οργανωθεί, να μορφωθή, να διατυπώση ωρισμένον πρόγραμμα, αφού είνε κεκλημένη, από ιστορικήν ανάγκην αργά ή γρήγορα να διαδεχθή την άρχουσαν σήμερον αστικήν τάξιν.
Τοιουτοτρόπως συντάσσονται, συνειδητά πλέον, αναγκασμέναι από τον ιστορικόν ρυθμόν, τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα.
Τον ρυθμόν τούτον επετάχυνεν απροσδοκήτως ο εκραγείς παγκόσμιος πόλεμος. Ο πόλεμος τούτος μετέβαλε την ψυχικήν ατμόσφαιραν του κόσμου ότι θ’ απήτει γενεά ολόκληρος δια να γίνη καταληπτόν έπειτα από την φοβεράν ταύτην δοκιμασίαν της ανθρωπότητος, αμέσως όχι μόνον γίνεται ιδέα αντιληπτή, αλλά και αγωνίζεται να μετουσιωθή εις πράξιν.
Η ψυχική αύτη μεταπολεμική αγωνία η οξεία συναίσθησις πως είνε ανάγκη πλέον να εξευρεθή μια λύτρωσις από την οικονομικήν αυτήν κοινωνικήν πολιτικήν και πνευματικήν αθλιότητα, αποτελεί σήμερον την Μεγάλην παγκόσμιον Πραγματικότητα.
3.Απέναντι της Μεγάλης ταύτης παγκοσμίου Πραγματικότητος, έχομεν την Μικράν πραγματικότητα την καθαρώς τοπικήν της Ελλάδος.
Ποία είνε η Ελληνική αύτη πραγματικότης και ποία κατ’ ανάγκην ανακύπτει η σχέσις μεταξύ της Μεγάλης και της Μικράς Πραγματιότητας;
Μόνον εάν σαφώς απαντήσωμεν εις το ερώτημα τούτο θα ημπορέσωμεν ν’ αντιληφθώμεν το σύγχρονον ημών χρέος ως Ελλήνων και ως ανθρώπων.
Εις την Ελλάδα δεν υπάρχει ακόμη εις τόσην οξύτητα και έντασιν όσον εις άλλους βιομηχανικώς ή πνευματικώς περισσότερον προηγουμένας χώρας, η σαφής διαγραφή της πάλης των τάξεων.
Εν τούτοις, σήμερον, με τα μέσα της συγκοινωνίας, με τα βιβλία, με τας εφημερίδας, με τας διαλέξεις, με την εργατικήν παγκόσμιον αλληλεγγύην, με την φοβεράν και γονιμωτάτην πείραν του μακροχρόνιου πολέμου, μια Ιδέα δεν δύναται να εντοπισθή εις μίαν χώρα, αλλά υπερπηδά ταχύτατα τα σύνορα και διατρέχει όλην την γην. 
Δια τούτο, είτε θέλομεν, είτε μη, είτε είμεθα ώριμοι είτε μη, η παγκόσμιος αυτή Ιδέα, η οποία εις πολλάς ήδη χώρας ήρχισε να μεταβάλλεται εις τεράστιαν δύναμιν – θα παρασύρη και την Ελλάδα, χωρίς να την περιμένει να ωριμάση Βιομηχανικώς ή πνευματικώς. Η μικρά τοπική πραγματικότης θα παρασυρθή από την Μεγάλη.
Ποιόν λοιπόν είναι το χρέος μας; Πιστεύω βαθύτατα ότι το χρέος των δυνάμενων να έχωσιν επίδρασιν εις τον τόπον μας, είτε επί του πεδίου της σκέψεως είτε επί του πεδίου της δράσεως είναι τούτο:
Να προσαρμόσωμεν την μικράν μας Πραγματικότητα εις την Μεγάλην. Πώς; Μορφώνοντες, φωτίζοντες τον λαόν, τονώνοντες τας ανωτέρας ηθικάς Αρχάς που απομένουν ακόμη, καταδεικνύοντες όχι μόνον πλέον τα δικαιώματα, αλλά και τας υποχρεώσεις άς έχει μία τάξις ήτις μέλλει ν’ αναλάβη ευθύνας.
Μόνο εάν τοιουτοτρόπως προπαρασκευάσωμεν τον λαόν, θα είμεθα εις θέσιν, όταν  θα έλθη η μοιραία κρίσιμος στιγμή, να προσαρμόσωμεν την παγκόσμιον ορμήν προς αναδημιουργίαν με τας ιδιαίτερας συνθήκας του τόπου μας, με την ειδικήν ψυχολογίαν της ιστορίας και του λαού μας.
Ο αγών, όπως τον αντιλαμβάνωμαι, δεν είναι απλώς οικονομικός. Η οικονομική χειραφέτησις είναι μόνον μέσον προς ψυχική και πνευματική χειραφέτησιν του ανθρώπου. Δεν ζητούμεν ν’ ανατρέψωμεν την θρησκείαν, την οικογένειαν, την Πατρίδα, αλά να δώσωμεν ανώτερον, βαθύτερον περιεχόμενον εις την θρησκείαν, εις την οικογένειαν, εις την Πατρίδα.
Όλοι, όσοι πονούμεν τον άνθρωπον, έχομεν χρέος α)να μην ανεχώμεθα πλέον την αδικίαν και την ανηθικότητα της συγχρόνου κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής β) να διασώσωμεν και να τονίσωμεν το δικαίωμα, το οποίον έχει ο λαός να θέλη να βελτιώση την θέσιν του. Και όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την δύναμιν να υψώση το επίπεδον της όλης ζωής του.
Σκοπός μας είναι να δημιουργήσωμεν μίαν ανωτέραν ηθικήν, να φέρωμεν δικαιοσύνη εις τον κόσμον, να δώσωμεν βαθυτέραν έννοιαν εις την αρετήν, εις την τιμήν, εις την ανθρωπότητα».
Ν. Καζαντζάκης

