Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι...

Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική


Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Νικόλαος Γύζης, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους

Νικόλαος Γύζης, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους που τα έργα του  ξεχειλίζουν από ανθρωπιά, ζωή και ομορφιά....


Ο Νικόλαος Γύζης (Σκλαβοχώρι,στην Τήνο την 1 Μαρτίου 1842 – Μόναχο, 22 Δεκεμβρίου 1900 ή 4 Ιανουαρίου 1901 με το νέο ημερολόγιο) ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου». Διακρίθηκε σε όλα τα χρόνια των σπουδών του και πήρε τα πρώτα βραβεία στην ξυλογραφία, τη ζωγραφική και τη χαλκογραφία.
Βιογραφικά στοιχεία

Ο Νικόλαος Γύζης ήταν ένα από τα έξι παιδιά του ξυλουργού Ονούφριου Γύζη και της Μαργαρίτας Γύζη, το γένος Ψάλτη, που ζούσαν στο Σκλαβοχώρι της Τήνου. Το 1850, η οικογένειά του μετοίκησε στην Αθήνα και ο μικρός Νικόλαος άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στην Σχολείο των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών), αρχικά ως ακροατής και, από το 1854 έως το 1864, ως κανονικός σπουδαστής.
Με το τέλος των σπουδών του, γνωρίστηκε με τον πλούσιο φιλότεχνο Νικόλαο Νάζο, με την μεσολάβηση του οποίου έλαβε υποτροφία από το Ευαγές Ίδρυμα του Ναού της Ευαγγελιστρίας της Τήνου, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του στην Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου.
Τον Ιούνιο του 1865, ο Γύζης έφθασε στο Μόναχο, όπου συνάντησε τον συνάδελφο και φίλο του Νικηφόρο Λύτρα. Ο τελευταίος τον βοήθησε στο να εγκλιματιστεί γρήγορα στο γερμανικό περιβάλλον. Πρώτοι του δάσκαλοί του στο Μόναχο ήταν ο Χέρμαν Άνσυτς (Hermann Anschütz) και ο Αλεξάντερ Βάγκνερ (Alexander Wagner). Τον Ιούνιο του 1868 έγινε δεκτός στο εργαστήριο του Καρλ φον Πιλότυ (Karl von Piloty).
 
Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Μόναχο το 1871 και τον Απρίλιο του 1872 επέστρεψε στην Αθήνα, για να μετατρέψει το πατρικό του σπίτι επί της οδού Θεμιστοκλέους σε ατελιέ. Μαζί με τον Νικηφόρο Λύτρα, ταξίδεψε το 1873 στην Μικρά Ασία.
Απογοητευμένος από τις συνθήκες της Ελλάδας, τον Μάιο του 1874 εγκατέλειψε την Αθήνα και επέστρεψε στο Μόναχο, όπου έμελλε να ζήσει για το υπόλοιπο της ζωής του. Το 1876, ταξίδεψε παρέα με τον Νικηφόρο Λύτρα στο Παρίσι. Έναν χρόνο αργότερα νυμφεύθηκε την Άρτεμη Νάζου, με την οποία απέκτησε τέσσερις κόρες, την Πηνελόπη (γεν. 1878, πέθανε μόλις δώδεκα ημερών), την Μαργαρίτα-Πηνελόπη (γεν. 1879), την Μαργαρίτα (γεν. 1881) και την Ιφιγένεια (γεν. 1890), και έναν γιο, τον Ονούφριο-Τηλέμαχο (γεν. 1884).
Το 1880, ανακηρύχθηκε σε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου και το 1888 εκλέχθηκε τακτικός καθηγητής στο ίδιο ίδρυμα. Το 1881, πέθανε η μητέρα του και έναν χρόνο μετά πέθανε και ο πατέρας του. Το 1895, επισκέφθηκε για τελευταία φορά την Ελλάδα, την οποία ποτέ δεν ξέχασε και πάντα νοσταλγούσε. Προσβεβλημένος από λευχαιμία, πέθανε στο Μόναχο στις αρχές του 1901. Λέγεται ότι τα τελευταία του λόγια ήταν: «Λοιπόν ας ελπίζωμεν και ας ζητούμεν να είμεθα εύθυμοι!». Η σορός του ενταφιάστηκε στο Βόρειο Νεκροταφείο του Μονάχου.

