Δευτέρα 17 Ιουλίου 2023

¨Το άρωμα της γοητείας"μια ιστορία της Βάνας Σμπαρούνη- Λόγος με tempo-Β...

"Ήταν ένα κρύο και βροχερό απόγευμα στη Μονμάρτη, σ' αυτή τη γειτονιά ΄του Παρισιού πάνω στον μαγευτικό λόφο . Οι δρόμοι ήταν ακόμα υγροί και γεμάτοι λάσπες απ' τη βροχή που είχε πέσει το πρωϊ. Οι πανέμορφες πέτρινες πλακώστρωτες αυλές ήταν βρεγμένες κι αυτές. Όλα τα χρώματα φάνταζαν πιο έντονα...,απ' το ξέπλυμα της βροχής...Δεν κυκλοφορούσε πολύς κόσμος, μόνο κάποιοι τυχεροί επισκέπτες απολάμβαναν αυτή τη μαγεία της ατμόσφαιρας, τη γεμάτη μυστήριο και ρομαντισμό. Ο Πιέρ κρατώντας το μπλόκ του και τα μολύβια του περπάτησε ανάμεσα απ' τους λίγους θαμώνες του “"La Petite Pâtisserie" του μικρού γραφικού καφέ εκεί στην πλατεία του Τερτρέ και πήγε και κάθισε σ' ένα γωνιακό τραπεζάκι. Για ώρες περπατούσε στους δρόμους της Μονμάρτης, αισθανόμενος τον αέρα να του χαϊδεύει το πρόσωπο. Ήθελε να βρει έμπνευση για το νέο έργο του και πίστευε ότι η μοναδική ατμόσφαιρα της Μονμάρτης ίσως τον βοηθούσε. Και η έμπνευση δεν άργησε να έρθει..."

Σάββατο 8 Ιουλίου 2023

Το καλοκαίρι στην ποίηση - Λόγος με tempo-Βάνα Σμπαρούνη


"Καρπίζουν μέσα μου παλιά καλοκαίρια ανάβουνε βλέμματα αλλοτινά θροΐζουν αγγίγματα Τίποτα, τίποτα δε χάθηκε στ’ αλήθεια όλα είναι εδώ, όλα είναι εδώ..."

"Το κλουβί κι η καρδερίνα..."μια ιστορία της Γεωργίας Σταυριανέα - Λόγος...


"Πρώτη του Μάη… Ήταν ένα υπέροχο πρωινό από αυτά που η φύση βάζει τα γιορτινά της και γεμίζει μυρωδιές και χρώματα. ‘Ολα τα πουλιά του Μάη τραγουδούσαν τον ερχομό της Άνοιξης ευλογώντας τη μάνα γη για την προσφορά της. Η Ασημίνα με τον Πίπη τον τετράποδο σκανταλιάρη φίλο της και την Μάγια την κολλητή της, ξεκίνησαν πρωί πρωί με δυό μεγάλα κοφίνια να πάνε στον κάμπο να μαζέψουν λουλούδια, να φτιάξουν μαγιάτικα στεφάνια, να τα πουλήσουν στη γειτονιά, για να μαζέψουν χρήματα για το άρρωστο παιδάκι της κυρίας Μαρίας που όλη η γειτονιά φρόντιζε, γιατί ήταν πολύ φτωχή η κυρία Μαρία με το ζόρι τα έβγαζε πέρα… «Μάη μου με τα λουλούδια άκου όμορφα τραγούδια τα πουλάκια που σκαρώνουν, σε τιμούν σε καμαρώνουν…» τραγούδησε η Μάγια κι έδωσε πάσα στην Ασημίνα Ξεκινώντας το γνωστό παιχνίδι τους με τους στίχους, «Στείλε Μάη μου λουλούδια να σου γράφουμε τραγούδια για αγάπες να μιλάνε για ποτάμια που κυλάνε…» ανταποκρίθηκε η Ασημίνα που έστηνε στη στιγμή στιχάκια...."

Δον Κιχώτης-Η μάχη με τους ανεμόμυλους-Μ.Θερβάντες-Λόγος με tempo-Βάνα Σ...