Πηγή:texnografia@blogspot.gr


Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Πώς κατέβηκε η γερμανική σημαία απ'την Ακρόπολη


Πώς κατέβηκε η γερμανική σημαία απ’ την Ακρόπολη...
Ο Λάκης Σάντας ήταν ο άνθρωπος, που μαζί με τον Μανώλη Γλέζο, κατέβασε τη γερμανική σημαία από την Ακρόπολη, στις 30 Μαίου 1941.
Ο Λάκης Σάντας αφηγείται στον Άρη Σκιαδόπουλο, στην εκπομπή «ΝΥΚΤΕΡΙΝΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ», τις λεπτομέρειες του εγχειρήματός τους:


…Θέλαμε να κάνουμε κάτι θεαματικό βέβαια, διότι το να σκοτώσεις ένα Γερμανό και να πάρεις ένα πιστόλι δε είχε καμία αξία διότι πρώτα θα σκοτωνόμαστε επιτόπου γιατί οι Γερμανοί ήταν πάνοπλοι και σιδερόφραχτοι, πολεμιστές πραγματικοί και τους έβλεπες και σ’ έπιανε τεταρταίος πυρετός που λέει ο λόγος. Αυτή είναι η αλήθεια κι αυτά που γυρίζουνε τώρα τα έργα και δείχνουνε ένα Αμερικανό που πάει και σκοτώνει τη μισή Γερμανία αυτά είναι…κουραφέξαλα.
Και έρχεται η ιδέα να πάρουμε τη πολεμική τους σημαία. Και αρχίζουμε και καταστρώνουμε το σχέδιο. Εγώ με τον Μανώλη. Αρχίζουμε να μελετάμε. Πάμε στην Μπενάκειο βιβλιοθήκη και παίρνουμε την εγκυκλοπαίδεια στη λέξη «Ακρόπολις», βλέπουμε σχεδιαγράμματα – πώς μπορούμε ν’ ανεβούμε στην Ακρόπολη. Και κάνουμε και μία κατόπτευση. Μια Κυριακή πρωί πηγαίνουμε πάνω στην Ακρόπολη για να δούμε. Οι Γερμανοί τη σημαία τους, ακριβώς από κάτω είχαν μια ξύλινη σκοπιά. Είχαν σκοπό και τη φυλάγανε.
Είναι ακριβώς πάνω από τους αέρηδες, δεν είναι;
Όχι, αυτό δεν το έχουμε βρει ακόμα. Όταν κάναμε την κατόπτευση είδαμε ότι οι Γερμανοί έχουν φρουραρχείο έξω στα Προπύλαια. Εκεί που πουλάν τις κάρτες τώρα. Αυτό ήταν το φρουραρχείο τους. Και επάνω (κάτω από το στρογγυλό που ήταν ο ιστός της σημαίας) είχαν ξύλινη σκοπιά. Για να μπαίνει ο σκοπός μέσα όταν βρέχει. Είχαν σκοπό λοιπόν που τη φύλαγε. Τα είδαμε όλα αυτά. Είδαμε το μέρος. Πού είναι η σημαία, πώς είναι και λοιπά. Βέβαια δεν τα προσέξαμε όλα γιατί δε θέλαμε να δώσουμε και προσοχή, να μη μας προσέξει κανείς. Φεύγουμε κι εξακολουθούμε τη μελέτη. Βρίσκουμε λοιπόν ότι στο βράχο προς τη μεριά που είναι το Μοναστηράκι υπάρχει μια σπηλιά. Μια σπηλιά η οποία έχει σχισμή και βγαίνει μέχρι απάνω. Στο Ερεχθείο. Στο βάθρο του Ερεχθείου. Αυτό το είχε το σχεδιάγραμμα της Ακρόπολης από τις ανασκαφές που είχαν κάνει Γάλλοι αρχαιολόγοι. Βλέπουμε λοιπόν αυτά και θέλουμε να το κατοπτεύσουμε. Και σηκωνόμαστε και πάμε. Και βλέπουμε ότι είναι κλεισμένο με μια ξύλινη πρόχειρη πόρτα. Και μ’ ένα λουκέτο. Και πάμε βράδυ, μ’ ένα φανάρι, το ανοίγουμε και βλέπουμε ότι μπορεί να βγει κανένας απάνω, υπάρχει κενό, αλλά υπάρχουνε μαδέρια, από την εποχή που κάναμε τις ανασκαφές. Τώρα πού φτάναν τα μαδέρια δεν ξέραμε. Πάμε μια άλλη νύχτα και καταφέρνουμε και φτάνουμε μέχρι απάνω! Και ξέρουμε πια ότι μπορούμε να ανεβούμε από εκεί. Και να βγούμε στο βάθρο του Ερεχθείου.
