Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Τζοκόντα, η ιστορία της, ο κρυμμένος κώδικας στα μάτια της...

Μόνα Λίζα (Ντα Βίντσι)

Η Μόνα Λίζα (γνωστή και ως Τζιοκόντα, ή Πορτραίτο της Λίζα Γκεραρντίνι, συζύγου του Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο είναι προσωπογραφία που ζωγράφισε ο Ιταλός καλλιτέχνης Λεονάρντο ντα Βίντσι. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο λεύκης, που ολοκληρώθηκε μέσα στη χρονική περίοδο 1503-1519. Αποτελεί ιδιοκτησία του Γαλλικού Κράτους, και εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. Ο πίνακας, διαστάσεων 77 εκ. × 53 εκ., απεικονίζει μία καθιστή γυναίκα, τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, η έκφραση του προσώπου της οποίας χαρακτηρίζεται συχνά ως αινιγματική.Η Μόνα Λίζα θεωρείται το πιο διάσημο έργο ζωγραφικής.
Ιστορικά στοιχεία
 Ο Λεονάρντο ξεκίνησε να ζωγραφίζει τη Μόνα Λίζα το έτος 1503 ή το 1504 στη Φλωρεντία της Ιταλίας.Σύμφωνα με τον σύγχρονο του Λεονάρντο, Τζόρτζιο Βαζάρι, "...αφότου ασχολήθηκε επί τέσσερα χρόνια με το έργο, το άφησε ημιτελές..." Είναι γνωστό πως αυτή ήταν μια συνήθης συμπεριφορά του Λεονάρντο ο οποίος, αργότερα, μετάνιωσε που "δεν ολοκλήρωσε ποτέ ούτε ένα έργο"Θεωρείται πως συνέχισε να ασχολείται με τη Μόνα Λίζα για τρία χρόνια αφότου εγκαταστάθηκε στη Γαλλία και πως την τελείωσε λίγο πριν πεθάνει το 1519. Ο καλλιτέχνης μετέφερε τον πίνακα από την Ιταλία στη Γαλλία το 1516 όταν ο βασιλιάς Φραγκίσκος Α΄ τον προσκάλεσε να εργαστεί στο Clos Lucé κοντά στο βασιλικό κάστρο στην Αμπουάζ. Πιθανότατα μέσω των κληρονόμων του βοηθού του Λεονάρντο, Σαλάι, ο βασιλιάς αγόρασε τον πίνακα για 4.000 écu και τον τοποθέτησε στο παλάτι της Fontainebleau, όπου παρέμεινε έως ότου δόθηκε στον Λουδοβίκο ΙΔ΄. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ μετέφερε το έργο στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, μεταφέρθηκε στο Μουσείο του Λούβρου. Ο Ναπολέοντας τοποθέτησε το έργο στο δωμάτιό του, στο Παλάτι του Κεραμεικού. Αργότερα ο πίνακας επεστράφη στο Μουσείο του Λούβρου. Κατά τη διάρκεια του Γαλλοπρωσικού Πολέμου (1870-1871) μεταφέρθηκε από το Λούβρο στο Brest Arsenal.
Το αντικείμενο του έργου
Ο πίνακας πήρε το όνομά του από τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο που ήταν μέλος της οικογένειας Γκεραρντίνι από τη Φλωρεντία και την Τοσκάνη και σύζυγος του εύπορου έμπορου μεταξιού Φρανσέσκο ντελ Τζιοκόντο. Ο πίνακας ήταν παραγγελία για το καινούριο τους σπίτι και για να γιορτάσουν τη γέννηση του δεύτερου γιου τους, Αντρέα. Η ταυτότητα της εικονιζόμενης γυναίκας αναγνωρίστηκε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης το 2005 από έναν ειδικό που ανακάλυψε ένα σημείωμα του 1503 το οποίο είχε γράψει ο Αγκοστίνο Βεσπούτσι.
Διάφορες εναλλακτικές απόψεις έχουν εκφραστεί σχετικά με το θέμα. Κάποιοι μελετητές θεωρούν πως η Λίζα ντελ Τζιοκόντο ήταν το αντικείμενο μιας άλλης προσωπογραφίας, και εντοπίζουν τουλάχιστον άλλους τέσσερις πίνακες στους οποίους αναφέρεται ο Βασσάρι αποκαλώντας τους Μόνα ΛίζαO Σίγκμουντ Φρόυντ πίστευε πως το περιώνυμο μειδίαμα της Μόνα Λίζα ήταν αποτέλεσμα ανάκλησης ανάμνησης της μητέρας του Λεονάρντο. Άλλες προτάσεις για την ταυτότητα της εικονιζόμενης γυναίκας είναι: η Isabella από τη Νάπολη,η Cecilia Gallerani, η Costanza d'Avalos, Δούκισσα της Francavilla‎, η Isabella d'Este, η Pacifica Brandano or Brandino, η Isabela Gualanda, η Caterina Sforza, και ο ίδιος ο Λεονάρντο.] Σήμερα οι απόψεις των ιστορικών της τέχνης συγκλίνουν στην ιδέα πως ο πίνακας απεικονίζει τη Λίζα ντελ Τζιοκόντο, που πάντα ήταν η παραδοσιακή άποψη.
Η κλοπή του πίνακα
Η φήμη του πίνακα αυξήθηκε όταν η Μόνα Λίζα κλάπηκε στις 21 Αυγούστου του 1911.Την επόμενη μέρα, ο Λουί Μπερού (Louis Béroud), ένας ζωγράφος, περπατώντας στο Λούβρο, πήγε στο Salon Carré όπου εκτίθονταν η Μόνα Λίζα επί πέντε χρόνια. Ωστόσο στο σημείο όπου έπρεπε να βρίσκεται ο πίνακας, υπήρχαν τέσσερις σιδερένιοι πάσσαλοι. Ο Μπερού ενημέρωσε τον υπεύθυνο της ασφάλειας εκείνου του τομέα, οι οποίος νόμιζε πως ο πίνακας φωτογραφιζόταν για εμπορικούς λόγους. Λίγες ώρες αργότερα, ο Μπερού μαζί με τον επικεφαλής της ασφάλειας του τομέα επικοινώνησαν με τον επικεφαλής του τομέα, και επιβεβαιώθηκε πως η Μόνα Λίζα δεν βρισκόταν με τους φωτογράφους. Το Λούβρο έκλεισε για μια εβδομάδα για να διευκολυνθεί η έρευνα για την κλοπή.
Ο Γάλλος ποιητής Γκιγιώμ Απολλιναίρ, θεωρήθηκε ύποπτος, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Ο Απολλιναίρ προσπάθησε να εμπλέξει στην υπόθεση τον φίλο του, Πάμπλο Πικάσο, ο οποίος επίσης ανακρίθηκε, αλλά αργότερα και οι δύο απαλλάχθηκαν των κατηγοριών. Εκείνη τη χρονική περίοδο επικράτησε η εντύπωση πως ο πίνακας είχε χαθεί οριστικά, ωστόσο δύο χρόνια αργότερα ανακαλύφθηκε ο πραγματικός δράστης. Η Μόνα Λίζα είχε κλαπεί από τον Βιντσέντσο Περούτζια (Vincenzo Peruggia), υπάλληλο του Λούβρου, ο οποίος μπήκε στο μουσείο κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ημέρας, κρύφτηκε σε μία ντουλάπα και βγήκε από το μουσείο αφού αυτό είχε κλείσει, κρύβοντας τον πίνακα κάτω από το παλτό του.Ο Περούτζια ήταν ένας Ιταλός πατριώτης που πίστευε πως ο πίνακας του Λεονάρντο έπρεπε να επιστραφεί στην Ιταλία και να εκτίθεται σε ιταλικό μουσείο. Ένα από τα κίνητρα του Περούτζια πιθανόν να ήταν και το γεγονός ότι ένας φίλος του πουλούσε αντίγραφα του πίνακα, η αξία των οποίων θα αυξανόταν ραγδαία μετά την κλοπή του αυθεντικού. Αφού κράτησε τον πίνακα στο διαμέρισμά του για δύο χρόνια, τελικά συνελήφθη όταν προσπάθησε να τον πουλήσει στους διοικητές της πινακοθήκης Ουφίτσι στη Φλωρεντία. Ο πίνακας εκτέθηκε σε διάφορα μέρη σε όλη την Ιταλία και επεστράφη στο Μουσείο του Λούβρου το 1913. Ο Περούτζια επικροτήθηκε στην Ιταλία για τον πατριωτισμό του και εξέτισε ποινή φυλάκισης έξι μηνών για το έγκλημα που διέπραξε.
Το αντίγραφο του πίνακα στο Μουσείο ντελ Πράδο
 Το 2012 ανακοινώθηκε πως στο Μουσείο ντελ Πράδο υπάρχει πίνακας που είναι αντίγραφο της Μόνα Λίζα και δημιουργήθηκε την ίδια χρονική περίοδο με τον αυθεντικό πίνακα. Ο πίνακας παλαιότερα θεωρούνταν ως ένα από τα πολλά μεταγενέστερα αντίγραφα του αρχικού έργου, ωστόσο μετά από επεξεργασία προέκυψε πως πιθανότατα δημιουργήθηκε παράλληλα με τον πρωτότυπο. Ο δημιουργός του αντιγράφου δεν ήταν ο Λεονάρντο, αλλά πιθανότατα κάποιος μαθητής του, ίσως ο Φραντσέσκο Μέλτσι, που εργαζόταν στο ίδιο εργαστήριο με τον Ντα Βίντσι και ζωγράφισε το έργο την ίδια περίοδο που ο Ντα Βίντσι ζωγράφισε την Τζιοκόντα. Ο πίνακας απεικονίζει τη Μόνα Λίζα αρκετά νεότερη σε σχέση με την πρωτότυπη απεικόνισή της. Επίσης η εικονιζόμενη δεν παρουσιάζεται εξιδανικευμένη στο αντίγραφο το οποίο για αυτό το λόγο ίσως αποτελεί μια πιο ακριβή περιγραφή της συγκεκριμένης γυναίκας. Χαρακτηριστικό του δεύτερου πίνακα είναι πως ο δημιουργός του έχει σχεδιάσει και φρύδια στην εικονιζόμενη, κάτι που λείπει πλήρως από τον αρχικό πίνακα.
Η Μόνα Λίζα στο διάστημα
Υπό τον παραπάνω δημοσιογραφικό τίτλο ανακοινώθηκε η επιλογή της NASA να στείλει μέσω λέιζερ σε σεληνιακό δορυφόρο την εικόνα της Μόνα Λίζα. Πρόκειται για την πρώτη επίδειξη της νέας δυνατότητας αποστολής δεδομένων εικόνας από τη Γη μέσω οπτικής τεχνολογίας σε τόση μεγάλη απόσταση, περίπου 384.000 χλμ
Πηγή:Βικιπαίδεια