Δον Κιχώτης-Η μάχη με τους ανεμόμυλους-Μ.Θερβάντες-Λόγος με tempo-Βάνα Σμπαρούνη
“Ο Δον Κιχώτης πέρασε δεκαπέντε μέρες στη βολή του σπιτιού του, και ασχολιόταν με τις υποθέσεις του, χωρίς τίποτα να δείχνει ότι ήθελε να ξαναρχίσει τις τρέλες του. Όλο αυτό το διάστημα κουβέντιασε πολύ με το γεωργό, το χωριανό του, έναν καλοκάγαθο άνθρωπο, αλλά χωρίς πολύ μυαλό στο κεφάλι του. Από τα πολλά που του είπε, τις τόσες υποσχέσεις που του έκανε, στο τέλος έπεισε το δύστυχο χωρικό να μπει στη δούλεψή του ως ιπποκόμος..."
Δείτε το πρόσφατο βίντεο απ' το κανάλι:  


Παρασκευή 7 Ιουλίου 2023

"Το κορίτσι με το φεγγάρι στο χέρι" διήγημα του Μενέλαου Λουντέμη - Λόγο...




"Το θυμότανε. Πάντα. Δυνατά. Τις μέρες και τις νύχτες. Σαν «όνειρο», σα μοσκοβολιά, κι έλεγε… -το ‘λεγε όλες τις στιγμές, και το παράγγελνε με πάθος στον εαυτό του– αν γλύτωνε, αν ξανανέβαινε στο φως, να ψάξει, να κοσκινίσει όλον τον κόσμο, ώσπου να την βρει –όποια κι αν ήταν, όπως κι αν την έλεγαν…– και να σκύψει να της φιλήσει τα χέρια, να την γεμίσει με δακρυσμένα «ευχαριστώ».  Εκεί μέσα που τον έθαψαν, που τον είχαν σα λείψανο ριγμένο, λαχτάρισε και δίψασε. Δίψασε για ένα σημαδάκι χλόη, για μια σταλίτσα του απάνω κόσμου. Ένα γέλιο μικρού παιδιού ή ένα τζιτζίκι… Κάτι που να μη θυμίζει αυτόν τον μουχλιασμένο και πνιγερό τάφο. Εκεί κάτου τα ‘χε ξεχάσει όλα. Το χρώμα του κόσμου, τη μέρα. Τι χρώμα είχε, αλήθεια, η μέρα; Ήταν γαλάζια; ή άσπρη;… Γιατί εδώ τα μάτια του ήταν άχρηστα, περιττά. Εδώ ζούσε μόνο με τ’ αφτιά και τα δάχτυλα..."



Παρασκευή 14 Απριλίου 2023

"Χριστός Ανέστη" Παύλος Νιρβάνας-Πασχαλινό διήγημα-Λόγος με tempo- Βάνα ...



"Χριστός Ανέστη" Παύλος Νιρβάνας-Πασχαλινό διήγημα-Λόγος με tempo- Βάνα ...