Εκεί γύρω δεν έκαναν περιπολίες εντωμεταξύ;
Όχι. Καθόμαστε λοιπόν και σκεφτόμαστε πότε να πάμε. Και τρέχει ο Μάιος. Αρχίζει η μάχη της Κρήτης, 16 με 17 του μηνός νομίζω. Γίνεται η μάχη της Κρήτης και βλέπουμε ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Εντωμεταξύ οι Γερμανοί είχαν πάρει τη μισή Κρήτη. Κατά τις 25 του μηνός. Και αποφασίζουμε, κατόπιν μελέτης την οποία κάναμε, οι δυο μας, και συνεδριάσεως, να πάμε τη νύχτα που θα πέσει η Κρήτη. Για να δείξουμε στον ελληνικό λαό ότι δεν πρέπει να το βάλουμε κάτω. Γιατί η Κρήτη ήταν το τελευταίο οχυρό του ελληνικού λαού… του έθνους…του κράτους του ελληνικού.
Και πράγματι έτσι κάναμε. Στις 30 Μαίου συνθηκολόγησε η Κρήτη και τη νύχτα εκείνη, επήγαμε, πηδήξαμε τα συρματοπλέγματα, συρθήκαμε μέσα απ’ τα δέντρα μέχρι τη σπηλιά, ανοίξαμε την πόρτα, την οποία είχαμε σπάσει το λουκέτο από προηγούμενες φορές και ανεβήκαμε, χωρίς βέβαια φανάρι…
Καλά, είχατε σπάει μέρες πριν την πόρτας; Και δεν το είχαν πάρει χαμπάρι οι Γερμανοί;
Όχι την πόρτα. Το λουκέτο.
Το λουκέτο, ναι.
Το λουκέτο. Και το είχαμε έτσι. Δε φαινότανε ότι…
Δεν το είχανε πάρει χαμπάρι οι Γερμανοί. Μάλιστα. Η πιο δύσκολη στιγμή του εγχειρήματος ποια είναι;
Είναι όταν ανεβαίνουμε από τα μαδέρια για να βγούμε στο βάθρο του Ερεχθείου μέσα σε βαθύ σκοτάδι. Και κάτω δεν υπάρχει βάση, είναι ένα ξεροπήγαδο το οποίο βγαίνει άλλα τριάντα μέτρα κάτω. Αυτό που ψάχναμε τότε με τη Μελίνα για να βρούμε τη σημαία, δεν ξέρω άμα το θυμάστε…
Την οποία τελικά δεν βρήκατε.
Την οποία δεν βρήκαμε, γιατί είχανε πέσει μπάζα.... Σαράντα χρόνια, σαράντα πέντε…
Κατεβάσατε τη σημαία…
Όταν λοιπόν ανεβήκαμε επάνω έγινε το εγχείρημα, ο σκοπός δεν ήταν απάνω γιατί γλεντάγανε στο φρουραρχείο στα Προπύλαια επειδή είχε πέσει η Κρήτη. Και γέλια και φωνές και … ντριγκ και λοιπά…ναι, φαγοπότι… Φτάσαμε με το Μανώλη και πετάγαμε πέτρες για να δούμε: είναι ο σκοπός στη σκοπιά; Τελικά ο σκοπός δεν ήτανε στη σκοπιά και ανεβήκαμε και ύστερα από μεγάλο αγώνα γιατί είχανε μπλέξει τα σύρματα και εμείς προσπαθούσαμε να σπάσουμε τα σύρματα… δεν κατέβαινε η σημαία…κατέβαινε μέχρι ένα σημείο και εντωμεταξύ δεν μπορούσαμε να αναρριχηθούμε γιατί ο ιστός ήταν πολύ ψηλός και ήτανε λείος και ήτανε αδύνατο να αναρριχηθούμε μέχρι απάνω… την τραβάγαμε και δεν κατέβαινε… Και στο τέλος σπάσαμε τις στρόφιγγες από τους βράχους που ήταν προσαρμοσμένα τα σύρματα και τα ελευθερώσαμε…(Στο σημείο αυ΄το ο Λάκης Σάντας δείχνει με τα χέρια ότι κατέβηκε η σημαία).
Τους πιάσατε στον ύπνο δηλαδή στην κυριολεξία…
Βέβαια. Αφού λοιπόν την κόψαμε…η σημαία ήταν τεράστια… Αυτό φαίνεται και στη φωτογραφία που έχω δώσει, που δείχνει πόσος είναι ο Γερμανός και πόσο πιο μεγάλη είναι σημαία. (Στο σημείο αυτό ο τηλεοπτικός φακός δείχνει την παρακάτω φωτογραφία):