«Κρυμμένος κώδικας» στα μάτια της Μόνα Λίζα


Το μυθιστόρημα του Νταν Μπράουν «Κώδικας Ντα Βίντσι» μπορεί να μην απέχει τελικά και πολύ από την πραγματικότητα, καθώς ιστορικοί τέχνης ανακάλυψαν μικροσκοπικούς αριθμούς και γράμματα στα μάτια της αινιγματικής Μόνα Λίζα.
 Tο 500 ετών αριστούργημα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι αποτελεί μυστήριο αρκετό καιρό τώρα. Ακόμη και σήμερα, η πραγματική ταυτότητα της γυναίκας με το γοητευτικό χαμόγελο παραμένει αβέβαιη.
Μέλη της ιταλικής Εθνικής Επιτροπής Πολιτιστικής Κληρονομιάς αποκάλυψαν πως μεγεθύνοντας υψηλής ανάλυσης φωτογραφίες των ματιών της Μόνα Λίζα, μπορούν να εντοπιστούν γράμματα και αριθμοί. «Στο γυμνό μάτι τα σύμβολα δεν είναι ορατά, αλλά με μεγεθυντικό φακό φαίνονται ξεκάθαρα», εξηγεί ο Σιλβάνο Βινσέντι, πρόεδρος της Επιτροπής.
Στο δεξί μάτι φαίνεται να αποτυπώνονται τα γράμματα LV, τα οποία μπορεί να αποτελούν τα αρχικά του ονόματος του καλλιτέχνη, ενώ στο αριστερό μάτι υπάρχουν σύμβολα, που δεν είναι όμως τόσο προσδιορίσιμα. «Είναι πολύ δύσκολο να τα καθορίσουμε καθαρά, αλλά φαίνεται να είναι τα γράμματα CE ή μπορεί να είναι το γράμμα B – πρέπει να θυμόμαστε ότι ο πίνακας είναι σχεδόν 500 ετών, συνεπώς δεν είναι τόσο ξεκάθαρος όσο όταν πρωτοζωγραφίστηκε».
Ο Βινσέντι, που ταξίδεψε στο Παρίσι για να εξετάσει τον πίνακα στο μουσείο του Λούβρου, εξηγεί ότι η έρευνα της υπόθεσης ξεκίνησε όταν ένα άλλο μέλος της Επιτροπής, ο Λουίτζι Βόρτζια ανακάλυψε ένα μουχλιασμένο βιβλίο σε ένα κατάστημα με αντίκες. Ο 50χρονος τόμος περιγράφει το πώς τα μάτια της Μόνα Λίζα είναι γεμάτα σύμβολα και σημάδια. «Βρισκόμαστε μόλις στην αρχή της έρευνας και ελπίζουμε να εισχωρήσουμε βαθύτερα στο μυστήριο και να αποκαλύψουμε περισσότερες λεπτομέρειες όσο νωρίτερα γίνεται», δήλωσε ο Βινσέντι.
«Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι κανείς δεν έχει προσέξει στο παρελθόν αυτά τα σύμβολα και ήδη από την αρχή της έρευνας ήμασταν σίγουροι ότι δεν είναι τυχαία, αλλά ζωγραφίστηκαν από τον ίδιο τον καλλιτέχνη».
Ο Βινσέντι είναι μέλος της ομάδας που ζητά από τις γαλλικές αρχές την άδεια να εκταφιαστεί η σορός του Ντα Βίντσι, επιθυμώντας να εξετάσει το κρανίο του - αν υφίσταται ακόμη. Εάν υπάρχει, θέλει να προσπαθήσει να επαναδημιουργήσει το πρόσωπό του και να διαπιστώσει αν η Μόνα Λίζα αποτελεί αυτοπροσωπογραφία του καλλιτέχνη, όπως θεωρείται από πολλούς. Ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν ότι ο Ντα Βίντσι ήταν ομοφυλόφιλος και πως η αγάπη του για τους γρίφους τον οδήγησε να ζωγραφίσει τον εαυτό του ως γυναίκα.
Μια άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι η Μόνα Λίζα είναι η Λίζα Γκεραρντίνι, η γυναίκα του Φλωρεντιανού εμπόρου ή ακόμη και η μητέρα του καλλιτέχνη.
«Ο Ντα Βίντσι έδινε ιδιαίτερη σημασία στη Μόνα Λίζα και γνωρίζουμε ότι τα τελευταία χρόνια της ζωής του κουβαλούσε τον πίνακα μαζί του όπου πήγαινε. Ξέρουμε επίσης ότι ο Ντα Βίντσι ήταν πολύ εσωτεριστικός και χρησιμοποιούσε σύμβολα στα έργα του για να περνάει μηνύματα. Έχουμε εξετάσει και άλλους πίνακες χωρίς να βρούμε παρόμοια σύμβολα ή γράμματα».
«Το ερώτημα πλέον είναι τί σημαίνουν... Είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι το LV είναι η υπογραφή του, αλλά οι άλλοι αριθμοί και γράμματα; Ποιος ξέρει... μπορεί να είναι και ένα ερωτικό μήνυμα προς το πρόσωπο που απεικονίζεται στον πίνακα».
Πηγή:tvxs


Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Φλεβάρης, ο κουτσός και ο φλιάρης...

Φλεβάρης, ο κουτσός και ο φλιάρης...

Ονομασία του μήνα Φεβρουαρίου

Ετυμολογία μήνα: Ο Φεβρουάριος παράγεται από το λατινικό ρήμα februare, που σημαίνει καθαίρω, αγνίζω, αποβάλλω τα καθάρματα.
Ο Φεβρουάριος προστέθηκε στο Ρωμαϊκό έτος σαν ο τελευταίος μήνας από τον Πομπίλιο Νουμά. Είναι μήνας διαβατήριος και αποκαθαρκτικός. Το 153 π,χ. μεταφέρθηκε στη θέση που έχει σήμερα (δεύτερος μήνας του έτους), και σε αυτή τη θέση διατηρήθηκε και στο Γρηγοριανό ημερολόγιο. Στη διάρκειά του οι Ρωμαίοι διοργάνωναν τελετές καθαρμών και εξαγνισμών.
Η λατινική λέξη februa σημαίνει καθάρσιος-καθαρκτικός και το ουδέτερο πληθυντικού februa, σήμαινε όχι μόνο καθαρτήριος, αλλά και συγκεκριμένα ειδική γιορτή που γίνονταν τον μήνα Φεβρουάριο.
Ο μήνας λοιπόν που περιλάμβανε τους καθαρμούς ονομάστηκε Februarious mensis και μετά από παράλειψη του mensis (μήνας) έμεινε η λέξη Φεβρουάριος.
Η Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος αναφέρει ότι ο Φέβρουος ήταν ο θεός των νεκρών και η Φεβρούα ήταν η θεά που επόπτευε τους καθαρμούς και τους εξαγνισμούς.
Ο μήνας Φεβρουάριος ήταν αφιερωμένος λοιπόν από τους Ρωμαίους στον εξαγνισμό και επιπρόσθετα, επειδή ήταν πολύ βροχερός τον είχαν αφιερώσει στον Ποσειδώνα.
Ο Φεβρουάριος αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα.
Με την καθιέρωση του Ιουλιανού ημερολόγιου (46 π.χ.) περιορίστηκαν οι μέρες του μήνα αυτού από 30 που ήταν ως τότε σε 29, και την εποχή του αυτοκράτορα Αυγούστου του αφαιρέθηκε μια ακόμη ημέρα, που προστέθηκε στον μήνα Αύγουστο προς τιμήν του Αυτοκράτορα.

Ονομασίες λαϊκές για το μήνα Φεβρουάριο

Για να συντονιστεί το ημερολόγιο των 365 ημερών προς το ηλιακό έτος, καθιερώθηκε η αύξηση των ημερών του Φεβρουαρίου κατά μια, κάθε τέσσερα χρόνια.
Ο λαός μας τον αποκάλεσε Κουτσοφλέβαρο, επειδή έχει 28 ημέρες και κάθε τέσσερα χρόνια 29. Κάθε τέσσερα χρόνια που έχουμε δίσεκτο έτος, ο λαός μας πιστεύει ότι είναι κακότυχο. Το δίσεκτο έτος  δεν πρέπει να φυτεύουν αμπέλια οι γεωργοί ούτε να γίνονται γάμοι ούτε να χτίζονται σπίτια.
Λέγεται επίσης ΦλιάρηςΛηψομήνας, Κουτσός, Κουτσούκης ή Μικρός (Κύπρος).
Στον πόντο τον Φεβρουάριο τον ονόμαζαν συνήθως Κούντουρος, γιατί έχει κοντή ουρά, αφού είναι λειψός σε σχέση με τους άλλους. Επίσης σε κάποια μέρη λεγόταν Κούτσουρος, διότι κατά κάποιο τρόπο είναι κουτσουρεμένος.
Οι δύο λέξεις Φεβρουάριος, Φλεβάρης δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους άσχετα αν συμπτωματικά ταιριάζουν τόσο ώστε η μια να προέρχεται από την άλλη.
Το ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ είναι ρωμαϊκό από τους Ρωμαίους θεούς Φεβρούα των καθαρμών και Φέβρουο των νεκρών.
Το ΦΛΕΒΑΡΗΣ βγαίνει από τη λαϊκή ελληνική παράδοση και έχει σχέση με τις φλέβες της γης. Ο λαός μας κατά τον Δ.Σ. Λουκάτο, παρετυμολόγησε τον μήνα και τον ονόμασε Φλεβάρη, επειδή «ανοίγει τις φλέβες του» και γεμίζει τη γη νερά.
Κατ' άλλους λέγεται Φλεβάρης, γιατί παγώνει τις φλέβες της γης. Στη Θράκη υπάρχει το ρήμα φλεβαρίζω= πλημμυρίζω, επειδή τα χωράφια «φλεβαρίζουν από τις βροχές
Λέγεται και τρυγητής γιατί στον αγροτικό βίο, ο Φλεβάρης είναι ο μήνας των αμπελιών. Τότε γίνεται το κλάδεμα, το καθάρισμα και το τσάπισμα των αμπελιών. Τότε βάζουν και καταβολάδες, δηλαδή φυτεύουν αμπέλια (εκτός και αν είναι δίσεχτος ο χρόνος). Για αυτό του το περιεχόμενο ο Φλεβάρης λέγεται όπου είναι ανεπτυγμένη η αμπελουργία και Κλαδευτής.
 Για τον άστατο καιρό, ο Φλεβάρης λέγεται επίσης και Μεθυσμένος, γιατί δεν ξέρει τι κάνει.