Το έργο του
Ο Νικόλαος Γύζης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού του ύστερου 19ου αιώνα, του συντηρητικού εικαστικού κινήματος που είναι γνωστό ως «Σχολή του Μονάχου», τόσο σε ελληνικό όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Συμμετείχε και βραβεύτηκε σε πάρα πολλές ελληνικές και ευρωπαϊκές εκθέσεις, από το 1870 έως το 1900. Μάλιστα, μετά τον θάνατό του το 1901, τιμήθηκε με έκθεση έργων του στην 8η Διεθνή Καλλιτεχνική Έκθεση του Γκλασπαλάστ (Glaspalast).
Σπουδαστής στην Ακαδημία του Μονάχου, ενστερνίστηκε όλες τις αρχές των Γερμανών δασκάλων του, φτιάχνοντας έργα σπάνιας επιδεξιότητας μέσα στα όρια του ιστορικού ρεαλισμού και της ηθογραφίας. Με τα έργα του, ειδικά αυτά της νεότητάς του, έλαβε τον χαρακτηρισμό «γερμανικότερος των Γερμανών» και επαινέθηκε με το παραπάνω από τους τεχνοκριτικούς και τον Τύπο της εποχής.
Δύο από τα μεγάλα «γερμανικά» του έργα, οι Ελεύθερες τέχνες και τα πνεύματα της καλλιτεχνικής βιοτεχνίας, που κοσμούσαν την οροφή Μουσείου Διακοσμητικών Τεχνών του Καϊζερσλάουτερν (1878–1880), και Ο θρίαμβος της Βαυαρίας, που κοσμούσε την αίθουσα συνεδριάσεων του Μουσείου Διακοσμητικών Τεχνών της Νυρεμβέργης (1895–1899) — καταστράφηκαν κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μερικά από τα έργα του, όπως Τα αρραβωνιάσματα (1875]) και Το κρυφό σχολειό (1885, συλλογή Εμφιετζόγλου), βασίζονται σε προφορικούς θρύλους της εποχής της Τουρκοκρατίας, των οποίων η αντιστοιχία στην ιστορική πραγματικότητα αμφισβητείται σήμερα, χωρίς βέβαια αυτό να μειώνει την καλλιτεχνική αξία των παραπάνω έργων.
Νικόλαος Γύζης, Ιστορία (1892). Λάδι σε καμβά, 89 εκ. διάμετρος. Ιδιωτική συλλογή.

Άτομο βαθιά θρησκευόμενο, στράφηκε αργότερα προς τις αλληγορικές και τις μεταφυσικές παραστάσεις. Τα λεγόμενα «θρησκευτικά» του έργα, με πλέον χαρακτηριστικό τον πίνακα Ιδού ο Νυμφίος έρχεται (1895–1900, Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου), αντιπροσωπεύουν τα οράματα του ώριμου πλέον καλλιτέχνη και δηλώνουν απερίφραστα τις υπαρξιακές του αγωνίες. Κυρίαρχο θέμα των ώριμων έργων του ήταν ο αγώνα του εναντίον του Κακού και η τελική νίκη του Καλού. Η σημαντικότερη μορφή σ' αυτά τα έργα του είναι η γυναίκα, που άλλοτε εμφανίζεται ως Τέχνη, άλλοτε ως Μουσική, άλλοτε ως Άνοιξη, άλλοτε ως Δόξα, κ.λπ.
Νεότεροι μελετητές του έργου του διακρίνουν ότι στα λιγότερο γνωστά ύστερα έργα του, και κυρίως στα σχέδιά του με κάρβουνο και κιμωλία, ο Γύζης δίνει μια εξπρεσιονιστική τάση απελευθέρωσης από τον ακαδημαϊκό ρεαλισμό.
Ο Γύζης φιλοτέχνησε επίσης αφίσες και εικονογράφησε βιβλία.