Είχε τον αγκυλωτό σταυρό στη μέση, τα χρώματα, το κόκκινο, το μαύρο και το άσπρο και απάνω το γοτθικό σταυρό του Κάϊζερ, στην αριστερή γωνιά. Κόψαμε πολλά κομμάτια ο καθένας από τον αγκυλωτό σταυρό, τα βάλαμε στον κόρφο μας και μετά την τυλίξαμε… μάλλινη ήτανε…γερή…Έγινε ένας μπόγος τέτοιος. Δεν μπορούσαμε να το πάρουμε. Και εντωμεταξύ η κυκλοφορία η οποία ήτανε μέχρι τις 11 είχε τελειώσει. Είχαμε περάσει τις 11. Την πήραμε και λέμε τώρα που θα την πάμε; Πάμε πάλι απ’ τον ίδιο δρόμο, κατεβαίνουμε από το βάθρο – ακόμη χειρότερα αυτή τη φορά – διότι αυτή τη φορά έπρεπε να πηδήξουμε για να φτάσουμε στο πρώτο μαδέρι…Τελικά τα καταφέραμε..Νέα παιδιά ήμασταν…
Τα καταφέρατε.
Κατεβήκαμε κάτω και σκεφτήκαμε ότι το μόνο μέρος που μπορούμε να τη βάλουμε είναι να την πετάξουμε μέσα στο ξεροπήγαδο. Την πετάξαμε, κάναμε έτσι και ρίξαμε και μερικά χώματα και ανοίξαμε την πόρτα και φύγαμε..
Αυτό αμέσως διεδόθη την άλλη μέρα, υποθέτω, έτσι;
Την άλλη μέρα το πρωί σηκώνεται ο κόσμος και δεν βλέπει τη γερμανική σημαία, την πολεμική, που κυμάτιζε μεγάλη με τον αγκυλωτό σταυρό… Έβλεπες την Ακρόπολη και δεν έβλεπες τη τύφλα σου…
Καλά ξημέρωσε και η Ακρόπολη ήταν χωρίς τη σημαία; Δεν το πήραν χαμπάρι; Ούτε το πρωί;
Τι-πο-τα!
Μάλιστα.
Μέχρι τις 10 η ώρα! Είχαν πανικοβληθεί οι Γερμανοί ! Και κυμάτιζε η ελληνική η μικρή… Αρχίσαν λοιπόν οι διαδόσεις. Φύγαν οι Γερμανοί, θα έρθουν οι Εγγλέζοι, ξέρω γώ, αυτό, και διάφορα… και λοιπά…
Καλά εσείς με το Μανώλη…
Και κατά τις 12 η ώρα πήγαν και βάλανε μια πιο μικρή σημαία εκεί πέρα, συλλάβανε όλους τους φρουρούς, όπως μάθαμε, συλλάβανε όλους τους φύλακες της Ακροπόλεως, αλλά εμείς πριν φύγουμε σκεφτήκαμε με το Μανώλη και αφήσαμε τα αποτυπώματά μας απάνω στον ιστό… και τα δύο χέρια εγώ και παραπάνω ο Μανώλης… ούτως ώστε, αυτοί την άλλη μέρα επειδή καλέσανε και Έλληνα εισαγγελέα, πήραν αποτυπώματα, πιάσαν τους φύλακες και λοιπά, αλλά δεν ήταν δικά τους τα αποτυπώματα και δεν μπορούσαν βέβαια να τους κρατήσουνε… Απολύσαν όλους τους διοικητάς των τμημάτων και τους υποδιοικητάς και λοιπά και όλες τις φρουρές που ήταν τότε σε αστυνομικά τμήματα γύρω απ’ την Ακρόπολη και λοιπά… και περιόρισαν την κυκλοφορά στις 8 η ώρα. Και εμάς, ας πούμε, κάναν ανακοίνωση στις τότε εφημερίδες που βγαίνανε…Βραδυνή, ξέρω γω…
Πότε εντοπίζουν ότι είστε εσείς…
Δεν εντοπίζουν, δεν ξέρουνε. Άγνωστοι δράστες. Μίσθαρνα όργανα, λέγανε, των Εγγλέζων και διάφορα και κατεβίβασαν και υπεξαίρεσαν τη γερμανική πολεμική σημαία της Ακροπόλεως… Και κατηγορούνται δι’ εκτάκτου στρατοδικείου και καταδικάζονται εις θάνατον ερήμην.