Γιορτές το μήνα Φεβρουάριο

Του Αγίου Τρύφωνα 1 Φεβρουαρίου. Ο άγιος Τρύφωνας θεωρείται φύλακας των αμπελιών.
Της Υπαπαντής 2 Φεβρουαρίου. Γιορτάζεται σε ανάμνηση της συναντήσεως του Συμεών με το παιδίον Ιησού (Λουκ., 2.25).
Τότε γίνονται προβλέψεις. «Ό,τι καιρό κάνει της Υπαπαντής, θα βαστάξει σαράντα ημέρες». Αν είναι καλός ο καιρός στις 2 Φεβρουαρίου, ο βαρύς χειμώνας θα διαρκέσει πολύ ακόμα. Από τις 2 Φλεβάρη σταματούν οι γιορτές και μαζί η αργία και η σχόλη.
Του Αγίου Συμεών 3 Φεβρουαρίου. Ο Άγιος τιμάται από τις εγκύους, που έλεγαν παρετυμολογώντας: «για να μη γεννηθεί το παιδί σημειωμένο».
Του Αγίου Χαραλάμπους 10 Φεβρουαρίου.
Πρώτη Κυριακή της Αποκριάς «Οι μεταμφιέσεις και οι παράδοξοι χοροί των μασκαράδων γίνονται για να ξυπνήσουν τα πνεύματα της βλαστήσεως» .
 H Καθαρά Δευτέρα eίναι μια πανάρχαιη γιορτή που σχετίζεται κυρίως με τις πομπές των Κατ' Αγρούς Διονυσίων αλλά και με ορισμένες Απολλώνιες ιδέες λατρευτικού περιεχομένου. Στις μέρες μας συνηθίζεται ο εορτασμός με ομαδική έξοδο στην εξοχή.
Αρχαίες γιορτές ήταν τα Ανθεστήρια, Χόες. Στην Αττική γιόρταζαν τα πρώτα άνθη της αμυγδαλιάς με διαγωνισμούς οινοποσίας. Άνοιγαν τους πίθους με το κρασί (πιθοίγια) και γέμιζαν τις κρασοκανάτες (χόες). Νικητής ήταν όποιος άδειαζε πρώτος τον χουν που χώραγε περισσότερο από δύο λίτρα.

Ο Άγιος Κασσιανός γιορτή στο μήνα Φεβρουάριο

Κάθε τέσσερα χρόνια που το έτος είναι δίσεκτο, την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου, δηλαδή στις 29 του μήνα, γιορτάζει ο Άγιος Κασσιανός. Η περίεργη αυτή γιορτή, έδωσε αφορμή για διάφορες λαϊκές ερμηνείες και περιπαίγματα.
Στη Μυτιλήνη, τη γιορτή του Αγίου Κασσιανού τη θεωρούν ως γιορτή των τεμπέληδων! Λένε μάλιστα: « του Κασσιανού γιορτάζουν οι οκνοί (οι τεμπέληδες)».
Η παράδοση από την Μυτιλήνη που εξηγεί τις παραπάνω εκφράσεις είναι οι εξής:
 Μια μέρα που ο Χριστός γύριζε με τους Αποστόλους, έκατσε σε ένα μέρος να ξεκουραστεί. Πάνε τότε όλοι οι Άγιοι κοντά, για να του γυρέψουν δουλειά. Πάει ο Άι- Νικόλας και του λέει:
_ Χριστέ μου για πες μου, τι να κάνω;
Λέει τότε ο Χριστός:
_ Πήγαινε να δεις ποια καράβια και καΐκια βολοδέρνουν και απέ να τα σώζεις.
Πάει ο Άι - Τρύφωνας και του λέει:
_ Εγώ τι θέλεις να κάνω;
_ Αμ' το κλαδευτήρι το'χεις στη μέση σου και κρέμεται, τι ρωτάς λοιπόν; Πήγαινε στα χωράφια και στα αμπέλια και κάνε τη δουλειά σου. Διώξε τις αρρώστιες απ' τα δέντρα κι όλα τα κακά!
Ένας ,ένας πήγαν όλοι οι Άγιοι στο Χριστό και ανέλαβαν τη δουλειά τους. Πίσω, πίσω πήγε και ο Άγιος Κασσιανός και λέει:
_ Εγώ Χριστέ μου, τι να κάνω;
Γέλασε τότε ο Χριστός, δε βάσταξε και του ‘πε:
_ Αμ' εσύ είσαι που είσαι οκνός! Φύλαγε λοιπόν το Φλεβάρη! Κι άμα δεις και τραβάει είκοσι εννιά, έμπα μέσα στο είκοσι εννιά και κάνε τη δουλειά σου. Πάλι, σα δεν έχει είκοσι εννιά , κάτσε απ' όξω.

Γεωργικές εργασίες το μήνα Φεβρουάριο

Φυτεύουν πατάτες.
Προετοιμάζουν τα χωράφια για να σπείρουν ανοιξιάτικα σιτηρά και
ενισχύουν τα φθινοπωρινά λιπαίνοντάς τα.
Κλαδεύουν αμπέλια και δέντρα.
Καθαρίζουν τα μαντριά.
Συντηρούν την κοπριά σε λάκκους.
Σβαρνίζουν τα χωράφια.

Πηγή:www.paidika.gr

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014

Κέιμενο του Ν. Καζαντζάκη για την Ρόζα Λούξεμπουργκ...

 Χθες, 15 Γενάρη, που ήταν η επέτειος της δολοφονίας της Ρόζας Λούξεμπουργκ διάβασα στο tvxs ένα κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη για κείνη, ένα συγκλονιστικό κείμενο που θέλω πολύ να το μοιραστώ μαζί σας....
Καλή μελέτη...

«“Τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο!” Ηλίθιοι μπράβοι! Η “τάξη” σας είναι χτισμένη στην άμμο. Αύριο κιόλας η επανάσταση θα ανυψωθεί με μια βροντή και με σαλπίσματα θα ανακοινώσει στον τρόμο σας: Ήμουν, Είμαι, Θα είμαι!». Ρόζα Λούξεμπουργκ.



