Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι...

Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική


Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2014

Εκφράσεις από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα


 


Εκφράσεις και ήθη από την αρχαιότητα ως σήμερα

Το 80% των παροιμιών μας θα τολμούσαμε να πούμε ότι προέρχεται από τον αρχαιοελληνικό κόσμο, όπως υποστηρίζει με έμφαση η φιλόλογος και συγγραφέας Άννα Τζιροπούλου Ευσταθίου.
Όπως λέει ο Πλούταρχος, τον 1ο αιώνα μ.Χ., σχολιάζοντας τον λόγο του Αρχία «ες αύριον τα σπουδαία»: «ο μεν ουν λόγος, ως παροιμία, μέχρι νυν διασώζεται παρά τοις Έλλησι…». Από τότε έχουν περάσει 2.000 χρόνια και ο λόγος είναι ζωντανός.
Απτά παραδείγματα διά του λόγου το αληθές:
Ο Ιωάννης Στοβαίος (5ος αιώνας μ.Χ.) δεν απέχει καθόλου από το ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη: «μία χελιδών έαρ ου ποιεί».
Ο Ησίοδος (700-800 π.Χ.) σε μεγάλο βάθος χρόνου υποστηρίζει : «γείτονες άζωστοι έκιον» δηλαδή «άζωστος τρέχει ο γείτονας και ο συγγενής ζωσμένος», όταν χρειαστεί να ζητήσουμε βοήθεια.
Επίσης από τον Ησίοδο προέρχεται το «ει κακά τις σπείραι• κακά κέρδεα αμήσειεν» (ό,τι σπείρεις θα θερίσεις).

Ο Πίνδαρος: «κρέσσων οικτιρμού φθόνος» (κάλλιο να σε ζηλεύουνε παρά να σε λυπούνται).
Ιδιαιτέρως τα λόγια του Ομήρου, του μεγάλου αυτού ποιητή, είναι πολύ συχνά κοντά στα δικά μας:
«ουκ αν… ανά στόμ’ έχων» (μην πιάνης στο στόμα σου),
«μη μοι σύγχει» (μη με συγχύζεις),
«λύεται γούνατα» (λύονται τα γόνατα),
«τον δε λίπε ψυχή» (λιποψύχησε),
«τότε μοι χάνοι ευρεία χθων» (ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί).
Ακόμη:
Διογένης
: «αποσκότισόν με» (μη με σκοτίζεις)
Πλάτων
: (Συμπόσιο) «τέμνοντες ώσπερ … ταις θριξίν» (στην τρίχα)
Μένανδρος
: «κακόν μεν αλλ’ αναγκαίον κακόν» (αναγκαίον κακόν)
Ευριπίδης
: (Μήδεια) «άνω ποταμών ιερών χωριούσι πηγαί» (άνω ποταμών)
Σοφοκλής
, (Φιλοκτήτης) «έσχατ’ εσχάτων» (έσχατος εσχάτων),
Λουκιανός
: «άγει σε και φέρει της ρινός έλκων» (σε σέρνει απ’ τη μύτη»,
«γάλα ορνίθων» (του πουλιού το γάλα),
«τριχολογείν και τρίχας αναλέγεσθαι» (ασχολούμαι με τρίχες»,
«πέμπειν ες κόρακας» (… στον κόρακα), και
«ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος) τονίζει στον βαρκάρη του Αχέροντα ο Μένιππος του Λουκιανού.
Είναι γεμάτη η αρχαία ελληνική γραμματεία από πολλές ίδιες χαρακτηριστικές εκφράσεις, συνήθειες και προλήψεις
Αριστοφάνης
: «άπτεσθαι ξύλου» (κτύπα ξύλο)
Αισχύλος
(Επτά επί Θήβας): «τριχός ορθίας πλόκαμος ίσταται» (σηκώθηκαν οι τρίχες της κεφαλής)
Αριστοφάνης
(Εκκλησιάζουσες): «μα τω Θεώ»
Αθήναιος
: «ώστε υπτίους υπό του γέλωτος καταπεσείν» (έπεσαν ανάσκελα από τα γέλια)
Πολύβιος
«εαυτούς εξεθεάτρισαν» (έγιναν θέατρο)
Αισχύλος
(Αγαμέμνων): «τον πάθει μάθος» (ο παθός μαθός)
Ευριπίδης
(Ιππόλυτος): «Κακόν πέλαγος εισορώ» (πελάγωσα)
Μ.Μ.

Από: ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ (Άννα Τζιροπούλου Ευσταθίου) 
Πηγή:texnografia.blogspot.gr

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Οι «Μεταρρυθμίσεις» του Γεωργίου Σουρή