Πηγή: Λογομνήμων



Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Αφροδίτη της Μήλου:η ιστορία ενός αγάλματος...!

Αφροδίτη της Μήλου, ένα άγαλμα της ελληνιστικής εποχής από Παριανό μάρμαρο.Ένα άγαλμα που συνδυάζει αρμονικά τη γυναικεία ομορφιά και θηλυκότητα. Χρονολογείται γύρω στον 1ο αιώνα π.χ. Άλλοτε θεωρείτο έργο του Πραξιτέλη, όμως σήμερα είναι σαφές ότι ο δημιουργός του είναι άλλος, πιθανότητα ο γλύπτης Αγήσανδρος.
Βρισκόμαστε την άνοιξη του 1820, ένα χρόνο πριν την ελληνική επανάσταση. Σε μια αγροτική περιοχή της Μήλου, ένας αγρότης, κάποιος Κεντρωτάς με τη βοήθεια του γιου του και του ανιψιού του σκάβει στο πεζούλι του και βγάζει πέτρες από αρχαία ερείπια που υπάρχουν εκεί. Λίγο πιο πέρα, κάποιοι Γάλλοι αξιωματικοί κάνουν ανασκαφές για αρχαία. Ξαφνικά, ο Κεντρωτάς βρίσκει πελεκημένο μάρμαρο. Αμέσως τρέχουν να τον βοηθήσουν δύο Γάλλοι ναύτες, που συμμετέχουν στις γειτονικές ανασκαφές. Ο Κεντρωτάς προσπαθεί να ξανακαλύψει το άγαλμα γιατί φοβάται ότι οι Γάλλοι θα του το αρπάξουν ή θα απαιτούσαν να το αγοράσουν πιο φτηνά.Δηλαδή, ο Κεντρωτάς δεν ήταν τόσο αφελής όσο ο μύθος θέλει να τον παρουσιάσει. Οι Γάλλοι φαίνεται ότι τον θεωρούν ανόητο επειδή ο Κεντρωτάς άρχισε να συμπεριφέρεται με περιφρόνηση, μάλλον επίτηδες, για τα ευρήματα για να τους ξαποστείλει και να εκμεταλλευτεί το εύρημα αργότερα με την ησυχία του και χωρίς τη φορτική παρουσία των Γάλλων. Οι Γάλλοι όμως δεν ξεκολλούσαν με τίποτα απ' την περιοχή και πίεζαν τον Κεντρωτά να συνεχίσουν όλοι μαζί το σκάψιμο, ώσπου κάποια στιγμή βρέθηκε και το δεύτερο τμήμα του αγάλματος. Ο Κεντρωτάς, μετά απ' αυτό, δεν μπορούσε να κάνει τον ανήξερο, ούτε όμως να περιφρουρήσει το έργο που είχε βρει στο χωράφι του. Πάντως, για να το διαφυλάξει, έκανε μια προσπάθεια και το μετέφερε στη στάνη του, όμως ο "πυρετός αρχαιοτήτων" είχε ήδη καταλάβει τους Γάλλους, που είχαν ήδη αρχίσει να επικοινωνούν με πρεσβευτές της πατρίδας του στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη και όπου αλλού.Επικεφαλής των Γάλλων ήταν ένας νεαρός αξιωματικός, κάποιος Ολιβιέ Βουτιέ. Αυτός άρχισε να σχεδιάζει αμέσως το εύρημα και ειδοποιεί τους πατριώτες του για την μεγάλη αυτή ανακάλυψη, επειδή δεν είχε ο ίδιος αρκετά χρήματα για να το αγοράσει, ενώ κάποιοι είχαν κιόλας προτείνει στην Κεντρωτά αμοιβή 1.000 γροσιών.  Η μάχη για την απόκτηση του είχε αρχίσει για τα καλά.