Σαν σήμερα, στις 15 Ιανουαρίου του 1919, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, μαρξίστρια και ηγετική μορφή των «Σπαρτακιστών», δολοφονείται από τα Freikorps, τις εθνικιστικές πολιτοφυλακές για την καταστολή της επανάστασης του Γενάρη στη Γερμανία.
Με αφορμή την επέτειο θανάτου της, το tvxs δημοσιεύει κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη για την Ρόζα Λούξεμπουργκ:
«Κίνησα το πρωί για τον Διόνυσο, στην Πεντέλη. Κρατούσα τα "Γράμματα" της Ρόζας Λούξεμπουργκ κι ήθελα να τα διαβάσω ψηλά στη μοναξιά, κάτω από τα πεύκα.
Γυάλιζε ο αέρα ακίνητος κι άστραφτε σαν ατσάλι· απάνω του, σαν ξόμπλια σμαλτωμένα, τα δέντρα, οι πεταλούδες, τα σπίτια των ανθρώπων. Η Πεντέλη μπροστά μου, η μάνα, με τον ανοιχτό πληγωμένον κόρφο, που είχε γεννήσει τους Θεούς· ζερβά μου ο Πάρνης γαλάζιος και τραχύς. Μύριζε το θυμάρι, η αφάνα· οι βελόνες των πεύκων, διχαλωτές, έσταζαν τον ήλιο.
Στο Διόνυσο, βρήκα ένα παλιό μου φίλο. Είχα χρόνια να τον δω. Α! τους ηρωικούς αγώνες μας για τη δημοτική γλώσσα, τα μανιφέστα που ξαπολούσαμε, τις κρυφές μας συνεδρίες στα υπόγεια ενός μεγάλου σπιτιού, τους νέους που φέρναμε στα κατηχούμενα τούτα να τους φωτίσουμε, να πληθύνουμε, ν’ ανεβούμε από τα υπόγεια, να φωτίσουμε την Ελλάδα.
Έπειτα σκορπίσαμε. Άλλοι παντρεύτηκαν, άλλοι βαρέθηκαν, άλλοι διορίστηκαν κι ησύχασαν. Όταν τους συναντώ στο δρόμο, κάνω πως δεν τους βλέπω από ευγένεια – φοβούμαι μήπως θυμηθούν και κοκκινίσουν. Μα σήμερα δεν μπόρεσα να ξεφύγω. Μόλις πρόβαλα στο μικρό ξενοδοχείο του Διονύσου, να ο φίλος μου με το μπαστούνι του, με το καπέλο γυριστό, να μην τον κάψει ο ήλιος γλυκοκουβέντιαζε με πέντ’ έξι κοπέλες. Πώς πάχυνε! Τα μάτια του ήταν πρησμένα, τα μάγουλά του κρέμουνταν, το πηγούνι του αναπαύονταν απάνου στο διπλό προγούλι.
-Πώς πάχυνες! του είπα.
-Ναι, πήρα τον κατήφορο. Στρώνω τραπέζι για τα σκουλήκια. Γεροντόπαχο. Δε σκοτίζομαι πια για τίποτα, δεν μπορώ να αφομοιώσω καμιά καινούρια ιδέα. Είμαι ήσυχος.
Και σε λίγο πρόσθεσε:
-Άλλαξαν οι συνήθειές μου. Παντρεύτηκα βλέπεις. Δεν περπατώ πια, βαριέμαι. Αγαπώ τις απλές κουβέντες, τη μαστίχα και τα παιδιά μου.
Θέλησα να του θυμίσω τους αγώνες μας. Όλα τα θυμόταν ήσυχα, χωρίς θλίψη, χωρίς ντροπή.
-Κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Σήμερα οι νέοι άλλαξαν. Γίνηκαν επαναστάτες, δε σέβουνται.
Μα καθόλου δε θεράπευε πια την καρδιά μου όλη τούτη η ωραιότητα. Σαν παμπάλαιη μου φάνηκε Σειρήνα, που μάταια μάχουνταν να μας γοητέψει και να ξεχάσουμε το τραχύ, χωρίς γλύκα κι ωραιότητα σύγχρονο χρέος.
Ανέβαινα βιαστικός, κλεισμένος μέσα στην αγωνία μου. Σήμερα μια γυναίκα άσκημη, χλωμή, απελπισμένη, ανένδοτη, ήταν μαζί μου· ως άγγιζες το χέρι μου το μικρό βιβλιαράκι της Ρόζας Λούξεμπουργκ, έφρισσα, σα να με άγγιζε το νευρικό, νεκρό της χέρι και με οδήγαε.
Μια μέρα την είχα δει σε μια μικρή γερμανική πολιτεία, πάνου σε ένα τραπέζι, να μιλάει σε χιλιάδες εργάτες και πεινασμένους. Ήταν αδύναμη, σα ραχητική, φορούσε ένα παλιό σάλι, έτρεμε από το κρύο κι έβηχε. Μα πότε δεν θα ξεχάσω την κραυγή που τινάχτηκε από το ανεμικό της στόμα κι ανέβηκε στον ουρανό: «Ελευτερία, φως, δικαιοσύνη. Να χαθούμε, όλοι αδέλφια, για να σώσουμε τη γης!».
Πολλοί κλαίγαν, άλλοι βλαστημούσαν και φοβέριζαν. Οι καλοθρεμμένοι αστοί περνούσαν και σφύριζαν. Ήρθαν οι αστυφύλακες και την κατέβασαν από το τραπέζι και την πήραν στη φυλακή. Ποτέ δε θα ξεχάσω τη ματιά της προς τους αψηλούς, βάρβαρους στρατιώτες. Έλεος, αγανάχτηση και θλίψη. Σα να μετρούσε πόσο σκοτάδι υπάρχει ακόμα, πόση σκλαβιά και τι αγώνας χρειάζεται!
Μιαν άλλη μέρα: Είχε κηρυχτεί ο παγκόσμιος πόλεμος, τα γερμανικά σιδερόφραχτα στρατεύματα κίνησαν να δρασκελίσουν τα σύνορα και να μπουν στη Ρωσία.
Άξαφνα, μια χλωμή γυναίκα όρμησε, στάθηκε απάνου στα σύνορα κι άνοιξε τα δυο μικρά της αδύναμα χέρια να σταματήσει τους στρατούς που προχωρούσαν. Ήταν η Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Τη φυλακίζουν. Από τη φυλακή της κοιτάζει τον ήλιο, τα πουλιά, τα σύννεφα, ακουμπισμένη στα κάγκελα.
Ξαπλωμένος στην κορφή του βουνού διαβάζω τα γράμματα της στην αγαπημένη της φιλενάδα, τη Σόνια: «Κάποτε μου φαίνεται πως δεν είμαι ανθρώπινο πλάσμα, μα ένα πουλί ή ένα οποιοδήποτε ζώο, που πήρε ανθρώπινη μορφή. Περσότερο ταιριάζει στην ψυχή μου μια γωνίτσα περβόλι, ένα χωράφι και να ΄μαι ξαπλωμένη στο χορτάρι, ανάμεσα στα έντομα, παρά να βρίσκουμαι σ’ ένα συνέδριο σοσιαλιστικό. Σε σένα μπορώ να κάμω μια τέτοια εξομολόγηση, γιατί βέβαια δε θα με φανταστείς εσύ πως προδίνω την ιδέα. Το ξέρεις, πως μεόλα αυτά, ελπίζω να πεθάνω στο μετερίζι μου: σε μια μάχη στα οδοφράγματα ή μέσα στη φυλακή…».
Γιομάτη επικίντυνα πλούτη κι αντινομίες ήταν η ψυχή της, όπως κάθε μεγάλη ψυχή.
Και παρακάτω γράφει:
«Τη στιγμή που σου γράφω ένας μεγάλος βάβουλος μπήκε στο κελί της φυλακής μου· το γιομώνει με τη βαριά, σα βαρύτονου, φωνή του. Τί ωραίος που είναι, τί βαθύτατη χαρά ζωής αναπηδάει μέσα από το βούισμά του, το γιομάτο δύναμη, ζέστα καλοκαιριάτικη και μυρωδιές από τα λουλούδια!»
«Σονίτσα» γράφει μιαν άλλη μέρα, «παραπονιέσαι με λόγια πικρά γιατί με κρατούν τόσον καιρό φυλακή και φωνάζεις: «Πώς είναι δυνατόν οι ανθρώποι να ορίζουν την τύχη άλλων ανθρώπων;» Αγαπητό μικρό μου πουλί, σε όλη την ιστορία ανθρώποι ορίζουν την τύχη άλλων ανθρώπων, κι η αδικία τούτη, έχει βαθύτατα τις ρίζες της στις υλικές συνθήκες της ζωής.
Μονάχα η εξέλιξη, μέσα από αναρίθμητες σπασμωδικές κρίσεις, μπορεί να φέρει τη λύτρωση. Σήμερα ζούμε ένα από τα πιο τρικυμισμένα κεφάλαια της εξέλιξης αυτής και ρωτάς: Προς τί όλα τούτα; Το ερώτημα τούτο δεν έχει νόημα όταν αγκαλιάσεις ολάκερο τον κύκλο της ζωής. Προς τί να υπάρχουν πουλιά στον κόσμο; Δεν ξέρω. Μα χαίρουμαι που υπάρχουν και γλυκύτατα παρηγοριέμαι, γρικώντας ξαφνικά ένα βιαστικό τσι-τσι-μπε να μου έρχεται μακριάθε, απάνου από τον τοίχο.
Άλλωστε υπερτιμάς τη γαλήνη μου. Δυστυχώς η εσωτερική μου ισορροπία και μακαριότητα ταράζεται κι από τον πιο ανάλαφρο ίσκιο που περνάει ποπάνω μου κι υποφέρω τότε αδήγητο μαρτύριο. Μα τις στιγμές αυτές μου είναι αδύνατο να προφέρω λέξη.».
Σε ένα άλλο γράμμα της περιγράφει με πόνο τα βουβάλια που σέρνουν μεγάλα κάρα και κουβαλούν στις φυλακές τα αιματωμένα ρούχα από τον πόλεμο. Ένας στρατιώτης τα χτυπούσε και χάραζε, έως το αίμα, τη ράχη τους:
«Την ώρα που ξεφόρτωναν τα κάρα, τα βουβάλια έμεναν ακίνητα εξαντλημένα και το ένα, εκείνο που έτρεχε αίμα, κοίταζε θλιμμένο, ίσα, μπροστά του. Όλη του η μορφή και τα μεγάλα του μαύρα μάτια, τα τόσο γλυκά, είχαν την έκφραση του παιδιού που τιμωρήθηκε σκληρά χωρίς να ξέρει την αιτία· έκλαψε πολύ και δεν ξέρει πια πώς να γλυτώσει από το μαρτύριο κι από την κτηνώδη βία.
Στεκόμουνα μπροστά στο κάρο και το πληγωμένο ζώο με κοίταζε. Τα δάκρυα τινάχτηκαν από τα μάτια μου· ήσαν τα δάκρυά του. Ω δύστυχο βουβάλι μου, αγαπημένε φτωχέ αδερφέ μου, είμαστε κι οι δυο ανυπεράσπιστοι και βουβοί, ενωμένοι κι οι δυο στο πόνο, στην ανημποριά και στη λαχτάρα!»
Θάμα είναι η ευαισθησία τούτη της καρδιάς σε μια γυναίκα με τόση οξύτατη λογική και διαλεκτική δεινότητα και σοφία.
Κι ακόμα περισσότερο η Ρόζα Λούξεμπουργκ είχε και την Τρίτη ανώτατη αρετή: Δεν ήταν μονάχα λεπτότατα παθαινόμενη καρδιά, δεν ήταν μονάχα ανυπέρβλητα λαγαρός θεωρητικός νους – μα ήταν και μια ζωή γιομάτη Πράξη: αμείλιχτος πολεμιστής, έτρεχε από πόλη σε πόλη, μιλούσε στις πλατείες, στα καφενεία, στα εργοστάσια, πήγαινε μπροστά από τους εργάτες σε συλλαλητήρια κι απεργίες.
«Σονίτσαα, Σονίτσα, κράτα ό,τι κι αν γίνει, τη γαλήνη σου και την ηρεμία. Τέτοια είναι η ζωή και πρέπει να την παίρνεις όπως είναι, με γενναιότητα, με όρθιο το κεφάλι και με χαμόγελο στα χείλη, μπροστά και ενάντια στα πάντα!»
Και το τελευταίο της γράμμα, λίγο πριν την σκοτώσουν:
«Η ψυχή μου βρίσκεται σε τέτοιο πυρετό, που είναι αδύνατο να δέχουμαι πια τους φίλους μου και να νιώθω πως μας επιβλέπουν οι φύλακες. Το βάσταξα με υπομον’η όλα τούτα τα χρόνια κι αν ήταν άλλοι καιροί, θα ‘κανα υπομονή. Μα τώρα που όλα συθέμελα άλλαξαν, δεν το ανέχομαι πια. Να μ’ επιβλέπουν την ‘ωρα που μιλω΄και να να μη με αφήνουν να προφέρω λέξη για ότι βαθύτατα μ’ ενδιαφέρει, μου κατήντησε τόσο μαρτύριο, που προτιμώ να στερηθώ κάθε επίσκεψη, ωσότου να μπορέσουμε να ιδωθούμε σαν ελεύτεροι άνθρωποι».
Σε λίγο καιρό, τον Γενάρη του 1919, τη σκότωσαν!
Αχ! Πως ανέβηκε ξαφνικά, μέσα στην Πεντέλη, η κραυγή: - Βοήθεια!
Δεν ήταν μια γυναίκα που φώναζε – ήταν η κραυγή, η σημερινή, ολάκερης της Γης.
Κατέβαινα το βουνό ταραγμένος. Τα δάκρυα είχαν τιναχτεί από τα μάτια μου. Πώς όταν είδα τη γυναίκα τούτη στη μακρινή πολιτεία να φωνάζει, απάνω στο τραπέζι, μικρή, αδύναμη κι άσκημη, πώς να μη χυθώ να σφίξω το χέρι της και να πάω μαζί της! Μα θυμούμαι, πειράχτηκα κι απόστρεψα το πρόσωπό μου. Ένας γιατρός, που ήταν μαζί μου είπε: «Θα είναι υστερική· θα την πάντρευα να ησυχάσει». Κι εγώ γέλασα, θυμούμαι.
Φρίσσω λογιάζοντας πόσο κτήνος μπορεί να ‘ναι ο άνθρωπος, χωρίς να το νιώθει. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα ξεπέσει τόσο, μεγαλύτερη αμαρτία δεν έκαμα.
Και τώρα τα δάκρυα ανεβαίνουν, μια καρδιά χτυπάει και γιομίζει με αντίλαλο την ερημιά, η ζωή ανασηκώνεται όλη απάνου στους αδύναμους, καμπουριασμένους ώμους της χλωμής τούτης μεγαλομάρτυρης αδελφής.
Έφυγε η κραυγή από το στήθος της, λευτερώθηκε από το εφήμερο κορμί της και δουλεύει, φωνάζοντας πολεμικά, μέσα στα στήθη των ανθρώπων. ΄
Τέτοια η κραυγή της λευτεριάς. Έκαμε χρόνια να φτάσει και να χτυπήσει την ψυχή μου. Άλλες ψυχές, πιο χαμηλά, πιο πέρα, ακόμα δεν τη γρίκησαν. Βλέπουν μια γυναίκα ν’ ανοίγει το στόμα της, να σηκώνει τα χέρια απάνου σ’ ένα τραπέζι, μα δεν ακούν τί λέει: ύστερα από πέντε, δέκα χρόνια, θ’ ακούσουν· κι η ψυχή τους θα τιναχτεί κραυγάζοντας.
Η κραυγή της Ρόζας Λούξεμπουργκ σκίζει τα σωθικά μας: -Βοήθεια
Ο αέρας άλλαξε, αναπνέει μιαν άνοιξη βαριά, γιομάτη θειάφι. Ποιος φώναξε; Εμείς φωνάζουμε, οι αδικημένοι άνθρωποι! Κι ύστερα σιωπή· ξεχνούμε από τεμπελιά, από συνήθεια, από φόβο. Μα ξάφνου πάλι η κραυγή σκίζει τα σωθικά μας. Γιατί δεν είναι απόξω, δεν είναι μακριά, δεν έρχεται, για να μπορούμε να ξεφύγουμε – μέσα στην καρδιά κάθεται η κραυγή και φωνάζει.
Ανίλεη, αυστηρή είναι η στιγμή που περνούμε. Δε στρέφουμε πια το πρόσωπό μας στον ουρανό, ζητώντας βοήθεια. Ξέρουμε, ουρανός και γης είναι ένα. Ο νους, ας είναι ο ποιητής ουρανού και γης· αυτός ανέλαβε όλη την ευθύνη του χαμού ή της σωτηρίας. Ο νους μας είναι σαν το «Μικρό Σκορπιό» μιας αφρικάνικης παράδοσης, που αν την ήξερε, πολύ θα την αγαπούσε η Ρόζα Λούξεμπουργκ.
«Ο μικρός σκορπιός είπε: - Εγώ, ο μικρός σκορπιός ποτέ δε θα επικαλεστώ το όνομα του Θεού. Εγώ, ο μικρός σκορπιός, όταν θέλω να κάμω τίποτα, θα το κάμω με την ουρά μου»!"