Οι επιστολές του
Η ζωή και το έργο του Νικολάου Γύζη φωτίζεται επίσης από τις επιστολές που έγραφε από το 1869 και μέχρι το τέλος της ζωής του (Επιστολαί Νικολάου Γύζη, Εκδόσεις «Εκλογής», Αθήναι 1953).[9] Ορίστε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Σας βεβαιώ, Κύριε Νάζε, ότι δεν είμαι διόλου σπάταλος. Ζω με την μεγαλυτέραν οικονομίαν, αλλά τα έξοδα της τέχνης μου, και προ πάντων τα μοδέλα, κοστίζουν φρικτά και άνευ αυτών δεν ημπορώ να κάμω βήμα. Εις την αρχήν ήμουν εις μικροτέρας σχολάς, όπου τα μοδέλα επληρώνοντο από την Ακαδημίαν, αλλ' αφ' ότου εμβήκα εις την σχολή των συνθέσεων, τα πληρώνω ο ίδιος και διά τούτο έπεσα έξω. [...] Έγραψα και θα γράψω πάλιν προς την επιτροπήν της Ευαγγελιστρίας διά τους μισθούς μου...» -- Επιστολή προς τον Νικόλαο Νάζο, 3 Ιουνίου 1873
«Πόσον πτωχός είναι ο ζωγράφος απέναντι του ποιητού! Αν ξαναγεννηθώ θα γίνω ποιητής και μουσικός.» -- Επιστολή προς τον Νικόλαο Νάζο, 7 Απριλίου 1875
«Αν ήτο δυνατόν να ημπορούσα να ηρχόμουν εις την Ελλάδα, ίσως κατά πρώτον εις την Κεφαλληνίαν και κατόπιν εις την Τήνον, εις τα γλυκά αυτά μέρη.» -- Επιστολή προς τον αδελφό της γυναίκας του, 22 Οκτωβρίου 1900.



Αρχείο:Gizis kryfo skoleio.jpg

 Το κρυφό σχολειό (1885-1886)

Αποτέλεσμα εικόνας για νικόλαος γύζης έργα

Τα αρραβωνιάσματα

Το τάμα (1874)
Εθνική Πινακοθήκη


Ανατολίτης με την πίπα

Καπουτσίνος Μοναχός


Ιστορία (1892)


Ηλικιωμένος με κόκκινο φέσι


Ο Έρως και ο Ζωγράφος

Η αποστήθιση 1883

Πολεμιστής της Ανατολής 1842

Ο κουρέας (1880)
Μετά την πτώση των Ψαρών
Εθνική Πινακοθήκη


Η Ψυχή του Καλλιτέχνη


Αρχείο:Gyzis Nikolaos The Step Mother.jpg

Η ψυχομάνα

Αρχείο:Gyzis Nikolas Old man's head.jpg

Κεφαλή γέρου


 Αρχείο:Gysis Nikolaos Old man sleeping.jpg
 Γέρος που κοιμάται



Αρχείο:Gysis Nikolaos Boy with cherries.jpg

Αγόρι με κεράσια

Αρχείο:Gysis Nikolaos Pastryman.jpg

Ζαχαροπλάστης

Αρχείο:Gysis 001.jpg

Ιδού ο Νυμφίος

Αρχείο:Gysis Nikolaos Koukou.jpg

Κου-Κου

Αρχείο:Greek painters-Gyzis2.jpg

Τα ορφανά

Αρχείο:Nikolas Gysis The Spider.jpg

Αράχνη
Ρεκλάμα για εταιρεία καπνού

Πηγή: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
 
 

 

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Τα Γρεκάνικα ή Γρεκάνικη διάλεκτος


I glossama en ecchi na petheni. [H γλώσσα μου δεν αξίζει να πεθάνει.]
O pappumma viata mu leghi [Ο παππούς μου πάντα μου λέγει ]
ti sta keru dicatu [ότι στους καιρούς τούς δικούς του]
ti glossa ti eplatega [η γλώσσα που μιλούσαν]
ito viata to grecu. [ήτο πάντα ελληνική.]