Το έργο βρέθηκε σε πολλά κομμάτια (πιθανόν έξι, από τα οποία τα χέρια και το όνομα του γλύπτη πλέον λείπουν), με δύο βασικά, τον κορμό και τα πόδια. Όλα αυτά τα κομμάτια καθώς και οι Ερμές, οι δύο αφιερώσεις, μια ενός ηλικιωμένου και μιά ενός νέου, που είχαν βρεθεί μαζί,  έγιναν αμέσως αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Ο Βουτιέ αμέσως ενημέρωσε τον Γάλλο υποπρόξενο στη Μήλο, κάποιον Λουί Μπρέστ και αυτός παρουσιάστηκε και άρχισε να παζαρεύει λέγοντας ότι "δεν είναι βέβαιο ότι το άγαλμα αξίζει 1.000 γρόσια". Ειδοποίησε μάλιστα και τον Ντε Ριβιέρ, έναν μαρκήσιο και πρόξενο των Γάλλων στην Υψηλή Πύλη. Στην όλη διαπραγμάτευση αναμίχθηκε ενεργά και ένας άλλος Γάλλος αξιωματικός που είχε πάθος με τις αρχαιότητες, κάποιος Ζυλ Ντυμόν ντ' Υρβίλ. Αυτός ήταν βέβαιος ότι επρόκειτο για την Αφροδίτη που κρατούσε το μήλο του Πάρι. Οι Γάλοι αποφάσισαν να πάρουν οπωσδήποτε όλα τα ευρήματα στην κατοχή τους.Όμως το παζάρι καθυστερούσε, όπως και το πλοίο που θα μετέφερε τα αρχαιολογικά αυτά ευρήματα στη Γαλλία. Στο μεταξύ ο Κεντρωτάς ή και οι δημογέροντες (στο παζάρι είχε αναμιχθεί τελικά όλο το νησί) αδημονούσαν και αποφάσισαν να δώσουν ή να πουλήσουν το άγαλμα σε άλλους που ενδιαφέροντο. Μπορεί εξάλλου να υφίσταντο και πολιτικές πιέσεις, - η Υψηλή Πύλη περνούσε σοβαρή κρίση στις εξωτερικές της σχέσεις και η παραχώρηση αρχαιοτήτων από πλευράς της συνιστούσε ουσιαστικά άσκηση εξωτερικής πολιτικής. 
Μέσα σε όλα αυτά, παρουσιάστηκε και ο Νικόλαος Μουρούζης, μέγας δραγουμάνος του οθωμανικού στόλου. Αυτός έπεισε του Μηλίους να πουλήσουν το εύρημα σε εκείνον. Όμως ο εκπρόσωπος των Γάλλων ο υποκόμης ντε Μαρκέλους τους έπεισε να μην φορτωθεί το άγαλμα στο πλοίο του Μουρούζη για να πάει στην Πόλη, αλλά στο πλοίο των Γάλλων για να πάει στο Λούβρο. Το γλυπτό πραγματικά ταλαιπωρήθηκε και φορτώθηκε μετ' εμποδίων στο γαλλικά καράβι.
Έτσι, άλλος ένας εξαιρετικής ομορφιάς και ανεκτίμητης αξίας αρχαιολογικός θησαυρός έφυγε απ' τα χώματα που τον γέννησαν και τον φιλοξένησαν για αιώνες...
Κάτι τελευταίο... Πιστό αντίγραφο του αγάλματος υπάρχει στην πρώτη αίθουσα του αρχαιολογικού μουσείου της Μήλου στην Πλάκα. Προσφορά του μουσείο του Λούβρου. Ε, να μην μας προσφέρουν και κάτι οι Γάλλοι; Κοτζάμ άγαλμα τους δώσαμε....! 