Πηγή: tvxs

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

Νίκολα Τέσλα,ο επιστήμονας, ο οραματιστής...!

«Η ενέργεια βρίσκεται παντού και σε αφθονία. Εμείς όμως διψάμε. Μοιάζουμε με κάποιον που βρίσκεται πάνω σε μια βάρκα που πλέει μέσα σ’ ένα ποτάμι, αλλά πεθαίνει από τη δίψα, γιατί δε διαθέτει ένα ποτήρι για να πιει νερό».Νίκολα Τέσλα, ο επιστήμονας, ο οραματιστής, ο αθεράπευτα ανθρωπιστής, ο "πατέρας" της ελεύθερης ενέργειας...

Ο Νίκολα Τέσλα (σερβ. Никола Тесла), 10 Ιουλίου 1856 - 7 Ιανουαρίου 1943) ήταν εφευρέτης, μηχανολόγος και ηλεκτρολόγος μηχανικός, ένας από τους σημαντικότερους φυσικούς στην ιστορία της επιστήμης.

Τα πρώτα χρόνια

 Γεννημένος στο Σμίλιαν στην περιοχή Λίκα της σημερινής Κροατίας, ανήκε στη Σερβική κοινότητα της Αυστριακής Αυτοκρατορίας και αργότερα έγινε Αμερικανός πολίτης. Πατέρας του ήταν ο ορθόδοξος ιερέας του χωριού Σμίλιαν (το όνομα του χωριού προέρχεται από τη σερβική λέξη για το φυτό Αμάραντος που είναι смиље / smilje [σμίλιε]) Μιλούτιν Τέσλα (1819-1879), μητέρα του ήταν η Γκεοργκίνα-Τζούκα Μάντιτς (1822-1892), κόρη ορθόδοξου ιερέα, ενώ και τα αδέρφια της ήταν μέλη του κλήρου της χώρας. Ο ένας ήταν ο Μητροπολίτης Νίκολα Μάντιτς και ο άλλος ο μοναχός Πέταρ Μάντιτς. Επίσης είχε έναν μεγαλύτερο κατά επτά χρόνια αδελφό, τον Ντάνε Τέσλα, ο οποίος έχασε τη ζωή του, όταν ο Νίκολα ήταν επτά ετών, πέφτοντας από το άλογο ενώ έκανε ιππασία. Ο Νίκολα από μικρή ηλικία εντυπωσιάστηκε από το φαινόμενο του ηλεκτρισμού όταν άρχισε να τρίβει το τρίχωμα των ζώων που είχαν στο πατρικό του. Από μικρός ήταν βιβλιόφιλος καθώς διάβαζε τα περιοδικά που δημοσίευε ποίηση ο πατέρας του και λάτρευε τον Ιούλιο Βέρν (1828-1905) και τον Εμίλ Ζολά (1840-1902).

Σπουδές

 Το 1863 μετακόμισε με τους γονείς του στο Γκόσπιτς όπου ο Νίκολα έλαβε τη βασική εκπαίδευση και έμαθε τη γερμανική γλώσσα. Το 1870 ο Νίκολα συνέχισε την εκπαίδευση του μέχρι το 1873 στο Real Gymnasium στην πόλη Ράκοβατς, κοντά στο Κάρλοβατς (σημερινό Κόρντουν) όπου και έμενε στο σπίτι της θείας του Στάνκα Μπράνκοβιτς. Εκεί ο καθηγητής του Μάρτιν Σέκουλιτς, μαζί με το συμμαθητή του Ιούλιους Μπαρτόκοβιτς, τον παρότρυναν να ασχοληθεί περισσότερο με τη μελέτη του ηλεκτρομαγνητισμού. Τελικά στις 26 του Ιουνίου του έτους 1873 αποφοίτησε με βαθμό «πολύ καλά» και επέστρεψε στη γενέτειρα του όπου προσβλήθηκε από χολέρα. Το 1875 θεραπευμένος από την αρρώστια ζήτησε και του δόθηκαν δύο υποτροφίες από τη διοίκηση της Βόινα Κράνα και από τη Στρατιωτική Περιφέρεια του Κάρλοβατς για την Ανώτατη Πολυτεχνική Σχολή του Γκρατς. Αξίζει να αναφέρουμε ότι άλλες τρεις παρόμοιες σχολές βρίσκονταν στη Βιέννη, στο Μπρνο και στην Πράγα. Στο Γκρατς ο Νίκολα έγινε μέλος της σερβικής εθνικιστικής φοιτητικής ομάδας "Σερμπάντια" η οποία του χρηματοδότησε διαλέξεις όπως τη «Περί Τριχοειδών Αγγείων» και «Περί Μυτών» ενώ επίσης τον βοηθούσαν να ανεβάζει θεατρικές παραστάσεις. Το 1877 αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα και δεν μπορούσε να καλύψει οικονομικά τις σπουδές του κι έτσι στράφηκε στην άσωτη ζωή. Το 1878 το πανεπιστήμιο τον έδιωξε από τους χώρους του χωρίς φυσικά να πάρει πτυχίο. Το 1879 ο Νίκολα επιστρέφει για το θάνατο του πατέρα του στη γενέθλια πόλη του αλλά δεν κάθεται για πολύ καθώς εγγράφεται στη φυσικομαθηματική σχολή της Πράγας. Αντιμετώπισε όμως πάλι οικονομικά προβλήματα και έτσι σε ηλικία 24 ετών έφυγε από την Πράγα χωρίς να αποκτήσει κάποιο πτυχίο, ενώ αποφάσισε να εγκαταλείψει τις σπουδές για να αφοσιωθεί στην τεχνική εμπειρία.

Αρχή της σταδιοδρομίας του

Μετά τη Πράγα φεύγει για τη Βουδαπέστη όπου βρίσκει εργασία ως τεχνικός σχεδιαστής στο Κεντρικό Τηλεγραφικό Γραφείο της Ουγγαρίας. Οι ικανότητες του ξεχώρισαν και για αυτό σύντομα έγινε προϊστάμενος του τηλεφωνικού κέντρου της πόλης. Αργότερα η διεύθυνση του γραφείου τον στέλνει στο Παρίσι ως εξωτερικό συνεργάτη. Το 1883 του δόθηκε η ευκαιρία να αφήσει έκθαμβους τους πάντες στα γραφεία της εταιρείας Edison’s Club for Europe για την οποία εργαζόταν, όταν τον έστειλαν να διορθώσει τον ηλεκτρικό σταθμό του Στρασβούργου στον οποίο σημειώθηκε έκρηξη ακριβώς όταν τον επισκεπτόταν ο Γερμανός Κάιζερ Γουλιέλμος Α΄. Ο Τέσλα διόρθωσε τη βλάβη και το σταθμό με επιτυχία το 1884 οπότε ο Τσάρλς Μπάρτσελορ τον συμβούλεψε να επισκεφθεί τον Τόμας Άλβα Έντισον (1841-1931).

Ο Τέσλα στις Η.Π.Α.

Ο Τέσλα έφτασε στις Η.Π.Α. το 1884 με το πλοίο 'Saturnia στα 28 του χρόνια. Αμέσως συναντήθηκε με τον Έντισον, ο οποίος του ανέθεσε την πρώτη του δουλειά: Να επισκευάσει τη γεννήτρια του ατμοπλοίου "Όρεγκον". Οι σχέσεις των δυο ανδρών δεν ήταν ποτέ καλές διότι ο Έντισον ήταν άνθρωπος πρακτικός και βασιζόταν περισσότερο στην εργατικότητα και στις εμπειρίες του, πράγμα που ερχόταν σε αντίθεση με τον Τέσλα που ήταν ένας άνθρωπος με ιδανικά, διανοούμενος και πιο πολύ θεωρητικός. Ακόμα είχαν διαφωνίες στο αντικείμενο της εργασίας τους καθώς ο Έντισον ήταν υποστηρικτής της χρήσης του συνεχούς ρεύματος ενώ ο Νίκολα υποστήριζε τη χρήση του εναλλασσόμενου ρεύματος. Φήμες θέλουν τον Έντισον να είχε ενοχληθεί από την ενασχόληση του Τέσλα με μυστικιστικές θεωρίες και πειράματα. Γεγονός είναι πάντως ότι οι δρόμοι των δυο μεγάλων εφευρετών χωρίζουν κάπου στο 1886 και ο Τέσλα μετά από κάποιες αποτυχημένες επιχειρηματικές ενέργειες βρίσκει νέο χρηματοδότη για τα πειράματα του το 1887. Ο νέος χρηματοδότης ήταν ο διευθυντής της τηλεγραφικής εταιρείας Western Union Α. Μπράουν, ο οποίος του έστησε το εργαστήριο του, λίγα τετράγωνα πιο πάνω από το εργαστήριο του Έντισον, στην οδό Liberty στον αριθμό 89. Τον Οκτώβριο του 1887 η πατέντα του με το όνομα Πολυφασικό Σύστημα Τέσλα κατοχυρώθηκε στην Αμερικανική Επιτροπή Ευρεσιτεχνιών. Το 1888 ο Τέσλα έδωσε μια διάλεξη με θέμα «Το Νέο Σύστημα Κινητήρων και Μετασχηματισμών Εναλλασσόμενου Ρεύματος», στο Αμερικάνικο Ινστιτούτο Ηλεκτρομηχανικής, η οποία έδωσε το έναυσμα στον βιομήχανο Τζώρζ Γουέστινχαουζ (1846-1914) να συνεργαστεί μαζί του. Ο Έντισον με τον χρηματοδότη του Μόργκαν άνοιξαν μέτωπο δυσφήμισης εναντίον του Τέσλα και των χρηματοδοτών του Γουέστινχαουζ και Μπράουν και ειδικά όταν ο τελευταίος πούλησε στις φυλακές Σινγκ-Σινγκ το σχέδιο κατασκευής και λειτουργίας της ηλεκτρικής καρέκλας με εναλλασσόμενο ρεύμα του Τέσλα. Η διοίκηση συμφώνησε και το 1890 έπειτα από πολλές επαναλήψεις εκτέλεσαν τον πρώτο κατάδικο στην ηλεκτρική καρέκλα, τον Γουίλιαμ Κέμλερ. Στη συνέχεια ο Γουέστινχάουζ αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και δεν μπόρεσε να καταβάλει την αμοιβή του Τέσλα, ο οποίος όμως συνέχιζε να δουλεύει αφιλοκερδώς για αυτόν. Την ίδια στιγμή η εταιρεία του Μόργκαν, Thompson Huston άνθιζε και εξαγόρασε την General Electric του Έντισον, η οποία συνεχίζει να υφίσταται μέχρι σήμερα με την ίδια ονομασία.