Οι «Μεταρρυθμίσεις» του Γεωργίου Σουρή για τη λύση των… προβλημάτων





Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς.
Η σάτιρα ως απάντηση στις διατάξεις του Μπαϊρακτάρη.
Από τις πλέον επιτυχημένες έμμετρες σάτιρες του Γεωργίου Σουρή που προκάλεσαν ποικίλες συζητήσεις ήταν οι περίφημες «Μεταρρυθμίσεις», τις οποίες δημοσίευσε το 1886. Συγκεκριμένα πρότεινε να γίνουν δέκα νέες νομοθετικές ρυθμίσεις ώστε να αντιμετωπισθούν τα μείζονα προβλήματα της ελληνικής και αθηναϊκής κοινωνίας. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές αφορούσαν τους κλέφτες των δημόσιων ταμείων, τους βουλευτές, τις καταπατήσεις οικοπέδων, τους κλεφτοκοτάδες, την καθημερινή βία, την ανατολίτικη συνήθεια πολλοί να εκπληρώνουν τις φυσικές ανάγκες τους στο δρόμο και τα καφενεία όπου… σκότωναν τις ώρες τους οι Aθηναίοι. Στην πραγματικότητα ο Γ. Σουρής απαντούσε με τον τρόπο αυτό στις αυστηρές αστυνομικές διατάξεις που είχε εκδώσει ο περίφημος Μπαϊρακτάρης, αναφέροντας σειρά παραπτωμάτων άξιων επιβολής ποινών.
Πρότεινε λοιπόν πρώτα απ’ όλα να επιβάλλονται πρόστιμα δύο δραχμών για όποιον ραχάτευε στους καφενέδες τρεις ώρες, αλλά μια δραχμή λιγότερο για εκείνους που χάζευαν στα καφενεία τέσσερις ώρες. «Μα όποιος την ημέρα του στον καφενέ σκοτώνει / του πρέπει να πληρώνεται και όχι να πληρώνει» κατέληγε το εξάστιχο σαρκάζοντας το πλήθος των αέργων που ξημεροβραδιαζόταν στα καφενεία. Στη συνέχεια ασχολιόταν με την εκτεταμένη συνήθεια των Νεοέλληνων να ουρούν ή ακόμη και να αφοδεύουν στους δρόμους. Πρότεινε λοιπόν «όστις ουρήση αναιδώς αντίκρυ παραθύρων, / ή στο Πανεπιστήμιον ή στην Ακαδημίαν, / αυτός να συλλαμβάνεται υπό τριών κλητήρων / κι ευθύς να περιτέμνεται εις την Αστυνομίαν»! Και για εκείνους που τολμούσαν να αποπατήσουν στην οδό Ερμού ζητούσε να εξαναγκάζονται στη συνέχεια να κάνουν το ίδιο φανερά και στην οδό Αιόλου.

Ήταν η εποχή κατά την οποία το ρουσφέτι γνώριζε μεγάλες δόξες και οι βουλευτές ήταν απασχολημένοι με τις ανάγκες των ψηφοφόρων τους. Τους ήθελε λοιπόν ο Σουρής να μετατρέπονται σε… τετράποδα για να μπορούν να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους: «Οφείλει κάθε βουλευτής των νεωτέρων χρόνων / να έχει πόδια τέσσερα και όχι δύο μόνον, / γιατί ποτέ δεν ημπορεί και ούτε θα μπορέσει / στων ψηφοφόρων της δουλειές με δυό να επαρκέσει». Λίγους μήνες νωρίτερα είχε ξεσπάσει σκάνδαλο με καταχραστές δημοσίου χρήματος στο Κεντρικό Ταμείο. Έτσι, μέσω του «Ρωμηού» του ο Σουρής κατέθετε την πρόταση αν ενδιαφερόταν να διοριζόταν και κανένας κλέφτης στο Κεντρικό Ταμείο, διότι εκείνος λόγω του παρελθόντος του ίσως και να μην άπλωνε το χέρι, σε αντίθεση με εκείνους που δεν είχαν σουφρώσει μέχρι τότε και σίγουρα θα το έκαναν. Γράφει: «Αν κλέπτης τις στο Κεντρικόν υπούργημα γυρέψη, / ευθύς να διορίζεται επόπτης του παρά, / γιατί εκείνος πούκλεψε μπορεί και να μην κλέψη, αλλ΄ όποιος δεν εσούφρωσε, θα κλέψη μια φορά»!
Για το φαινόμενο των κλεφτοκοτάδων, ακόμη και μέσα στην Αθήνα που αφθονούσαν τα κοτέτσια, οι οδηγίες ήταν απλές: «Αν συνεργία πειρασμού κατέβη στο μυαλό σου, / και ορεχθής την όρνιθα του φίλου γείτονός σου, / προτού για τούτο είδησι, ο γείτονάς σου πάρη, / του παίρνεις και τον κόκκορα για να γενούν ζευγάρι». Δεν άφησε ασχολίαστο όμως και το γεγονός ότι ελλείψει δικτύων αποχέτευσης πολλές νοικοκυρές συνήθιζαν να πετούν τα βρωμόνερα στους δρόμους έχοντας πολλές φορές και τα σχετικά… θύματα: «Εάν εις τον εξώστη σου σου έλθη να ρεμβάσης / και θέλεις κάτι τι να βρης για να διασκεδάσης, / μίαν λεκάνην κένωσε νερού εκ του εξώστου / και δρόσισε την κεφαλήν γνωστού σου ή άγνώστου». Τέλος, συνιστούσε σε όλους να παρακολουθούν τα ελεύθερα οικόπεδα της γειτονιάς τους και μόλις έβρισκαν ευκαιρία να έκαναν πράξεις νομής ώστε να τα κατοχυρώνουν ως δικά τους: «Με άλλους λόγους δηλαδή να κατορθώσης όπως / γίνη ταχέως κτήμα σου του γείτονος ο τόπος»!
Πηγή:mikros-romios.gr