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

12 /10/ 1944:Απελευθέρωση της Αθήνας από τους Ναζί



«Η πιο όμορφη, η πιο αλαφριά μέρα του κόσμου» Γιώργος Σεφέρης

Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό Πέμπτης. Οι Γερμανοί δεν είχαν προλάβει ακόμα να εκκενώσουν την πόλη και ο λαός της πρωτεύουσας, από τις συνοικίες, τα εργοστάσια, τα σχολεία, τα υπουργεία, τα καταστήματα, άρχισε να ξεχύνεται στους δρόμους της Αθήνας ζητωκραυγάζοντας για την απελευθέρωσή του. Μια λαοθάλασσα πλημμυρίζει κυριολεκτικά την πλατεία Συντάγματος, την Πανεπιστημίου, στη Σταδίου, την Ακαδημίας, το Ζάππειο και την πλατεία Ομονοίας. Μέσα σε λίγες ώρες όλα είχαν σημαιοστολισθεί με γαλανόλευκες. Οι 1.264 ημέρες σκλαβιάς στο ναζισμό είχαν πια τελειώσει. Μέσα σε λίγη ώρα στην Ακρόπολη δεν κυμάτιζε πια η γερμανική σημαία με τη σβάστικα, αλλά η γαλανόλευκη.
Έξι ημέρες αργότερα από την αποχώρηση των Γερμανών, φθάνει από την Ιταλία ο επικεφαλής της κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου και την 18 Οκτώβρη υψώνει και επίσημα τη σημαία στην Ακρόπολη.
Όμως δεν θ’ αργήσουν αν έρθουν τα δίσεκτα χρόνια….
Οι υποσχέσεις, όσο η Ελλάδα ήταν στο πεδίο των μαχών, ξεχάστηκαν και οι ενδείξεις της ελληνικής κατάρας, του εμφυλίου σπαραγμού, δυστυχώς, ήταν πλέον ορατές.

Παρ’ όλα αυτά, εκείνη η ηλιόλουστη Πέμπτη του 1944 δεν θα ξεχαστεί ποτέ.
Σε κείνους τους μαύρους χρόνους της ναζιστικής σκλαβιάς υπήρχε η ελπίδα. Η ελπίδα της ελευθερίας, της υπερηφάνειας, της αξιοπρέπειας…











Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

Ένα μάθημα ιστορίας

70 χρόνια πριν, τότε που ένας τρελός λαός αλλά ωραίος λαός, ο ελληνικός, έκανε απεργίες επί γερμανικής κατοχής....