 
 

 
Τα Γρεκάνικα (Κατωιταλική ή Γρεκάνικη διάλεκτος) είναι η διάλεκτος της Ελληνικής που περιλαμβάνει Ιταλικά στοιχεία και ομιλείται στη Μεγάλη Ελλάδα της Νότιας Ιταλίας. Είναι κυρίως γνωστή ως Κατωιταλική διάλεκτος, ενώ οι ομιλητές της την ονομάζουν Γκρίκο (Grico) ή Κατωιταλική. Η Κατωιταλική είναι σε κάποιον βαθμό κατανοητή από τους ομιλητές της Ελληνικής γλώσσας, όπως είναι και φυσικό αφού οι ρίζες των δυο γλωσσών είναι οι ίδιες.
Υπάρχουν δύο βασικές θεωρίες σχετικά με την προέλευση της διαλέκτου, σύμφωνα με την πρώτη τα γρεκάνικα προέρχονταιι από τη γλώσσα των Βυζαντινών εποίκων του 9ου αιώνα.Η δεύτερη θεωρία λέει πως οι ρίζες της διαλέκτου ανάγονται πολύ παλαιότερα, στον αποικισμό της Μεγάλης Ελλάδας τον 8ο αιώνα π.Χ.. Στην ορθότητα της δεύτερης θεωρίας συνηγορεί ο μεγάλος αριθμός δωρισμών της Κατωιταλικής.