Η κορύφωση της δόξας και η προσπάθεια χαρακτηρισμού του ως τρελού

Το διάστημα 1890-1891 ο Τέσλα έδωσε δεκάδες διαλέξεις για το εναλλασσόμενο ρεύμα και τη χρήση του. Το 1891 ο Τέσλα εφηύρε το πηνίο που φέρει το όνομά του. Το 1892 ο Τέσλα έλαβε μήνυμα ότι η μητέρα του πεθαίνει οπότε βρήκε ευκαιρία να δώσει σειρά διαλέξεων στο Λονδίνο και να γνωριστεί με τη βασιλική οικογένεια της Μεγάλης Βρετανίας και ύστερα στο Παρίσι. Στη συνέχεια πήγε να επισκεφθεί την ετοιμοθάνατη μητέρα του και μετά πήγε στο Βελιγράδι όπου τον βράβευσε ο βασιλιάς και η Σερβική Βασιλική Ακαδημία. Το 1892 έως το 1903 ο Τέσλα αγωνιζόταν να αποδείξει ότι η εκπομπή και λήψη ραδιοκυμάτων ήταν δική του εφεύρεση καθώς στηριζόταν σε 13 δικές του πατέντες και όχι του Ιταλού Μαρκόνι. Τελικά ο Τέσλα δικαιώθηκε το 1940, ενώ αναγνωρίστηκε ως ο εφευρέτης του ραδιοφώνου το 1955. Παράλληλα τη νύχτα της 1η Μαΐου του έτους 1893 στη Διεθνή Έκθεση του Σικάγο, ο Γκρόβερ Κλήβελαντ, ο 24ος πρόεδρος των Η.Π.Α., φωταγώγησε την πόλη του Σικάγου με λάμπες που λειτουργούσαν με εναλλασσόμενο ρεύμα. Στο περίπτερο του Τέσλα και του Γουέστινχαουζ στην έκθεση επικρατούσε πανηγυρικό κλίμα. Το 1895 ο Ρέντγκεν με τη βοήθεια του Τέσλα μπορούσε να παινευτεί ότι εφεύρε τις ακτίνες Χ και έτσι η φήμη του Τέσλα εκτοξεύτηκε. Κατόπιν δήλωσε ότι είχε καταγωγή από εξωγήινους πολιτισμούς, πράγμα που συνάδει με τη σημερινή θεωρία της πανσπερμίας του σύμπαντος. Το 1898 ισχυρίστηκε, δημιουργώντας και χρησιμοποιώντας μια συσκευή τηλεγεωδυναμικής, ότι ήταν υπεύθυνος για μικρό σεισμό που συνέβη στη Νέα Υόρκη. Σήμερα γνωρίζουμε πως η πρόκληση σεισμών με ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς (EMP ή ΗΜΠ) είναι όντως εφικτή. Εκείνη την περίοδο, η φήμη του Τέσλα στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μεγαλύτερη από κάθε άλλου εφευρέτη ή επιστήμονα στη λαϊκή συνείδηση, αλλά λόγω της εκκεντρικότητάς του και των περίεργων και θεωρούμενων ως εξωφρενικών ισχυρισμών του για τις δυνατότητες της επιστημονικής και τεχνολογικής ανάπτυξης να βοηθήσουν την εκτόξευση του ανθρώπινου πολιτισμού σε άλλη κλίμακα, τελικά εξοστρακίστηκε σαν τρελός επιστήμονας. Από το 1898 έως το 1903 ο Τέσλα άλλαξε αρκετούς χρηματοδότες ενώ είχε αποτραβηχτεί σε πειράματα για τη λεγόμενη «ελεύθερη ενέργεια» στο Κολοράντο Σπρίνγκς και στο Λονγκ Άιλαντ, για τα οποία δεν γνωρίζουμε πολλά και τα οποία διακόπηκαν εντελώς ξαφνικά λόγω παύσης χρηματοδότησης όταν αποκάλυψε στο χρηματοδότη του J. P. Morgan ότι η ελεύθερη ενέργεια θα μοιραζόταν δωρεάν. Έως το 1910 ο Τέσλα είχε ξεχαστεί ή παραγκωνιστεί λόγω των νέων εφευρέσεων και θεωριών των αδερφών Ράιτ, των Κιουρί και του Αϊνστάιν και της εμμονής του Νικολά να θεωρεί τον εαυτό του και τις εφευρέσεις του υπαίτιους για την έκρηξη στη Τουγκούσκα. Από το 1915 έως το 1917 κέρδισε πολλές διακρίσεις από διάφορες ακαδημίες αλλά έχασε την ευκαιρία να προταθεί για Νόμπελ φυσικής από τον Έντισον. Το 1916 νέα κόντρα ξεκίνησε στους κόλπους των φυσικών από τους οπαδούς της θεωρίας του Τέσλα, κυματική θεωρία, εναντίον των οπαδών της θεωρίας του Αϊνστάιν, ατομική θεωρία. Από το 1918 έως το 1922 κατοχύρωσε διάφορες πατέντες και ευρεσιτεχνίες για τη μηχανική των υγρών οι οποίες αγοράστηκαν από διάφορες εταιρίες για να τις εμπορευματοποιήσουν.

Το 1924 ο Τέσλα ισχυρίστηκε ότι είχε εφεύρει την περιβόητη «ακτίνα θανάτου», ένα υπερόπλο ικανό να καταστρέψει μεγάλες εκτάσεις δηλαδή έως και 10.000 αεροπλάνα σε απόσταση 200 μιλίων, ενώ επίσης ισχυρίστηκε ότι αυτό ήταν υπεύθυνο για την έκρηξη στην Τουγκούσκα, φυσικά οι δημοσιογράφοι και ο επιστημονικός κόσμος τον περιγέλασαν ενώ μέχρι σήμερα οι μελετητές εντάσσουν αυτή την εφεύρεση στο τομέα των ανεξήγητων φαινομένων και γεγονότων. Σήμερα η προσπάθεια αποκρυπτογράφησης μέρους των θεωριών και ανακαλύψεων του Τέσλα γίνεται με συστήματα όπως το Haarp. Το 1926, όταν έγινε 70 χρονών, τα πανεπιστήμια του Βελιγραδίου και του Ζάγκρεμπ τον εξέλεξαν ως επίτιμο διδάκτορα.

Το τέλος του Τέσλα

Από το 1936 έως το θάνατο του το FBI παρακολουθούσε τις συνομιλίες και τις κινήσεις του Τέσλα φοβούμενοι ότι είχε αναπτύξει φιλικές σχέσεις με την σταλινική Σοβιετική Ένωση. Το 1937 ένα αμάξι χτύπησε τον Τέσλα σπάζοντάς του αρκετά πλευρά και κλονίζοντας σοβαρά την υγεία του. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Νίκολα Τέσλα είχε να αρρωστήσει από τα 30 του χρόνια, όπως δήλωνε ο ίδιος, ο οποίος πίστευε ότι για αυτό “φταίνε” τα πειράματα του. Το κράτος της Γιουγκοσλαβίας, μετά το ατύχημα του, του έβγαλε ισόβια σύνταξη. 

Το 1941, με την επέκταση του ναζισμού στην Ευρώπη και τον αναβρασμό του παγκοσμίου πολέμου, ο Τέσλα ήθελε να κατασκευάσει ένα «νέο» υπερόπλο για να σώσει την πατρίδα του. Τελικά πέθανε το 1943 στις 7 του Γενάρη αλλά τον βρήκαν νεκρό δυο μέρες μετά γιατί είχε κρεμάσει, όπως έκανε πάντα, στην πόρτα του δωματίου του την επιγραφή «ΜΗΝ ΕΝΟΧΛΕΙΤΕ, ΕΡΓΑΖΟΜΑΙ».

Υστεροφημία

Ο Τέσλα είναι κυρίως γνωστός για τις επαναστατικές του συνεισφορές στους κλάδους του ηλεκτρισμού και του μαγνητισμού στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα. Οι ανακαλύψεις και η θεωρητική εργασία του αποτέλεσαν τη βάση για την εφαρμογή του σημερινού συστήματος εναλλασσόμενου ρεύματος. Εφευρέσεις όπως τα πολυφασικά συστήματα διανομής ισχύος και ο κινητήρας εναλλασσόμενου ρεύματος συνετέλεσαν στην εκδήλωση της Δεύτερης Βιομηχανικής Επανάστασης. Η μονάδα της έντασης του μαγνητικού πεδίου στο SI, το Τέσλα, ονομάστηκε προς τιμή του στο Γενικό Συνέδριο Μέτρων και Σταθμών του Παρισιού το 1960. Εκτός από τη δουλειά του στον ηλεκτρομαγνητισμό και τα συστήματα ισχύος, ο Τέσλα λέγεται ότι έχει συνεισφορές και στη θεμελίωση της ρομποτικής, του τηλεχειρισμού, στην ανάπτυξη του ραντάρ και της επιστήμης υπολογιστών, όπως και στην επέκταση της βαλλιστικής, της πυρηνικής και θεωρητικής φυσικής. Το 1943 το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών τον αναγνώρισε σαν τον εφευρέτη της ασύρματης επικοινωνίας. Ο Τέσλα ισχυριζόταν, μέσα σε όλες τις άλλες θεωρίες του, ότι το 2035 η μόλυνση του νερού θα είναι πολύ χαμηλή, τα ποσοστά παραγωγής δημητριακών πολύ υψηλά, αναδάσωση όλων των καμένων και άνυδρων περιοχών και εκμετάλλευση των πηγών ενέργειας με τρόπο φιλικό για το περιβάλλον . Σύγχρονοι μελετητές του έργου του τον έχουν αποκαλέσει «τον άνθρωπο που εφηύρε τον Εικοστό Αιώνα» και «προστάτη άγιο του σύγχρονου ηλεκτρισμού».

Πηγή:Βικιπαίδεια


 

 


Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Ευγένιος Σπαθάρης,ο δάσκαλος του Θεάτρου Σκιών

Ευγένιος Σπαθάρης, ο δάσκαλος, ο σπουδαιότερος δημιουργός του Θεάτρου Σκιών και γνήσιος εμψυχωτής του λαϊκού ήρωα, Καραγκιόζη...

 

Ο Ευγένιος Σπαθάρης (2 Ιανουαρίου 1924 - 9 Μαΐου 2009) του Σωτηρίου ήταν καλλιτέχνης του ελληνικού θεάτρου σκιών, ένας από τους πιο σημαντικούς καραγκιοζοπαίχτες και ζωγράφος.