5 Μαρτίου 1943: Διαδήλωση εκατοντάδων χιλιάδων Αθηναϊκού Λαού για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης. Υπαναχώρηση των κατακτητών από τα σχέδιά του και οριστική ματαίωση αυτών, χάρις στο ΕΑΜ
Να πώς περιγράφει την απεργία αυτή ο Δημήτρης Ψαθάς στο βιβλίο του «Αντίσταση»:
Μάρτιος του 1943.
Ανάστατη είναι η Αθήνα από μια είδηση. Οι Γερμανοί αποφάσισαν να κηρύξουν επιστράτευση πολιτική. Όλοι οι άνδρες από 16 θα επιστρατευθούν για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον Άξονα. Πρόσωπα ανήσυχα ολούθε.
-Τα ‘μαθες; Επιστράτευση!
Ο κόσμος τρομάζει με τούτη την καινούρια συμφορά που ζυγώνει την Ελλάδα. Μάνες τρέμουν για τα παιδιά τους, γυναίκες για τους άντρες, παιδιά για τους πατεράδες. Κι ο φόβος γίνεται αναβρασμός. Κι ο αναβρασμός, μια θέληση. Κι η θέληση, μια κραυγή που τη βροντοφωνά ο τοίχος: ΚΑΤΩ Η ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ. Την παίρνει το χωνί και τη διαλαλά στις γειτονιές. Κάτω η επιστράτευση! Τυπώνουν τα μυστικά τυπογραφεία προκηρύξεις. Κάτω η επιστράτευση. Κυκλοφορούν οι μυστικές εφημερίδες: Κάτω η επιστράτευση. Γεμίζουν οι δρόμοι μ’ αμέτρητα χαρτάκια: Κάτω η επιστράτευση. Κι όλος αυτός ο αναβρασμός φουσκώνει στα στήθια του λαού για να ξεσπάσει σ’ ένα απ’ τα πιο μεγάλα κι απίστευτα συλλαλητήρια που βλέπει η Αθήνα.
5 Μαρτίου.
Είναι η μέρα που όρισε το ΕΑΜ για το συλλαλητήριο. Ο τρόπος κι ο μηχανισμός του ο ίδιος, όπως πάντα. Σε μικρές ομάδες θα ξεχυθεί ο κόσμος προς το κέντρο. Σε μικρές ομάδες θα πιάσει τις παρόδους. Κρυμμένες θα είναι οι σημαίες κάτω απ’ τα σακάκια, τα φουστάνια, κρυμμένες κι οι ταμπέλες με τις επιγραφές. Κι όταν δοθεί το σύνθημα την ορισμένη ώρα, τότε θα χυθεί ο λαός στον κεντρικό δρόμο που ορίστηκε για το συλλαλητήριο. Ας χτυπήσουν. Το μόνο που δεν λογαριάζουν ως την ώρα που θα πέσουν τα κορμιά. Δεκαπέντε μέρες τώρα απεργίες, διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες. Ο συνετός βλέπει τα συλλαλητήρια -τ’ ακούει δηλαδή- και λέει πως τούτοι οι άνθρωποι σίγουρα είναι τρελοί. Τρελοί όμως ήταν κι όσοι πολέμησαν στον Μαραθώνα. Τρελοί όσοι σκοτώθηκαν στις Θερμοπύλες. Τρελοί ήταν η φούχτα των ανθρώπων που ξεσηκώθηκε το ’21. Τρελοί ήταν αυτοί που χύμηξαν στην Πίνδο. Η ιστορία της Ελλάδας για την οποίαν πολύ καυχιέσαι, συνετέ, είναι μια αλυσίδα από τρέλες…

25 Ιουνίου 1943, τότε που οι Έλληνες διαδήλωναν μπροστά στα γερμανικά πολυβόλα
Ο λαός ξεχύνεται στους δρόμους απεργώντας απέναντι σε τανκς και ναζί με το αίτημα
 "
όχι άλλες εκτελέσεις από τον γερμανικό ζυγό" αψηφώντας την ιδία του τη ζωή!
200.000 διαδηλωτές επιτίθενται εναντίον των γερμανικών αρμάτων.
Επικεφαλής των διαδηλωτών είναι μια ομάδα τυφλών αναπήρων πολέμου, πάνω στα στήθη των οποίων υπάρχουν γραμμένες οι λέξεις «συντρίψατέ μας».



Της Γερακίνας γιος, Βασίλης Τσιτσάνης, Κώστας Βίρβος...




ΦΩΤΟ...ΛΟΓΙΟ