Τη διάλεκτο μιλούν οι κάτοικοι στις Γραικάνικες κοινότητες στη νότια άκρη της Καλαβρίας και στην περιοχή Σαλέντο της Απουλίας, κοντά στην πόλη Λέτσε. Στο Σαλέντο βρίσκονται εννέα μικρές πόλεις (Καλημέρα, Μαρτάνο, Καστρινιάνο ντε Γκρέτσι, Κοριλιάνο ντ' Οτράντο, Μαλπινιάνο, Σολέτο, Στερνάτια, Ζολίνο, Μαρτινιάνο), με τον συνολικό αριθμό του γρεκάνικου πληθησμού να φτάνει τις 40.000. Επίσης, στην Καλάβρία βρίσκονται εννέα χωριά στην περιοχή Μπόβα, αλλά ο γρεκάνικος πληθυσμός εκεί είναι σημαντικά μικρότερος.
Η Ιταλική βουλή έχει αναγνωρίσει τη Γραικάνικη κοινότητα του Σαλέντο ως «εθνική και γλωσσική μειονότητα», με την ονομασία Minoranze linguistiche Griche dell'Etnia Griko-Salentina (Γλωσσική μειονότητα της Γκρικο-Σαλεντίνικης εθνότητας).
Υπάρχει σημαντική προφορική παράδοση, ενώ ορισμένα τραγούδια και ποιήματα στην Κατωιταλική είναι δημοφιλή στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Επίσης, αξιόλογοι Έλληνες καλλιτέχνες όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος και η Μαρία Φαραντούρη έχουν εκτελέσει κομμάτια στα Γρεκάνικα. Αντίθετα η διάλεκτος αυτή δεν έχει να δείξει πολλά σημαντικά πράγματα στον γραπτό λόγο.
Όσο αφορά στα γλωσσικά χαρακτηριστικά της διαλέκτου, ο δωρικός χαρακτήρας των ελληνικών αποικιών τής Καλαβρίας και της Απουλίας, καθώς και η μικρή επαφή με τον υπόλοιπο ελληνόφωνο χώρο, έχουν συμβάλει στη διατήρηση αρχαϊσμών, ενώ η συνάντηση με την Ιταλική και με τις τοπικές διαλέκτους, έχει ασκήσει βαθιά επίδραση στο λεξιλόγιο των (λίγων πλέον) φυσικών ομιλητών της.
Σύμφωνα με έρευνες για τα ελληνικά που μιλιούνται στην Απουλία και την Καλαβρία της Νότιας Ιταλίας. Από την έρευνα προκύπτει ότι περί τις 10 με 12 χιλιάδες άτομα μιλούν Ελληνικά στα ελληνόφωνα χωριά των δύο αυτών περιοχών. Πρόκειται για τις διαλέκτους "γκρίκο" ή "γκρεκάνικο", ένα κράμα ελληνικών και ιταλικών. Μολονότι η χρήση της ελληνικής αυτής διαλέκτου δεν έχει αναγνωριστεί νόμιμα από το επίσημο κράτος, και μόνο ευκαιριακά η οδική σηματοδότηση είναι δίγλωσση, στην Καλαβρία το τοπικό σύνταγμα ρυθμίζει νόμιμα τη χρήση της γλώσσας από την ελληνόφωνη μειονότητα.
Στην Απουλία, τα Ελληνικά δεν χρησιμοποιούνται στα νηπιαγωγεία, παρά το γεγονός ότι οι τοπικοί κανονισμοί επιτρέπουν στους γονείς να ζητούν και σ' αυτά τη χρήση της ελληνικής γλώσσας. Στα δημοτικά σχολεία, η κατάσταση διαφέρει από κοινότητα σε κοινότητα. Σε δύο πόλεις τα Ελληνικά διδάσκονται από το 1978, επισήμως σε πειραματική βάση για 15 ώρες τη βδομάδα, από την πρώτη τάξη και για όλο τον κύκλο του δημοτικού σχολείου. Στην Καλαβρία, τα Ελληνικά χρησιμοποιούνται σποραδικά στα νηπιαγωγεία, συνήθως με πρωτοβουλία των γονιών των παιδιών. Στη δημοτική εκπαίδευση, διδάσκονται τρεις ώρες τη βδομάδα. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ευκαιριακά διδάσκονται σαν ξεχωριστή ύλη. Οργανώνονται επίσης μαθήματα ελληνικής γλώσσας για τους κατοίκους των ελληνόφωνων χωριών που θέλουν να μάθουν τα ελληνικά. Μερικοί τοπικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί μεταδίδουν κάπου-κάπου εκπομπές στη διάλεκτο "γκρίκο" ή "γκρεκάνικο", αλλά όχι και οι τοπικοί τηλεοπτικοί σταθμοί. Στην Καλαβρία εκδίδονται δύο εφημερίδες στα Ελληνικά με τη χρηματική βοήθεια της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην Απουλία διάφορες ιταλικές εφημερίδες δημοσιεύουν ευκαιριακά και άρθρα στην ελληνική γλώσσα. Διαδομένη είναι η ελληνική μουσική, ενώ διάφορα ερασιτεχνικά θεατρικά συγκροτήματα δίνουν παραστάσεις στα ελληνικά. Ωστόσο, η γλώσσα των αριθμών είναι σκληρή και γεννά ανησυχίες για το μέλλον των ελληνοφώνων της Κάτω Ιταλίας. Ο πληθυσμός στα ελληνόφωνα χωριά μειώνεται συνεχώς, αφού οι νέοι στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια μετακινούνται προς τον πλούσιο Βορρά. Οι προσπάθειες οι οποίες γίνονται επικεντρώνονται στην αναγκαιότητα της διατήρησης του ελληνικού ιδιώματος της Καλαβρίας. Τα ελληνικά της Καλαβρίας, που είναι μετεξέλιξη της αρχαίας δωρικής, διατηρήθηκαν για αιώνες και δεν πρέπει να χαθούν. Επειδή, όμως, δεν είναι γραπτή γλώσσα, κινδυνεύουν.

Η ομοιότητα των γρεκάνικων με τα ελληνικά φαίνεται στο εξής παραδείγμα:
Tis alatrei me aleae e kkanni poddi ssitar
Όποιες με γελάδες οργώνει, πολύ καρπό δεν κάνει
I glossa en exi steata ce steata iklanni
Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει

Τα γρεκάνικα αν δεν τα στηρίξουν η Ελληνική κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός δεν θα ζησουν για πολύ ακόμα. Οι δύσκολες στιγμές που περνάνε ξεχασμένοι από όλους εμάς αποτυπώνονται στις μαρτυρίες των ομιλιτών της γλώσσας:

H Κατερίνα Μυλωνά εκπρόσωπος των κατοίκων λέει: «Η γλώσσα και η κουλτούρα μας έχουν τη ρίζα στην Ελλάδα. Βοηθήστε μας να σώσουμε τα γκρεκάνικα, ένα πολύτιμο θησαυρό που δημιουργήθηκε πριν 2.700 χρόνια, τη γλώσσα των προγόνων μας. Προσπαθούν να τα διασώσουν και να τα μεταδώσουν 13 πολιτιστικοί σύλλογοι από τα ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας στην Κάτω Ιταλία
Για την ενίσχυση της προσπάθειάς τους ζητούν τη συμβολή της ελληνικής και ιταλικής κυβέρνησης αλλά και τη συνεργασία Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλων συλλόγων από την Ελλάδα και την Ιταλία.
Εξάλλου, πρόκειται για μια γλώσσα που έχει κρατήσει εδώ και 2.700 χρόνια και θα ήταν μεγάλη απώλεια για όλο τον κόσμο αν χανόταν. «Παλεύουμε από το 1968 για αυτό το σκοπό, πρώτα από όλα μέσα από την οικογένεια και τα σχολεία ενώ θεωρούμε πως πρέπει να γίνει μια ολόκληρη μελέτη πάνω στη γλώσσα. Είναι κρίμα να χαθεί αυτός ο θησαυρός», αναφέρει. Μέχρι σήμερα, εκτός από τις επαφές και τις εκδηλώσεις που πραγματοποιούν, έχουν εκδώσει λεξικά, γραμματική και συντακτικό των γκρεκάνικων, εκδόσεις που αποτελούν πολύτιμο εργαλείο και για τους πανεπιστημιακούς.
«Σήμερα η γλώσσα είναι προφορική, τώρα, όμως, υπάρχουν βιβλία οπότε μπορεί να μελετηθεί σε σχολεία και Πανεπιστήμια», τονίζει ο πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου Apodiafazzi, κ. Carmello G. Nucera.

Με το πέρασμα των χρόνων, οι άνθρωποι ξέχασαν να χρησιμοποιούν το ελληνικό αλφάβητο και έγραφαν με λατινικούς χαρακτήρες.
Η νέα προσπάθεια αναβίωσης της γλώσσας ξεκίνησε το 1950 και έγινε με λατινικούς χαρακτήρες γιατί οι ελληνικοί ήταν εντελώς ξένοι για τους Γκρεκάνους. Παράλληλα, υπάρχουν κοινωνικοί λόγοι για τους οποίους η γλώσσα φτωχαίνει και απομονώνεται καθώς οι πλούσιοι άρχισαν να τη θεωρούν ταμπού και να μην την εξελίσσουν. Μένει, λοιπόν, στις κατώτερες τάξεις, τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους και παύει η γλωσσική εξέλιξη, παγώνει και αρχίζει να φτωχαίνει και παραμένει ως σήμερα με αυτή τη μορφή. Όμως, το γεγονός ότι η περιοχή της Καλαβρίας ήταν απομονωμένη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της γλώσσας. Τώρα, όμως, η απομόνωση αυτή δε βοηθάει την προσπάθεια των συλλόγων για τη διάδοσή της.
Σήμερα είναι χαρακτηριστικό ότι οι κάτοικοι της περιοχής όταν μιλάνε με άλλους μιλάνε στα ιταλοκαλαβρέζικα, το ιδίωμα της περιοχής, μεταξύ τους μιλάνε στα γκρεκάνικα ενώ οι ταμπέλες τους είναι σε τρεις γλώσσες, τα ιταλικά, ελληνικά και γκρεκάνικα. Οι παραπάνω σύλλογοι και αρκετοί άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών που παλεύουν για να σωθεί η γλώσσα των προγόνων τους ζητούν τη στήριξη της ελληνικής και της ιταλικής κυβέρνησης προκειμένου να γίνει μια συντονισμένη προσπάθεια που θα έχει αποτέλεσμα. Σε αυτή την κατεύθυνση, προτείνουν μια σειρά από δράσεις που θα μπορούσαν να υλοποιηθούν. Κατ αρχάς, καθοριστική θα ήταν η συμβολή των Πανεπιστημίων, όπως της Κρήτης, που θα μπορούσαν να προωθήσουν την προσπάθεια αυτή μέσα από προγράμματα ανταλλαγών ή κάποια μεταπτυχιακά σχετικά με τα γκρεκάνικα. «Ένα εργαλείο κλειδί για αυτή την προσπάθεια θα ήταν η μετάφραση στα ιταλικά ενός μνημειώδους έργο του γλωσσολόγου, Αναστάσιου Καραναστάση, που υπάρχει έχει εκδοθεί από την ακαδημία Αθηνών», εξηγεί ο κ. Carmello G. Nucera.
«Είναι ζήτημα πολιτισμού να μην πεθάνει μια γλώσσα που και σήμερα είναι ζωντανή μετά από 2.700 χρόνια», τονίζει. Αναφέρει, επίσης, πως είναι σημαντικό να δημιουργηθεί κάτι σταθερό καθώς «τα λόγια φεύγουν με τον άνεμο». Για αυτό πρέπει να υπάρχει μια συνεργασία μεταξύ Ν. Ιταλίας και Ελλάδας σε επίπεδο και εμπορικό, να δημιουργηθούν ναυτικοί δίαυλοι επικοινωνίας.
«Είμαστε Έλληνες στον πολιτισμό. Η ιστορία μας δεν ξεκίνησε χθες αλλά πριν 2.700 χρόνια. Στην ψυχή και την καρδιά νιώθουμε Έλληνες αλλά στην πράξη είμαστε Ιταλοί. Είμαστε όμως Έλληνες στον πολιτισμό και την κουλτούρα», συμφωνούν όλοι. Εξάλλου, το τελευταίο γραπτό, όπου οι κάτοικοι της Καλαβρίας δήλωναν ότι ήταν Έλληνες ήταν επίσημο έγγραφο του Κράτους από το 1921.
«Ο λαός της Ελλάδας δεν είχε ποτέ σύνορα αλλά πάντα ήταν λαός του κόσμου», αναφέρουν.
Τέλος, τονίζουν πως «ελπίζουμε με την παρουσία μας εδώ να έχουμε αφήσει κάποιους σπόρους ώστε αυτές οι σχέσεις να ανθίσουν» και προτείνουν να γίνουν αδελφοποιήσεις μεταξύ δήμων ή πολιτιστικών συλλόγων ώστε να υπάρξει συνέχεια σε αυτή την προσπάθεια επικοινωνίας της Ν. Ιταλίας με την Ελλάδα.