Βιογραφία:

Γεννήθηκε στην Κηφισιά στις 2 Ιανουαρίου 1924. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και ιδιαίτερα με τους ήρωες του θεάτρου σκιών, από τους πρωτοπόρους του οποίου ήταν ο πατέρας του, Σωτήρης Σπαθάρης, ο οποίος απεβίωσε το 1974. Το γεγονός αυτό τον εξοικείωσε με το καλλιτεχνικό αυτό είδος και ξεκίνησε να δίνει ο ίδιος παραστάσεις, αρχικά στη διάρκεια της κατοχής, σε θέατρα της Αθήνας, σε πρεσβείες, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη κ.α.. Από τότε, έδωσε πληθώρα παραστάσεων, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού, συμμετέχοντας σε διεθνή φεστιβάλ και συνέδρια ειδικά για το θέατρο σκιών. Παρουσίασε πολλά έργα με ήρωα τον Καραγκιόζη, τόσο ως άψυχο υλικό (φιγούρες ηρώων), όσο και σε έμψυχη (ζωντανή) παράσταση με ηθοποιούς, στο Κρατικό Θέατρο Β. Ελλάδος, στο «Ελληνικό Χορόδραμα», στο Θέατρο Χατζώκου (Θεσσαλονίκη), στο Θέατρο Συντεχνίας κ.α. με τις παραστάσεις «Το ταξίδι», «Το καταραμένο φίδι», «Ο δικτάτορας», «Ο Αλέκος με τα κυδώνια» κ.ά.
Το 1970 κυκλοφόρησε 13 εικονογραφημένα τεύχη (των 2 δρχ. έκαστο) με μαυρόασπρες φιγούρες και έγχρωμο εξώφυλλο. Ενώ το 1979 παρουσιάστηκε από τις εκδόσεις Νεφέλη το επιτυχημένο βιβλίο του «Ο Καραγκιόζης των Σπαθάρηδων» με εφτά έργα και εφτά περιλήψεις (τα τέσσερα δικά του και τα τρία του πατέρα του Σωτήρη). Από το 1962 κυκλοφόρησαν 10 έργα του σε δίσκους 45 στροφών από την His Master's Voice, ενώ ακολούθησαν άλλοι 2 δίσκοι 33 στροφών από τη Μinos-EMI αρχές της δεκαετίας του '80, και άλλες έξι παραστάσεις σε 6 αντίστοιχα CD από τη Legend το 2002.
 Το 1950 ο Ευγένιος πραγματοποιεί την πρώτη του συμμετοχή σε κινηματογραφική ταινία, στο Πικρό Ψωμί του Γρηγόρη Γρηγορίου. Έπαιξε έργα του στην κρατική τηλεόραση από το 1966 μέχρι το 1992. Κάποια από τα έργα του αυτά κυκλοφορούσαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του '90 σε βιντεοκασέτες, ενώ τις ημέρες του θανάτου του ξεκίνησε συμπτωματικά η κυκλοφορία τους σε DVD.
Διακρίσεις:
 Ο Ευγένιος Σπαθάρης ήταν μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, του Ινστιτούτου Παγκοσμίου Θεάτρου (της ΟΥΝΕΣΚΟ). Έκανε περιοδείες σε πολλές χώρες λαμβάνοντας μέρος σε διάφορα φεστιβάλ και συνέδρια όπως: Παρίσι, Λιέγη, Ρώμη, Κάιρο, Λονδίνο, Κοπεγχάγη. Αλλά και ως ζωγράφος έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις ατομικές και ομαδικές στην Αθήνα, Ζυρίχη, Παρίσι και Νέα Υόρκη.
Τιμήθηκε με το Βραβείο Ρώμης (1962), με το Α' Μετάλλιο του Πρίγκιπα του Μοντ, το Α' Βραβείο Πολωνίας (1978), το Α' Μετάλλιο Τοσκανίνι (Ιταλία) το 1978 κ.α. Τέλος, το 2007 τιμήθηκε ιδιαίτερα από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού για τη μεγάλη του προσφορά στο καλλιτεχνικό αυτό είδος, για το οποίο του αναγνωρίστηκε ο τίτλος του μεγάλου δασκάλου.
Το 1991 ιδρύθηκε το Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου, το οποίο λειτουργεί συστηματικά από το 1996, με στόχο την προβολή του θεάτρου σκιών και του καραγκιόζη.
 Στις 6 Μαΐου του 2009 και ενώ βρισκόταν στο Ινστιτούτο Γκαίτε Αθηνών για να παραστεί σε εκδήλωση προς τιμήν του, έχασε την ισορροπία του και έπεσε από σκάλες, με αποτέλεσμα να υποστεί πολλά κατάγματα και να δημιουργηθεί σοβαρό αιμάτωμα στον εγκέφαλο, με την κατάστασή του να χαρακτηριστεί ως κρίσιμη.Τελικά, στις 9 Μαΐου, ύστερα από τρεις ημέρες νοσηλείας απεβίωσε, σε ηλικία 85 ετών. Η σορός του εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα στο Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών και η κηδεία έγινε στις 13 Μαΐου του 2009, στο Μαρούσι, με δημόσια δαπάνη.

Πηγή:Βικιπαίδεια

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Όταν η κρίση χτυπάει τα παλιά σινεμά...!

Όταν έμαθα ότι το "Πτι Παλαί" αυτό το κινηματογραφικό παλατάκι στη γωνιά της Ριζάρη έριξε τίτλους τέλους, δεν το κρύβω, στεναχωρήθηκα πολύ. Μην πω, ότι βούρκωσα κιόλας. Θυμήθηκα τα κυριακάτικα απογέυματα που χωνόμουν στην αίθουσα του και ξεχνιόμουν, ταξίδευα μέσα από τις ταινίες, τις ποιοτικές ταινίες που πρόβαλε. Δυστυχώς, η κρίση έκανε για μια άλλη φορά το...θαύμα της. Ένα ακόμη στέκι, μια ακόμα ανάσα πολιτισμού  την έσβησε... αφήνοντας  πίσω μόνο τη μαρκίζα να γράφει "Πτι Παλαί"... έτσι  για να θυμίζει ότι κάποτε υπήρχαν άλλες εποχές άλλες μελωδίες....Πόσο λυπάμαι...!

Μια μικρή ιστορική αναδρομή στους πρώτους κινηματογράφους στην Αθήνα.... 

ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ-ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΘΕΡΙΝΑ

Οι πρώτοι χώροι στους οποίους παρουσιάζεται αμιγές κινηματογραφικό θέαμα είναι οι αθηναϊκές πλατείες. Αυτοί είναι φορητοί κινηματογράφοι που στήνονται στις πλατείες μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες και συνήθως για περιορισμένες προβολές αφού κινούνται από την Αθήνα στην επαρχία.  
Σαν οι  πρώτοι σταθεροί θερινοί κινηματογράφοι στην Αθήνα μπορούν να θεωρηθούν αυτοί που στήθηκαν στα καφενεία της πλατείας Συντάγματος και του Ζαππείου και λειτούργησαν για πάνω από δέκα χρόνια. Το 1904 βασικά ξεκίνησαν οι συστηματικές προβολές και στα δύο αυτά σημεία που συγκέντρωναν έτσι κι αλλιώς  τον περισσότερο κόσμο της πρωτεύουσας.
Όπως αναφέρει το Εμπρός (11 Μαΐου) τριάντα κινηματογράφοι ετοιμάζονται να στηθούν το καλοκαίρι του 1907 σε διάφορες συνοικίες των Αθηνών. Και φυσικά τα θερινά θέατρα συνεχίζουν κι αυτά να περιλαμβάνουν κινηματογράφο σαν μια ξεχωριστή ατραξιόν.
ΟΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΖΟΝΤΑΙ
Το 1910 είναι μια σημαντική χρονιά για τον κινηματογράφο της πρωτεύουσας. Η μεγάλη ζήτηση που έχει ο κινηματογράφος σπρώχνει επιχειρηματίες να κάνουν σοβαρές επενδύσεις στη νέα τέχνη.
Το 1913 χτίστηκε το πρώτο χτίριο ειδικά για κινηματογράφο από τον μικρασιάτη επιχειρηματία και πρωτοπόρο κινηματογραφικό επιχειρηματία Ε Μαυροδημάκη. « Ήταν το «Παλλάς» που κατόπιν εγκρεμίσθη και εκτίσθη στο ίδιο οικόπεδο το μέγαρον Εφεσίου».
Το 1913 άνοιξε το «Νέον», Πατησίων 8, όπου το κατάστημα του Μαρούση.
Το 1913, ανοίγει το ΡΟΖΙΚΛΑΙΡ στην οδό Πατησίων 12 από τον Π. Φλεγκενάιμερ. Του έδωσε αυτό το όνομα κάνοντας μια σύνθεση  από τα ονόματα  που είχαν δυο κόρες του: Ρόζα και Κλαίρη.
Το 1920, σύμφωνα με τον «Οδηγό της Ελλάδος» λειτουργούν οι παρακάτω κινηματογράφοι:
Χειμερινοί: Απόλλων (Σταδίου 20) Διευθ. Γ Αναστασιάδης, «Αττικόν» (Σταδίου 25) Διευθ. Κ. Εμπέογλου, «Παλλάς» (Σταδίου 24) Διευθ. Κ. Εμπέογλου, «Σπλέντιτ» (Σταδίου 22) Διευθ. Κ. Εμπέογλου, «Πάνθεον» (Πανεπιστημίου) Διευθ. Τ. Μάντακας, «Ροζικλαίρ» (Πατησίων) Διευθ. Κ. Καράς. Θερινοί: Ζαππείου, Καφεθυστιατόριο με ορχήστρα, δύο στην Πλατεία  Συντάγματος-Καφενείο Ζαχαράτου και Καφενείο Περιπτέρου, «Μουλέν Ρούζ» Αλυσσίδα-τέρμα Πατησίων με ορχήστρα και εστιατόριο.
Στην μόδα του κινηματογράφου υποτάσσεται το θέατρο Κοτοπούλη στην πλατεία Ομονοίας.
Στην μόδα του κινηματογράφου υποτάσσεται το θέατρο Κοτοπούλη στην πλατεία Ομονοίας.
Το 1928 οι 5 κινηματογράφοι του 1913 έγιναν 16 χειμερινοί και 12 θερινοί.  Το 1938 οι χειμερινοί στην Αθήνα είναι 26 και οι θερινοί πάνω από 60.
Τη δεκαετία 1930-40 δημιουργούνται οι μεγαλύτεροι και πολυτελέστεροι κινηματογράφοι της χώρας. Είναι η εποχή που χτίζονται το Παλλάς και το Ρεξ στην Αθήνα. Ποτέ άλλοτε δεν φτιάχτηκαν όμοιά τους. Την μεταπολεμική περίοδο, απλώς πολλαπλασιάζονται χωρίς ποτέ να φτάσουν την μεγαλοπρέπεια των προγενέστερων.
Παραμονές του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, τον Σεπτέμβρη του 1939 συγκεκριμένα, λειτουργούν στην Ελλάδα 280 κινηματογράφοι, αριθμός σχεδόν διπλάσιος από αυτόν του 1935 (150 αίθουσες). Το ένα τρίτο από αυτούς βρίσκεται στην πρωτεύουσα. Η Αθήνα διαθέτει εννέα κινηματογράφους πρώτης προβολής, εικοσιπέντε δεύτερης ή συνοικιακούς και 65 θερινούς.
ΟΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
Αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου, το πιο ενδιαφέρον κινηματογραφικό θέαμα για τους ανθρώπους στις πόλεις, γίνονται τα πολεμικά επίκαιρα. Στην Αθήνα είναι δυο οι αίθουσες που προβάλουν αποκλειστικά πολεμικά επίκαιρα, ελληνικά και αγγλικά, το Σινεάκ και το Άστυ.
Αλλά έρχεται η στιγμή που το μέτωπο καταρρέει. Στις 9 Απριλίου 1940 οι Γερμανοί μπαίνουν στη Θεσσαλονίκη. Μία από τις πρώτες διαταγές που εξέδωσαν  ήταν να ανοίξουν οι κινηματογράφοι για να δείξουν ότι η ζωή συνεχίζεται ειρηνικά κάτω από τη δική τους υψηλή προστασία. Την προηγούμενη περίοδο λόγω του φόβου των συναγερμών οι κινηματογράφοι υπολειτουργούσαν, ανοίγοντας σε ακατάστατες ώρες.
Η διαφορά που υπάρχει τώρα με την προηγούμενη περίοδο είναι ότι επιτάσσονται ορισμένοι κινηματογράφοι και διατίθενται για τη ψυχαγωγία των στρατιωτών τους. Στη Θεσσαλονίκη, τα Διονύσια  μετατρέπονται σε Soldaten Kino, το Πατέ σε Germania Kino και το Παλλάς σε Frontbuhne. Τα Ηλύσια  «παραχωρούνται» στους Ιταλούς. Στην Αθήνα, το Αττικόν  μετατρέπεται σε Soldaten Kino Victoria, το Απόλλων  σε Kino Apollo, ενώ  οι άλλοι κινηματογράφοι υποχρεώνονται να αναγράφουν τους τίτλους των έργων εκτός από ελληνικά, στα γερμανικά και ιταλικά. Το μέτρο αυτό επεκτείνεται σε όλη την Ελλάδα.
Με την είσοδο των Γερμανών δεν σημειώνεται καμία άλλη αλλαγή στη λειτουργία των κινηματογράφων πέρα από την απαγόρευση ταινιών που προέρχονται από εχθρικές προς τον Άξονα ταινίες, την υποχρεωτική προβολή γερμανικών προπαγανδιστικών επικαίρων και τις ώρες προβολής που προσαρμόζονται στις απαγορεύσεις της κυκλοφορίας και τις ανάγκες εξοικονόμησης ηλεκτρικής ενέργειας.