Κάποτε – εδώ και πολλά χρόνια – που μου ΄τυχε να κάνω Ανάσταση σε κάποιο ορεινό χωριό της Ρούμελης, ένας γέρος χωριάτης, υψώνοντας τη λαμπριάτικη λαμπάδα του σαν χαιρετισμό προς τ’ αναστάσιμα άστρα, μου είπε σαν να μιλούσε με τον εαυτό του:
Ημέρεψαν απόψε, παιδί μου, τα Ουράνια.
Στα δυο αυτά λόγια ο αθώος χωριάτης είχε κλείσει επιγραμματικά το βαθύτερο νόημα του χριστιανικού θαύματος˙ «ημέρεψαν τα Ουράνια». Ο ουρανός, χωρίς το μεγάλο χριστιανικό θαύμα, θα εξακολουθούσε να είναι για την περίφοβη ψυχή του απλοϊκού ανθρώπου, για κάθε ανθρώπινη ψυχή, το κατοικητήριο ενός Θεού τρομερού, δικαιοκριτή χωρίς επιείκεια και τιμωρού χωρίς έλεος. Τέτοιοι στάθηκαν οι θεοί όλων των θρησκειών. Κυβερνούσαν τα πλάσματά τους με τον τρόμο. Τύραννοι παντοδύναμοι, μακρυσμένοι απ’ το λαό τους, δεν είχαν γνωρίσει ποτέ τις αδυναμίες του, δεν είχαν πονέσει ποτέ τον πόνο του, δεν είχαν βασανιστεί ποτέ απ’ τα βάσανά του, δεν είχαν κλάψει ποτέ τα δάκρυά του. Ανίκανοι να συμπονέσουν, να λυπηθούν και να συγχωρέσουν. Πώς να μην είναι «άγρια», όπως τα ‘βλεπε το μάτι του φοβισμένου ανθρώπου, τα Ουράνια, τα κατοικημένα από τέτοιους θεούς;
Και μέσα στην ανοιξιάτικη εκείνη νύχτα, που η λαμπάδα του γέρου χωριάτη είχε υψωθεί σαν χαιρετισμός προς τα λαμπρά, αναστάσιμα άστρα, τα Ουράνια είχαν ημερέψει. Δεν κατοικούσε πια εκεί απάνω, υψωμένος στον τρομερό του θρόνο, ένας θεός ξένος για τους ανθρώπους. Κατοικούσε ένας γλυκύτατος θεός, που είχε πονέσει όλους τους πόνους των ανθρώπων, που είχε γνωρίσει όλες τις αδικίες της γης, που είχε τραβήξει όλες τις καταφρόνιες, που είχε πληρώσει όλες τις αχαριστίες. Τον έβρισαν, τον αναγέλασαν, τον έφτυσαν, τον έσυραν δεμένο στους δρόμους σαν τον τελευταίο κακούργο, τον σταύρωσαν. Πείνασε, δίψασε, κουράστηκε, αντίκρισε τη φρίκη του θανάτου. Για μια στιγμή είδε τον εαυτό του λησμονημένο κι απ’ τον ίδιο τον Θεό, που ήταν πατέρας του. «Θεέ μου, Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες;» Δε στάθηκε πόνος που να μην τον γνώρισε, καρδιοσωμός που να μην τον ένιωσε, δυστυχία που να μη γεύτηκε το φαρμάκι της. Ήπιε όλα τα φαρμάκια που μπορεί να πιει άνθρωπος σ’ αυτόν τον κόσμο. Και τη νύχτα εκείνη, ο πονεμένος και βασανισμένος αυτός άνθρωπος είχε ανεβεί στους Ουρανούς και είχε καθίσει παντοδύναμος στον θρόνο του θεού, να κυβερνήσει τον κόσμο. Πώς να μην «ημερέψουν τα Ουράνια»; Μια απέραντη καλοσύνη είχε πλημμυρίσει το στερέωμα.
Γιατί να τρέμει πια ο αμαρτωλός; θα συλλογιζότανε ο γέρος. Εκείνος που συγχώρεσε την πόρνη, τον ληστή, κι εκείνους ακόμα που τον σταύρωσαν, είναι τώρα εκεί απάνω, για να ιδεί τα δάκρυα της μετάνοιάς του και να τον συγχωρέσει. Γιατί ν’ απελπίζεται ο άρρωστος; Εκείνος που γιάτρεψε τον τυφλό και τον παράλυτο είναι τώρα εκεί απάνω για να τον γιατρέψει. Γιατί να βαρυγκωμάει ο φτωχός και ο αδικημένος; Εκείνος που πείνασε και δίψασε είναι τώρα εκεί απάνω και καταλαβαίνει τη δυστυχία του. Γιατί να λαχταράει η μάνα για το παιδί της; Εκεί απάνω στους Ουρανούς είναι μια Μανούλα που δοκίμασε τον πόνο της, για να παρακαλέσει το παιδί της, που κυβερνάει τον κόσμο, να τον ελεήσει. Και γιατί να τρέμει ο ασπρομάλλης ο γέρος την ώρα του θανάτου; Είναι και γι’ αυτόν, είναι για κάθε ψυχή, μια ανάσταση.
Τα Ουράνια είχαν ημερέψει, αλήθεια, εκείνη την ανοιξιάτικη νύχτα. Και η λαμπάδα του γέρου είχε υψωθεί σαν χαιρετισμός και σαν ευχαριστία προς τα αναστάσιμα άστρα.
Χριστός Ανέστη, παππού!
Ο Θεός, ο Κύριος, παιδί μου!




Τετάρτη 5 Απριλίου 2023

"Το πρώτο μου Πάσχα"Γρ.Ξενόπουλος-Πασχαλιάτικο διήγημα- Λόγος με tempo-Β...

"Αυτές τις μέρες ξαναγυρίζω πάντα στα παιδικά μου χρόνια. Και θυμάμαι τις θαυμάσιες εκείνες γιορτές που χαιρόμουν στην πατρίδα μου όταν ήμουν μικρό αμέριμνο παιδί κι είχα τους καλούς μου γονείς να με φροντίζουν και να μ’ οδηγούν σε όλα. Φυσικά και στην εκκλησία ή στα «θρησκευτικά μου καθήκοντα»… "Το πρώτο μου Πάσχα"Ένα πασχαλιάτικο διήγημα του Γ.ρηγ.Ξενόπουλου

Τα κοχύλια ζουν; Μια μικρή ιστορία της Βάνας Σμπαρούνη

Τα κοχύλια ζουν;   Μια μικρή ιστορία της Βάνας Σμπαρούνη Τα κοχύλια ζουν; Η Νεφέλη όταν αντίκρισε την παραλία της Πευκιάς ψηλά από τον δρόμ...