Ενα τραγούδι της Mimma Nucera, στη γλώσσα των Ελλήνων της Καλαβρίας

I glossama en ecchi na petheni. [H γλώσσα μου δεν αξίζει να πεθάνει.]
O pappumma viata mu leghi [Ο παππούς μου πάντα μου λέγει ]
ti sta keru dicatu [ότι στους καιρούς τούς δικούς του]
ti glossa ti eplatega [η γλώσσα που μιλούσαν]
ito viata to grecu. [ήτο πάντα ελληνική.]
Ce arte, lego ego: [και άρτι (αμέσως), λέγω εγώ:]
iati' i guvernaturi [γιατί οι κυβερνώντες]
thelusi na chathi [θέλουσι να χαθεί]
i glossa tu grecani? [η γλώσσα του Ελληνα;]
Ecini fenonde manacho' ste votazioni [Εκείνοι, φαίνονται (=αρχ. παρουσιάζονται) μονάχοι στις εκλογές]
ce ulli crazzondo fili ce cumparidi, [και όλοι κράζωνται φίλοι και γνωστοί (κουμπάροι<κόμβος= δεσμός/δέσιμο)]
podo' ti tteglionni to bdomadi [κι όταν τελειώνει η εβδομάδα]
en agronizzu pleo canena. [δεν γνωρίζουν πλέον κανέναν.]
Afudatema esi cali' christianima [Βοηθείστε μας (οφελήστε μας),εσείς καλοί μου χριστιανοί]
pu iste ode delemmeni [που είστε όλοι δουλεμμένοι (εξαπατημένοι/εκμεταλλευμένοι) ]
na some stili stin addi ghenia [να παραδώσουμε στύλη (πινάκιο γραφής) στην άλλη γενιά]
ti glossama ce ta pramata to pappumma. [τη γλώσσα μας και τα πράγματα του παππού μας.]
Mimma Nucera

Πηγή:magnagrecia.wikispaces.com