Η ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΝΘΗΣΗ
Με τη λήξη της γερμανικής κατοχής δημιουργείται το πρωτοφανές φαινόμενο της μαζικής προσέλευσης στους κινηματογράφους της πρωτεύουσας. Αλλά αυτό δεν είναι ένα ευκαιριακό φαινόμενο, η αντίδραση ίσως στην στερημένη ζωή της κατοχής, αλλά έχει διάρκεια. Και το 1966 το περιοδικό Εικόνες χαρακτηρίζει την Αθήνα σαν την «πιο ιδιότυπη κινηματογραφόπληκτη πρωτεύουσα της υφηλίου» με τις «50 αίθουσες πρώτης προβολής και το τακτικό επταήμερο των 12 καινούργιων ταινιών»
ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '90
(από μια έρευνα του ΕΚΚΕ για την
Κατάσταση του συστήματος διανομής στην Ελλάδα
"Η συνολική εικόνα, πάντως, για την κατανομή των κινηματογραφικών αιθουσών στην Ελλάδα έχει ως εξής: Ο αριθμός των αιθουσών / οθονών ανέρχεται σε 443. Αυτές ανήκουν σε 382 κινηματογραφικές μονάδες / επιχειρήσεις. Από τις 443 αίθουσες, οι 203 είναι χειμερινές, οι 53 ετήσιας λειτουργίας και οι 186 θερινές. Αν και στο λεκανοπέδιο συγκεντρώνεται περίπου το 35% το συνολικού πληθυσμού της χώρας, το αντίστοιχο ποσοστό των κινηματογραφικών αιθουσών / οθονών ξεπερνά το 52%. Οι τρεις περιφέρειες με το μικρότερο αριθμό αιθουσών είναι η Δυτική Μακεδονία με 0,7%, τα Ιόνια Νησιά με 1,1% και το Βόρειο Αιγαίο με 1,3%, ενώ υπάρχει ένας νομός εντός των ορίων του οποίου δεν υφίσταται κινηματογραφική αίθουσα: πρόκειται για τον νομό Φλωρίνης".

47 διατηρητέοι θερινοί κινηματογράφοι
Το 1997 ο τότε υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, Κώστας Λαλιώτης, με απόφασή του χαρακτήρισε διατηρητέα τη χρήση 47 θερινών κινηματογράφων που βρίσκονται εντός του λεκανοπεδίου Αττικής:
ΑΙΓΛΗ (Ζάππειο) ΒΟΞ (Εξάρχεια) ΘΗΣΕΙΟ ΠΑΛΛΑΣ (Παγκράτι) ΣΙΝΕ ΠΑΡΙ (Πλάκα) ΑΝΕΣΙΣ (Αμπελόκηποι) ΑΕΛΛΩ (Κυψέλη) ΕΛΛΗΝΙΣ (Αμπελόκηποι) ΕΚΡΑΝ (Εξάρχεια) ΛΙΛΑ (Πατήσια) ΜΠΡΟΝΤΓΟΥΕΪ (Κυψέλη) ΡΙΒΙΕΡΑ (Εξάρχεια) ΗΛΕΚΤΡΑ (Πατήσια) ΑΘΗΝΑΙΑ (Κολωνάκι) ΑΜΟΡΕ (Πολύγωνο) ΜΕΤΡΟΠΟΛ (Αθήνα) ΤΡΙΑΝΟΝ (Κυψέλη) ΝΑΝΑ (Δάφνη) ΝΕΑ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ (Αθήνα) ΜΙΤΣΙ (Κουκάκι) ΑΤΗΕΝΕ (Κυψέλη) ΔΙΑΝΑ (Κυψέλη) ΣΤΕΛΛΑ (Κυψέλη) ΡΑΝΙΑ (Πατήσια) ΜΟΝ ΡΕΠΟ (Αγ. Νικόλαος Αχαρνών) ΔΕΞΑΜΕΝΗ (Κολωνάκι) ΛΑΟΥΡΑ (Παγκράτι) ΜΠΟΜΠΟΝΙΕΡΑ (Κηφισιά) ΧΛΟΗ (Κηφισιά) ΦΙΛΟΘΕΗ, ΦΑΝΤΑΖΙΟ (Πειραιάς) ΑΜΥΝΤΑΣ (Υμηττός) ΔΙΑΝΑ (Παλ. Φάληρο) ΑΜΑΡΥΛΛΙΣ (Αγ. Παρασκευή) ΚΑΡΜΕΝ (Αθήνα) ΤΙΤΑΝ (Αιγάλεω) ΦΛΕΡΥ (Καλλιθέα) ΠΟΛΕΝΑ (Ανω Πατήσια) ΑΚΤΗ (Βουλιαγμένη) ΨΥΧΙΚΟ ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ (Ηλιούπολη) ΚΑΤΕΡΙΝΑ (Χαϊδάρι) ΑΣΤΡΟΝ (Μάνδρα) ΑΜΙΚΟ (Χαλάνδρι) ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ (Χαλάνδρι) ΑΘΗΝΑ (Χαλάνδρι) ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ (Χαλάνδρι)
Πηγή:www.cinefilip.gr

 

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013

Ο Μπρέχτ "μιλάει" στα παιδιά...!

Δύο ποιήματα του μεγάλου Μπρέχτ που "μιλάνε" στα παιδιά...




1.Εγκώμιο στη μάθηση
Μάθαινε και τ’ απλούστερα!
Γι’ αυτούς
που ο καιρός τους ήρθε
ποτέ δεν είναι πολύ αργά!
Μάθαινε το αβγ, δε σε φτάνει,  μα συ
να το μαθαίνεις! Μη σου κακοφανεί!
Ξεκίνα! Πρέπει όλα να τα ξέρεις!
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.
Μάθαινε, άνθρωπε στο άσυλο!
Μάθαινε, άνθρωπε στη φυλακή!
Μάθαινε, γυναίκα στην κουζίνα!
Μάθαινε, εξηντάχρονε!
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.
Ψάξε για σχολείο, άστεγε!
Προμηθεύσου γνώση, παγωμένε!
Πεινασμένε, άρπαξε το βιβλίο: είν’ ένα όπλο.
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.
Μην ντρέπεσαι να ρωτήσεις, Σύντροφε!
Μην αφεθείς να πείθεσαι
μάθε να βλέπεις συ ο ίδιος!
Ό,τι δεν ξέρεις ο ίδιος
καθόλου δεν το ξέρεις.
Έλεγξε το λογαριασμό
εσύ Θα τον πληρώσεις.
Ψάξε με τα δάχτυλα κάθε σημάδι
Ρώτα: πώς βρέθηκε αυτό εδώ.
Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.»

2.Aκουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε
Aκουσα πως τίποτα δε θέλετε να μάθετε.
Απ’ αυτό βγάζω το συμπέρασμα πως είσαστε εκατομμυριούχοι.
Το μέλλον σας είναι σιγουρεμένο – το βλέπετε
μπροστά σας σ’ άπλετο φως. Φρόντισαν
οι γονείς σας για να μη σκοντάψουνε τα πόδια σας
σε πέτρα.. Γι’ αυτό τίποτα δε χρειάζεται
να μάθεις. Έτσι όπως είσαι
εσύ μπορείς να μείνεις.
Κι έτσι κι υπάρχουνε ακόμα δυσκολίες, μιας κι οι καιροί
όπως έχω ακούσει είναι ανασφαλείς,
τους ηγέτες σου έχεις, που σου λένε ακριβώς
τι έχεις να κάνεις για να πας καλά.
Έχουνε μαθητέψει πλάι σε κείνους
που ξέρουν τις αλήθειες που ισχύουνε
για όλους τους καιρούς
μα και τις συνταγές που πάντα βοηθάνε.

Μιας και για σένα γίνονται τόσο πολλά
δε χρειάζεται ούτε δαχτυλάκι να κουνήσεις.
Βέβαια, αν τα πράματα ήταν διαφορετικά
Η μάθηση θα ‘τανε υποχρέωσή σου.
Αυτό θέλω να τους πω
Αναρωτιέμαι: γιατί να συζητάω μαζί τους;
ψωνίζουνε τη γνώση για να την πουλήσουν.
θέλουν να μάθουνε πού υπάρχει γνώση φτηνή
που να μπορούνε ακριβά να την πουλήσουν. Γιατί
να ενδιαφερθούνε να γνωρίσουν ό,τι
ενάντια στην αγοραπωλησία μιλάει;
Θέλουνε να νικήσουν.
Στη νίκη ενάντια τίποτα δε θέλουνε να ξέρουν.
Δε Θέλουνε άλλοι να τους καταπιέζουν,
Θέλουνε να καταπιέζουνε οι ίδιοι.
Δε θέλουνε την πρόοδο.
Θέλουνε την υπεροχή.
Πειθαρχούνε σ’ όποιον
τους υπόσχεται πως θα μπορούνε να διατάζουν.
Θυσιάζονται
για να μπορέσει να μείνει όρθιος ο βωμός της θυσίας.
Τι να τους πω, σκέφτηκα. Αυτό
θέλω να τους πω, αποφάσισα.»


Τα κοχύλια ζουν; Μια μικρή ιστορία της Βάνας Σμπαρούνη

Τα κοχύλια ζουν;   Μια μικρή ιστορία της Βάνας Σμπαρούνη Τα κοχύλια ζουν; Η Νεφέλη όταν αντίκρισε την παραλία της Πευκιάς ψηλά από τον δρόμ...